Ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Χάουραντ Λούτνικ, θα έχει στη διάθεση του περίπου 270 ημέρες για να αποφασίσει εάν οι δασμοί στις εισαγωγές φαρμάκων και ημιαγωγών είναι απαραίτητοι για την εθνική ασφάλεια της χώρας. Ήδη, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ έχει ξεκινήσει 232 έρευνες στις εισαγωγές χαλκού και ξυλείας, ενώ τα συμπεράσματα από αντίστοιχες έρευνες στην πρώτη θητεία του Αμερικανού προέδρου έδωσαν το έναυσμα για τη φορολόγηση του χάλυβα, του αλουμινίου και των αυτοκινήτων από το εξωτερικό.
Αν και η κριτική, γενικά, του καταιγισμού δασμών από τις ΗΠΑ στον υπόλοιπο κόσμο είναι ευρεία, οι επιπτώσεις από τη φορολόγηση των εισαγωγών φαρμάκων θα είναι ιδιαίτερα δραματικές και θα υπονομεύσουν αμερικανικές εταιρείες, προειδοποιούν οι ειδικοί. Διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες του φαρμακευτικού κλάδου μπορεί να έχουν συνέπειες στη διαθεσιμότητα και το κόστος των φαρμάκων στις ΗΠΑ. Ήδη η προσβασιμότητα των φαρμάκων στις ΗΠΑ αποτελεί πρόβλημα για ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού λόγω των υψηλών τιμών. «Οι ασθενείς θα καταλήξουν να πληρώνουν για αυτά τα προϊόντα», δήλωσε τον περασμένο μήνα ο Ρίτσαρντ Σέινορ, διευθύνων σύμβουλος της Sandoz AG, της μεγαλύτερης εταιρείας γενόσημων φαρμάκων στην Ευρώπη. «Είτε η προσφορά θα επιδεινωθεί, είτε οι τιμές θα μετακυλιστούν πίσω στις ασφαλιστικές εταιρείες και τελικά στους ασθενείς. Δεν νομίζω ότι αυτή είναι μια στρατηγική για να οδηγήσει σε περισσότερες επενδύσεις στις ΗΠΑ».
Πέρυσι, οι εισαγωγές φαρμάκων στις ΗΠΑ διαμορφώθηκαν στα 213 δισ. δολάρια. Καταλαμβάνουν την 5η θέση στη λίστα των προϊόντων με τις υψηλότερες εισαγωγές. Πάνω από το 45% των γενόσημων φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στις ΗΠΑ κατασκευάζονται στην Ινδία, το Ισραήλ και την Ευρώπη, σύμφωνα με έρευνα της API Innovation Center με τίτλο «A Bold Goal: Reshoring 25% of Small Molecule API to the U.S in Five Years». Η έρευνα ολοκληρώθηκε κατόπιν πρωτοβουλίας της προηγούμενης κυβέρνησης των ΗΠΑ διότι μελετούσε τη δημιουργία κινήτρων για την σταδιακή ενίσχυση της παραγωγής φαρμάκων στις ΗΠΑ.
Επίσης υπολογίζεται ότι περίπου το 80% των δραστικών φαρμακευτικών ουσιών (APIs) που ενσωματώνονται σε συνταγογραφούμενα φάρμακα των ΗΠΑ παράγονται στο εξωτερικό. Η Κίνα είναι βασικός προμηθευτής των APIs που στέλνονται στην Ινδία για το τελικό προϊόν που τελικά μεταφέρεται στις ΗΠΑ. Πάνω από το 40% της πενικιλίνης και της ηπαρίνης προέρχονται από την Κίνα. Συνοπτικά σχεδόν το 90% των αμερικανικών εταιρειών βιοτεχνολογίας εξαρτώνται από τις εισαγωγές συστατικών για την κατασκευή του ήμισυ, τουλάχιστον, των προϊόντων που έχουν εγκριθεί από την αμερικανική υπηρεσία τροφίμων και φαρμάκων (FDA), σύμφωνα με την Biotechnology Innovation Organization.
Αναλυτές τονίζουν πως οι ευρωπαϊκές εταιρείες που παράγουν πρωτότυπα φάρμακα μπορεί να εξετάσουν τη μεταφορά μονάδων παραγωγής στις ΗΠΑ ως εναλλακτική. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, εάν επιβληθούν δασμοί στις εισαγωγές φαρμάκων των ΗΠΑ θα πληγούν ξένες αλλά και αμερικανικές φαρμακοβιομηχανίες. Μόλις πέρυσι τον Σεπτέμβριο, η αμερικανική Eli Lilly είχε ανακοινώσει επενδύσεις 1,8 δισ. δολαρίων στην Ιρλανδία για την ενίσχυση της μεταποιητικής δραστηριότητας στο πλαίσιο ενός πενταετούς σχεδίου επενδύσεων στις ΗΠΑ και την Ευρώπη άνω των 20 δισ. δολαρίων. Παρομοίως, η Pfizer έχει επενδύσει δισεκατομμύρια σε περίπλοκες εφοδιαστικές αλυσίδες, παγκοσμίως, όπου η Ευρώπη είναι ένας από τους κεντρικούς παίκτες.
Η ανακοίνωση του Τραμπ για τη διενέργεια έρευνας πάνω στις φαρμακοβιομηχανίες από το υπουργείο Εμπορίου προ ημερών κινητοποίησε τους μεγάλους παίκτες του ευρωπαϊκού κλάδου. Οι επικεφαλής των Novo Nordisk, Bayer και Sanofi συμμετείχαν σε τηλεφωνική διάσκεψη με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για να συζητήσουν τις επιπτώσεις. Μόνον η Novo Nordisk αντιπροσωπεύει το 2% του δανέζικου ΑΕΠ λόγω της τεράστιας επιτυχίας που έχει το Ozempic, το φάρμακο κατά της παχυσαρκίας, στις ΗΠΑ.
Η εξάρτηση στην Κίνα για αναγκαίο ιατρικό εξοπλισμό έγινε εμφανής κατά τη διάρκεια της πανδημίας και προκάλεσε αντιδράσεις όχι μόνον στις ΗΠΑ αλλά και την Ευρώπη. Όμως, οι δασμοί προκαλούν απότομες αλλαγές στην προσφορά με κίνδυνο την αύξηση των τιμών και την έλλειψη βασικών φαρμάκων, κυρίως, εις βάρος των Αμερικανών καταναλωτών.