THEPOWERGAME
Στα μέσα του έτους περιμένουν οι αγορές να ξεκινήσει η αποκλιμάκωση των επιτοκίων, εγκαινιάζοντας την επιστροφή έπειτα από δύο χρόνια σε ένα περιβάλλον ευνοϊκότερου κόστους χρηματοδότησης. Παρά κάποιες πρόωρα αισιόδοξες προσδοκίες, που ήθελαν τις μειώσεις να ξεκινούν πολύ νωρίτερα, κάπου στο τέλος του πρώτου τριμήνου φέτος, η ΕΚΤ δεν άφησε κανένα παρόμοιο ενδεχόμενο ανοιχτό στους «βιαστικούς» χρηματοοικονομικούς αναλυτές.
Με τα σημερινά δεδομένα και προ της ανακοίνωσης σημαντικών στοιχείων, που θα δώσουν ξεκάθαρες απαντήσεις προσεχώς για το πού κινείται η οικονομία της Ευρωζώνης, ο τόνος για τη μείωση των επιτοκίων δεν θα δοθεί πριν από τον Ιούνιο -εκτίμηση που υιοθετεί και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας και που πιστοποιήθηκε με πρόσφατη παρέμβασή του τόσο στο Σεμινάριο Υψηλού Επιπέδου στο EUROFI 2024 όσο και λίγες ημέρες μετά σε δηλώσεις του στο Bloomberg.
Με το βλέμμα, λοιπόν, στραμμένο στο πρώτο εξάμηνο του έτους, οι κεντρικοί τραπεζίτες οριοθετούν την απαρχή ενός νέου γύρου αποκλιμάκωσης των επιτοκίων, με βασικό κοινό μέλημα την επίτευξη του στόχου για πληθωρισμό 2%, προκειμένου να διασφαλιστεί η σταθερότητα των τιμών. Αν και τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στατιστικά είναι ενθαρρυντικά, με τον πληθωρισμό να κινείται σε επίπεδα χαμηλότερα του 3%, η αβεβαιότητα είναι διάχυτη, αφού ο σκληρός πυρήνας του πληθωρισμού αναμένεται να παραμείνει υψηλότερος από το 2% τους αμέσως επόμενους μήνες.
Υπό το πρίσμα αυτό και με τον φόβο ενός απευκταίου σεναρίου (μείωσης επιτοκίων αρχικά και στη συνέχεια υπό την επήρεια ενός έκτακτου γεγονότος πισωγυρίσματος σε αύξηση), η ΕΚΤ κρατάει ακόμη σκληρή στάση, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης μετά το β’ τρίμηνο και υπό προϋποθέσεις. Οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν διαφορετικές απόψεις για τον χρόνο, όπως και για το εύρος της μείωσης των ευρωεπιτοκίων, και αυτό φάνηκε πρόσφατα, με τον πρόεδρο της Bundesbank, Γιοακίμ Νάγκελ, που θεωρεί ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να αντισταθεί στον πειρασμό της μείωσης επιτοκίων, καθώς ο πληθωρισμός είναι επίμονα υψηλός. Για τον ίδιο, «όσο κι αν ακούγεται δελεαστικό, είναι πολύ νωρίς για μείωση επιτοκίων», ειδικά πριν ανακοινωθούν τα οικονομικά στοιχεία για το β’ τρίμηνο.
Ακόμα και ο Νάγκελ, όμως, δεν βλέπει απίθανο η αποκλιμάκωση επιτοκίων να έχει αφετηρία τον Ιούνιο, οπότε θα συνεδριάσει το ΔΣ της ΕΚΤ, αφού εν τω μεταξύ θα έχει προηγηθεί η εικόνα για τη διευθέτηση των μισθών το 2024 (Μάιος). Σε κάθε περίπτωση, το β’ τρίμηνο θα είναι καθοριστικό, για να δουν οι τραπεζίτες πώς εξελίσσονται οι πιέσεις στις τιμές και, όπως επισημαίνουν, θα είναι η πρώτη φορά τον Ιούνιο που θα υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία.
Από πλευράς τους οι επενδυτές «μάζεψαν» τις υπερβολικές προσδοκίες που έτρεφαν από το τέλος του 2023 για μείωση επιτοκίων κατά 150 μονάδες βάσης εντός του έτους και περιόρισαν τις εκτιμήσεις τους χαμηλότερα από 90 b.p.
Σε γενικές γραμμές, εκτός ακραίου σεναρίου, το 2024 θα ξεκινήσουν οι μειώσεις επιτοκίων, με την πρώτη απόφαση να λαμβάνεται ακριβώς δύο χρόνια μετά το πρώτο σήμα ανόδου (Ιούλιος 2022). Ο ρυθμός μείωσης επιτοκίων θα είναι προφανώς σταδιακός και συγκρατημένος, περίπου κατά 0,25% τη φορά. Με την προϋπόθεση ότι ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς το 2%, οι μειώσεις θα συνεχισθούν το φθινόπωρο, κλειδώνοντας για το 2024 μια συνολική μείωση της τάξεως του 2% έως το τέλος του έτους, βάσει των σημερινών εκτιμήσεων.
Αυτήν την εικόνα αντανακλά και το μήνυμα του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, όπως το διατύπωσε από το EUROFI στη Γάνδη, μιλώντας στο Bloomberg. «Τα πρόσφατα στοιχεία υποδηλώνουν ότι θα φτάσουμε τον στόχο του πληθωρισμού στο 2% το φθινόπωρο φέτος… αλλά δεν θα έχουμε αρκετές πληροφορίες για να αποφασίσουμε μειώσεις επιτοκίων πριν από το τέλος του β’ τριμήνου -άρα τον Ιούνιο». Ο ίδιος κατέστησε σαφές ότι δεν θα αναλάβουν τον κίνδυνο να μειώσουν επιτόκια, αν δεν είναι απόλυτα σίγουροι ότι είναι σε καλό δρόμο για να πετύχουν τον στόχο του πληθωρισμού.