THEPOWERGAME
Οι τράπεζες της ευρωζώνης αντιμετωπίζουν αυξανόμενες αφερεγγυότητες, γεωπολιτικούς κινδύνους και αναταράξεις στις ενεργοβόρες βιομηχανίες, προειδοποιεί σε νέα της συνέντευξη στους FT η σιδηρά κυρία του SSM, Κλαούντια Μπουχ, κάνοντας λόγο για «πιο δύσκολους καιρούς στο μέλλον».
Όπως ανέφερε στη συνέντευξή της η κα. Μπουχ, οι τράπεζες «δεν έχουν ξεφύγει ακόμη από τον κίνδυνο», παρά το γεγονός ότι βγήκαν σε μια, όπως είπε, «καλή θέση μετά την πανδημία του Covid-19 και την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία».
Ανησυχίες της Μπουχ για εφησυχασμό των τραπεζών
Η αύξηση του βασικού επιτοκίου αναφοράς της ΕΚΤ στο υψηλό ρεκόρ του 4% για την αντιμετώπιση της ραγδαίας αύξησης του πληθωρισμού πέρυσι «πρέπει ακόμη να διεισδύσει στο χρηματοπιστωτικό σύστημα», δήλωσε η Μπουχ, προσθέτοντας ότι οι πτωχεύσεις και οι αθετήσεις δανείων είναι πιθανό να συνεχίσουν να αυξάνονται για κάποιο χρονικό διάστημα. «Είναι απλώς εξαιρετικά απίθανο να έχουμε μια περίοδο διαρθρωτικών αλλαγών κατά την οποία δεν θα υπάρχει αύξηση των αθετήσεων. Οι βιομηχανικές περιοχές της Ευρώπης θα μοιάζουν πολύ διαφορετικές στο μέλλον, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε κάθε χώρα.
«Θα έχουμε επαναπροσδιορισμό δραστηριοτήτων, οι επιχειρήσεις πρέπει να προσαρμοστούν και αυτό είναι κάτι που οι τράπεζες πρέπει να συνυπολογίσουν» τόνισε.
Οι ευρωπαϊκές πτωχεύσεις μειώθηκαν απότομα το 2020-22, όταν οι κυβερνήσεις παρείχαν τεράστια ποσά βοήθειας στις εταιρείες για να αμβλύνουν τις επιπτώσεις της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης που προκάλεσε ο πόλεμος της Ρωσίας. Αλλά έκτοτε έχουν αυξηθεί σε υψηλότερα από τα προ-Covid-19 επίπεδα, καθώς η στασιμότητα της ανάπτυξης, το αυξανόμενο κόστος δανεισμού και οι υψηλές τιμές της ενέργειας επιβάρυναν περισσότερες εταιρείες.
Oι τράπεζες της ευρωζώνης απολαμβάνουν αύξηση των κερδών, καθώς οι χαμηλές αθετήσεις και τα υψηλά επιτόκια αύξησαν τα περιθώρια δανεισμού. Αυτό τις έχει βάλει σε τροχιά επιστροφής περισσότερων από 120 δισ. ευρώ στους μετόχους το 2024, πάνω από 50% σε σχέση με πέρυσι, σημειώνουν οι FT. Ωστόσο, η επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) ανησυχεί για εφησυχασμό, επειδή οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι τράπεζες για τη μέτρηση του κινδύνου είναι «οπισθοδρομικές».
«Τα περισσότερα από τα μοντέλα κινδύνου που χρησιμοποιούν οι τράπεζες δεν μας δίνουν ένα πραγματικό σενάριο για το πώς θα εξελιχθούν οι κίνδυνοι στο μέλλον, επειδή βασίζονται στο παρελθόν», δήλωσε υποσχόμενη να είναι «πολύ προσεκτική» σε αυτό το θέμα, και ζητώντας από τους δανειστές να χρησιμοποιούν πιο συγκεκριμένα σενάρια για να χαρτογραφήσουν το πώς μπορεί οι κίνδυνοι αυτοί να υλοποιηθούν στο μέλλον.
«Αυτό που ακούμε επίσης μερικές φορές από τη βιομηχανία, είναι ότι είμαστε υπερβολικά αυστηροί», είπε, προσθέτοντας ότι η ΕΚΤ είχε υπολογίσει το πώς οι αμερικανικοί κανόνες θα επηρέαζαν τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες.
«Αν μη τι άλλο, δεν βρίσκουμε στοιχεία ότι οι κανόνες μας είναι αυστηρότεροι για τις μεγάλες τράπεζες. Αλλά είμαι αρκετά χαρούμενη για την αυστηρότερη προσέγγισή μας, δεδομένων των όσων συνέβησαν πρόσφατα σε αρκετές μεσαίου μεγέθους αμερικανικές τράπεζες».
Οι διαμαρτυρίες των τραπεζών για την πράσινη μετάβαση
Οι τράπεζες διαμαρτύρονται επίσης για την πρόσφατη απειλή της ΕΚΤ να επιβάλει πρόστιμα σε όσες δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες της για την αντιμετώπιση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής, λέγοντας ότι οι εταιρείες δεν τους παρέχουν τις πληροφορίες που χρειάζονται.
Ωστόσο, όπως δήλωσε η Μπουχ, είναι «ρεαλιστικό για τις τράπεζες να ανταποκριθούν σε αυτές τις απαιτήσεις, όμως ακόμη και σε αυτόν τον τομέα, βλέπουμε ελλείψεις. Οι τράπεζες δεν λαμβάνουν τις πληροφορίες που θα έπρεπε να λαμβάνουν προκειμένου να αξιολογήσουν αυτούς τους κινδύνους».
Η απειλή των ημερήσιων προστίμων, αν και δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί, είναι «ένα γενικό εργαλείο κλιμάκωσης που θα χρησιμοποιούσαμε και για άλλα θέματα», προειδοποίησε.
Η ΕΚΤ βρίσκεται στη μέση μιας άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για να αξιολογήσει τις άμυνες των τραπεζών έναντι επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, οι οποίες, όπως είπε η Buch, έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.
Τέλος, όσον αφορά τη Ρωσία, η ομάδα της Μπουχ συνεχίζει να ασκεί πιέσεις στις ευρωπαϊκές τράπεζες που δραστηριοποιούνται στη χώρα να αποχωρήσουν. Η Μπουχ δήλωσε ότι οι τράπεζες της ευρωζώνης έχουν μειώσει τις ρωσικές δραστηριότητές τους κατά το ήμισυ τα τελευταία δύο χρόνια και σε όσες εξακολουθούν να υπάρχουν, στις οποίες περιλαμβάνονται η ιταλική UniCredit και η αυστριακή Raiffeisen, έχουν δοθεί «σαφείς προσδοκίες σχετικά με το πώς αναμένουμε τη μείωση των δραστηριοτήτων και τις στρατηγικές εξόδου».