Το rebate που εφαρμόστηκε πρόσφατα στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα και τα προϊόντα αντιδραστηρίων πλήττουν τη βιωσιμότητα του κλάδου, τονίζει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Ιατρικών & Βιοτεχνολογικών Προϊόντων (ΣΕΙΒ). «Πρόκειται για ένα ακόμα οριζόντιο οικονομικό μέτρο που έρχεται να επιβαρύνει τον κλάδο και την επιχειρησιακή λειτουργία των εταιρειών, ενώ την ίδια ώρα διογκώνονται οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των δημόσιων νοσοκομείων προς τις εταιρείες των ιατροτεχνολογικών προϊόντων», αναφέρει στην ανακοίνωσή του.
«Δυστυχώς το μέτρο αυτό, ιδιαίτερα με τον τρόπο που επιβλήθηκε, ήρθε να αιφνιδιάσει για μία ακόμα φορά την αγορά, καθόσον η σχετική ΚΥΑ δεν έλαβε υπόψη σχεδόν καμία από τις προτάσεις που είχαν υποβληθεί προς το Υπουργείο Υγείας από τους σχετικούς φορείς και τα συλλογικά όργανα εκπροσώπησης των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα» αναφέρει ο ΣΕΙΒ. «Έτσι, επί παραδείγματι, στην εκδοθείσα κοινή Υπουργική Απόφαση, παρά τη δέσμευση του Υπουργού στη Βουλή, δεν εξαιρούνται από την εφαρμογή του rebate τα υλικά που διακινούνται μέσω διαγωνισμών, όπως αυτοί ορίζονται στο ενωσιακό δίκαιο και στον Ν.4412/2016 για τις προμήθειες του Δημοσίου» πρόσθετει.
Εκπρόσωποι του ΣΕΙΒ τονίζουν ότι πρόκειται για ένα οριζόντιο μέτρο που παραπέμπει σε εποχές μνημονίων και επιβάλλεται επειδή το Υπουργείο Υγείας δεν κατόρθωσε έως τώρα να προχωρήσει στους προβλεπόμενους από τον νόμο διαγωνισμούς και στην εφαρμογή των εξαγγελθέντων μέτρων για την ολοκλήρωση του Μητρώου Προϊόντων, Υπηρεσιών και Προμηθευτών. Η εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου σε νοσοκομειακές προμήθειες που έχουν προκύψει είτε μετά από διαγωνιστικές διαδικασίες όπως προβλέπει ο Νόμος περί προμηθειών, είτε μετά από αντίστοιχες διαδικασίες, που αφορούν μικρής κλίμακας προμήθειες και γίνονται συνήθως με επείγουσες διαδικασίες, θεωρείται απαράδεκτη επειδή καταστρατηγεί τις αρχές του ανταγωνισμού και ακυρώνει τις προβλεπόμενες από τον Νόμο διαγωνιστικές διαδικασίες και τις συμβατικές υποχρεώσεις που προκύπτουν από αυτές, αναφέρει.
«Το μέτρο αυτό άλλωστε, πέραν των άλλων, εκτιμάται ότι θα επιβαρύνει ιδιαίτερα τόσο τις δημόσιες δομές Υγείας, όσο και τις εταιρείες ιατροτεχνολογικών προϊόντων, από γραφειοκρατικής απόψεως, καθόσον απαιτεί τακτική, ανά τριμηνιαία βάση, συλλογή, επεξεργασία και διασταύρωση οικονομικών στοιχείων για να μπορέσει να παράγει το επιδιωκόμενο οικονομικό αποτέλεσμα. Επιπλέον, απ’ ότι διαφαίνεται, θα επιβαρύνει το ήδη προβληματικό cash flow των επιχειρήσεων του κλάδου, αφού αυτές θα κληθούν να προκαταβάλλουν την επιβαλλόμενη ανά τρίμηνο έκπτωση, πριν καν εισπράξουν τα οφειλόμενα ποσά» εκτιμά ο ΣΕΙΒ.
Τέλος, επισημαίνει ότι οι αναμενόμενες επιβαρύνσεις που θα προκύψουν για τις εταιρείες του κλάδου οι οποίες προβλέπεται να κυμανθούν μεταξύ 4% και 5% υπό μορφήν υποχρεωτικής έκπτωσης, θα δημιουργήσουν πολλά προβλήματα στην επιχειρηματική λειτουργία στις εταιρείες αυτές. Ο Σύνδεσμος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, προς της νέας οικονομικής επιβάρυνσης στην οποία θα περιέλθουν οι επιχειρήσεις του κλάδου από την επιβολή του μέτρου αυτού, για ενδεχόμενο μπαράζ αγωγών για την άμεση καταβολή των ληξιπρόθεσμων νοσοκομειακών οφειλών που κατά μέσο όρο ξεπερνούν τους 12 μήνες και αναζήτησης των δεδουλευμένων τόκων, χωρίς να αποκλείεται και η μαζική προσβολή του ως άνω μέτρου τόσο στην Ελληνική Δικαιοσύνη, όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.