THEPOWERGAME
Πέραν της υπέρβασης των στόχων σε βασικά οικονομικά μεγέθη και δείκτες, τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου της Εθνικής Τράπεζας είχαν μια ιδιαιτερότητα και αυτή δεν ήταν μόνο η υποβολή αιτήματος για διανομή μερίσματος για την περσινή χρήση. Ήταν το γεγονός ότι η Εθνική Τράπεζα είναι η πρώτη συστημική τράπεζα που επανέρχεται σε καθεστώς αξιολόγησης επενδυτικής βαθμίδας μετά από 16 χρόνια από διεθνείς οίκους.
Συγκεκριμένα αναφορά για το θέμα έκανε στο conference call ο CEO της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, που εστίασε στην απόδοση επενδυτικής βαθμίδας από την DBRS, ως αποτέλεσμα ενός συνδυασμού θετικών εξελίξεων στην υψηλή οργανική κερδοφορία, την δημιουργία κεφαλαιακών αποθεμάτων, την ισχυρή ρευστότητα και ανάπτυξη δανείων.
Ερωτηθείς σχετικά για το μέρισμα, ο κ. Μυλωνάς συνέστησε… υπομονή για έναν μήνα, πριν δώσει συγκεκριμένο περίγραμμα του ύψους που αναμένεται να καταβληθεί στους μετόχους. Όπως είπε, το αίτημα έχει υποβληθεί στους Επόπτες και ως τον Ιούνιο η εικόνα θα έχει ξεκαθαρίσει. Αντιστοίχως, η Εθνική Τράπεζα φιλοδοξεί να ικανοποιήσει τους μετόχους της για τα κέρδη του 2024, με μια ανάλογη μερισματική πολιτική το 2025, που θα κριθεί τελικά από την πορεία του έτους.
Αύξηση ενήμερων δανείων, μείωση μη εξυπηρετούμενων δανείων
Όπως είπε ο κ. Μυλωνάς, στα ατού του φετινού τριμήνου, είναι ο ρυθμός των νέων εκταμιεύσεων που είναι τόσο υψηλές σε βαθμό που να αντισταθμίζουν τις επίσης υψηλές αποπληρωμές. Τα ενήμερα δάνεια αυξήθηκαν στα 30,2 δισ. ευρώ, με ρυθμό νέων δανείων 1,1 δισ. ευρώ ετησίως όταν την ίδια στιγμή, τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια υποχωρούν περαιτέρω, με NPE 3,7% και μια αμελητέα νέα εισροή.
Από την άλλη πλευρά, ανέφερε ότι οι καταθέσεις – αν και αυξημένες σε σχέση με πέρυσι- υποχώρησαν συγκριτικά με το προηγούμενο τρίμηνο, λόγω εποχικότητας. Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα ο CEO της Εθνικής διευκρίνισε ότι δεν ανησυχεί καθόλου για διαρροή καταθέσεων (η οποία ως ένα βαθμό βέβαια, όπως είπε και ο ίδιος υπάρχει για άλλα επενδυτικά προϊόντα) γιατί το φαινόμενο που συμβαίνει το πρώτο τρίμηνο έχει στοιχεία συνήθους εποχικότητας.
Υψηλότερα των προσδοκιών κινήθηκαν οι περισσότεροι δείκτες, όπως αυτός των MREL που έφτασε το 26,5% έναντι στόχου 25,3% για Ιανουάριο του 2025. Η κεφαλαιακή επάρκεια ενισχύθηκε κατά 80 μονάδες βάσης στο 18,6% και το κόστος ρίσκου, μειώθηκε σημαντικά στις 55 μονάδες βάσης, έναντι στόχου «μικρότερου του 65%».