THEPOWERGAME
Χωρίς βιασύνη θα αποφασιστεί η πρώτη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ μέσα στους επόμενους μήνες. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν οι αναλυτές, επισημαίνοντας ότι ο κίνδυνος αναζωπύρωσης του πληθωρισμού είναι μεγαλύτερος από την πιθανότητα υποχώρησης των τιμών. Το επικρατέστερο σενάριο είναι αυτό της διατήρησης των επιτοκίων στα υφιστάμενα επίπεδα, τόσο στη συνεδρίαση της Πέμπτης 25 Ιανουαρίου όσο και στις συνεδριάσεις του Μαρτίου και του Απριλίου.
Τον περασμένο Δεκέμβριο η ΕΚΤ ουσιαστικά κήρυξε το τέλος του κύκλου αύξησης των επιτοκίων που είχε ξεκινήσει τον Ιούλιο του 2022. Οι χρηματαγορές έλαβαν το μήνυμα της ΕΚΤ και την αδυναμία της οικονομίας της Ευρωζώνης ως ξεκάθαρες ενδείξεις άμεσων επιτοκιακών μειώσεων.
Εντούτοις, ακόμα κι αν η πραγματική ανάπτυξη συνεχίζει να αποδεικνύεται σε κάθε τρίμηνο ασθενέστερη από τις προβλέψεις της ΕΚΤ, τα πιο αυστηρά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, τα λεγόμενα γεράκια, πιστεύουν ότι δεν υπάρχει λόγος για άμεσες μειώσεις επιτοκίων, ιδιαίτερα όσο ο πληθωρισμός δεν επιστρέφει στο 2%. Και πιστεύουν ότι πρέπει να συνεχίζει να ισχύει η ίδια πολιτική όσο η Ευρωζώνη παραμένει σε οικονομική στασιμότητα και δεν πέφτει σε βαθιά ύφεση και όσο η ΕΚΤ συνεχίσει να προβλέπει επιστροφή σε ρυθμούς ανάπτυξης στα επόμενα τρίμηνα.
Ομόφωνα τα στελέχη της ΕΚΤ εκτιμούν ότι η αποστολή της καταπολέμησης του πληθωρισμού και της επιστροφής του στον στόχο του 2% δεν έχει ακόμη έρθει εις πέρας. Στους επόμενους μήνες οι εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού θα εξαρτηθούν από δύο αντίθετες τάσεις, σημειώνει η ING. Η μία τάση θα είναι της επιβράδυνσης του πληθωρισμού ή ακόμα και αποπληθωρισμού, ως αποτέλεσμα της ασθενέστερης ζήτησης. Από την άλλη, θα υπάρξουν νέες πληθωριστικές πιέσεις, εξαιτίας της λιγότερο ευνοϊκής βάσης σύγκρισης με πέρυσι και ως αποτέλεσμα της έντασης στη Διώρυγα του Σουέζ, αλλά και των κρατικών παρεμβάσεων σε ορισμένες χώρες και ιδιαίτερα στη Γερμανία.
Σε ένα τόσο εύθραυστο περιβάλλον, όπου ο κίνδυνος ανόδου του πληθωρισμού είναι μεγαλύτερος από την πιθανότητα επιβράδυνσης, οποιαδήποτε μείωση των επιτοκίων δεν έχει λογική, τουλάχιστον στο μυαλό των περισσότερων στελεχών της ΕΚΤ. Σύμφωνα με την ING, κανένας κεντρικός τραπεζίτης δεν θέλει να γίνει ο «νέος Άρθουρ Μπερνς». Ο Μπερνς ήταν ο διοικητής της Fed που τη δεκαετία του 1970 θεωρείται ότι προχώρησε πρόωρα σε επιτοκιακές μειώσεις, προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για τη δεύτερη πληθωριστική κρίση.
Είναι ένας λόγος για τον οποίο η ΕΚΤ θα είναι πάρα πολύ επιφυλακτική στη μείωση των επιτοκίων, πριν ο πληθωρισμός πλησιάσει στο 2%. Στο παρελθόν οι κεντρικοί τραπεζίτες επένδυσαν πολλά επικοινωνιακά στο να γίνουν πιο προβλέψιμοι και κατανοητοί. Υπό τις σημερινές συνθήκες, ωστόσο, το ερώτημα είναι κατά πόσο η ΕΚΤ θα έπρεπε να νοιάζεται για τις τρέχουσες προσδοκίες των αγορών. Η ING επισημαίνει, επίσης, ότι οι χρηματοδοτικές συνθήκες έχουν βελτιωθεί από τις αρχές Δεκέμβριου, κάνοντας ουσιαστικά τη δουλειά που θα έκαναν οι μειώσεις των επιτοκίων. Υποστηρίζουν την ανάπτυξη, αλλά παράλληλα αυξάνουν τους πληθωριστικούς κινδύνους. Άρα, όσο πιο επιθετικά προεξοφλούν οι αγορές τις μελλοντικές μειώσεις επιτοκίων τόσο λιγότερο θα χρειάζεται να μειωθούν τα επιτόκια.
Ένας άλλος κίνδυνος είναι η ΕΚΤ να περιγράψει λεπτομερώς αύριο το σχέδιό της για τα επιτόκια και τελικά να πέσει έξω, γιατί είναι υψηλός ο βαθμός αβεβαιότητας γύρω από τις εξελίξεις σε ανάπτυξη και πληθωρισμό. Επομένως, το πιο πιθανό είναι αύριο η Κριστίν Λαγκάρντ να τονίσει ότι οι αποφάσεις των επόμενων μηνών θα εξαρτηθούν από τα διαθέσιμα στοιχεία κάθε μήνα. Είναι πιθανό επίσης να αναφερθεί στις προϋποθέσεις που θα οδηγήσουν στη μείωση των επιτοκίων, χωρίς όμως να δεσμευτεί για οτιδήποτε.