THEPOWERGAME
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της νομισματικής της πολιτικής, με τις τελευταίες εξελίξεις να οδηγούν σε προσδοκίες για διαδοχικές μειώσεις επιτοκίων. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αναγνωρίζουν ότι οι κίνδυνοι πληθωρισμού μειώνονται ταχύτερα από το αναμενόμενο, καθώς οι αυξήσεις τιμών στη ζώνη του ευρώ υποχώρησαν στο 1,8% τον Σεπτέμβριο, κάτω από τον στόχο του 2%, ενώ ο πυρήνας του πληθωρισμού, ο οποίος εξαιρεί τις πιο ευμετάβλητες συνιστώσες, έχει φτάσει σε χαμηλό δυόμισι ετών, στο 2,7%.
ΕΚΤ: Ενισχύεται η προοπτική της τρίτης μείωσης των επιτοκίων
Αυτά τα στοιχεία ενισχύουν την προοπτική μιας τρίτης μείωσης των επιτοκίων φέτος, με τις αγορές να αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε μείωση κατά 25 μονάδες βάσης στην συνεδρίαση της Πέμπτης και θα στοχεύσει σε ένα επιτόκιο 3% έως τον Δεκέμβριο. Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ, σε συνδυασμό με τις ήπιες εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό, έχει επηρεάσει τη στρατηγική της κεντρικής τράπεζας, οδηγώντας σε αυξημένες προσδοκίες για ταχύτερη νομισματική χαλάρωση.
Υπενθυμίζεται άλλωστε πως και η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε στους ευρωβουλευτές στα τέλη του περασμένου μήνα ότι οι τελευταίες εξελίξεις ενίσχυσαν την «εμπιστοσύνη της κεντρικής τράπεζας ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει εγκαίρως στο στόχο» και δήλωσε ότι αυτό θα ληφθεί υπόψη τον Οκτώβριο.
Η απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει τα επιτόκια αντικατοπτρίζει την ανάγκη για στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης, ιδίως σε μια περίοδο όπου οι προβλέψεις για την γερμανική οικονομία δείχνουν ενδείξεις ύφεσης. Η Γερμανία, ως η μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, έχει μεγάλη επιρροή στην οικονομική ευημερία των υπολοίπων κρατών μελών. Οι ανησυχίες για την ανάπτυξή της, μαζί με τις αδύναμες εκτυπώσεις πληθωρισμού, έχουν προκαλέσει μια επανεξέταση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Πώς επωφελείται η ελληνική οικονομία
Από την άλλη πλευρά, η ελληνική οικονομία αναμένεται να επωφεληθεί από αυτό το νέο τοπίο χαμηλότερων επιτοκίων. Η προοπτική των μειώσεων των επιτοκίων προδιαγράφει ένα θετικό σκηνικό για την ελληνική ανάπτυξη, καθώς θα ενισχύσει την ιδιωτική κατανάλωση και θα διευκολύνει την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε φθηνότερες πιστώσεις για χρηματοδότηση επενδύσεων. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ για το 2025 εκτιμάται στο 2,3%, γεγονός που δείχνει την ελπίδα για μια συνεχιζόμενη θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Η στήριξη αυτή από την ΕΚΤ αναμένεται να έχει άμεσες επιπτώσεις στη χρηματοδότηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Η μείωση των επιτοκίων θα μειώσει το κόστος δανεισμού, προσφέροντας στους πολίτες την ευκαιρία να αναδιαρθρώσουν τα χρέη τους και να επενδύσουν σε νέες πρωτοβουλίες. Η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, που προβλέπεται ως αποτέλεσμα της χαμηλότερης χρηματοδότησης, θα ενισχύσει τη ζήτηση στην αγορά και θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη.
Ωστόσο, οι προκλήσεις παραμένουν. Οι οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι οι μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι αποτέλεσμα των αδύναμων αναπτυξιακών στοιχείων και της πιθανής ύφεσης στη γερμανική οικονομία, η οποία αναμένεται να επηρεάσει και την ευρωζώνη συνολικά. Η υποτονικότητα της ανάπτυξης και η ανησυχία για τις προβλέψεις της γερμανικής οικονομίας δημιουργούν ένα δύσκολο τοπίο, όπου οι κινήσεις της ΕΚΤ θα πρέπει να είναι προσεκτικές για να μην οδηγήσουν σε υπερβολική χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Αξιοσημείωτη είναι η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής στην Ελλάδα, η οποία σημείωσε 6,7% το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2024. Αυτή η ανάκαμψη, σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης των δανείων, δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη και την επένδυση στην εγχώρια οικονομία. Οι κλάδοι που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις, όπως η παραγωγή χημικών προϊόντων και η φαρμακοβιομηχανία, υποδηλώνουν ότι η ελληνική βιομηχανία ανακάμπτει από την κρίση της περασμένης δεκαετίας.
Η σταθερή ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας είναι ζωτικής σημασίας για την υποστήριξη της οικονομίας, καθώς αποτελεί βασικό παράγοντα για τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την αύξηση του βιοτικού επιπέδου. Η επένδυση σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας θα μπορούσε να αναδείξει τη χώρα ως κέντρο καινοτομίας και παραγωγής στην περιοχή, αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα της στην παγκόσμια αγορά.
Συμπερασματικά, η στρατηγική της ΕΚΤ να προχωρήσει σε μειώσεις επιτοκίων μπορεί να έχει σημαντικές θετικές επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία, προσφέροντας στήριξη στη βιομηχανική παραγωγή και την ιδιωτική κατανάλωση. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη προσοχή στις διεθνείς οικονομικές συνθήκες και οι εξελίξεις στη γερμανική οικονομία θα είναι κρίσιμες για την επίτευξη ενός σταθερού και βιώσιμου αναπτυξιακού προτύπου στη ζώνη του ευρώ. Η ΕΚΤ θα πρέπει να διατηρήσει μια ισορροπημένη προσέγγιση, εξετάζοντας προσεκτικά τα δεδομένα, ώστε να προσαρμόσει την πολιτική της στις συνεχώς μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες, προστατεύοντας ταυτόχρονα τη σταθερότητα και την ανάπτυξη.
Διαβάστε επίσης
Η ανομβρία επενδύσεων και οι συνεδριάσεις της διυπουργικής
Το μυστικό της επιχειρηματικής επιτυχίας του Ράιαν Ρέινολντς
Λειψυδρία: Πώς γεωτρήσεις και άλλες λύσεις δεν θα αφήσουν την Ελλάδα να διψάσει