THEPOWERGAME
Εφαλτήριο για ακόμη υψηλότερα επιτεύγματα και όχι μόνο επιστέγασμα για ότι έχει ήδη συμβεί, θα πρέπει να αποτελεί η επενδυτική βαθμίδα για την ελληνική οικονομία. Το μήνυμα αυτό αναμένεται να στείλει ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, καταθέτοντας σήμερα Τετάρτη στη Βουλή την ενδιάμεση έκθεση νομισματικής πολιτικής. Οι εκτιμήσεις του για τα ευρωπαϊκά επιτόκια.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ο διοικητής θα επισημάνει ότι η επενδυτική βαθμίδα είναι η ευκαιρία να ανέβουμε ως χώρα ακόμη ψηλότερα. Όπως αναφέρει σε στενούς του συνεργάτες, να μην τη βλέπουμε ως το τέλος μιας προσπάθειας αλλά την αρχή μιας νέας για να φτάσουμε σε κορυφαίες αξιολογήσεις.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν οι εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για τις προοπτικές των ευρωπαϊκών επιτοκίων. Η θέση της κεντρικής τράπεζας όπως αντανακλάται στο πλαίσιο της ενδιάμεσης έκθεσης για τη νομισματική πολιτική οριοθετεί την αρχή της αποκλιμάκωσης εντός του 2024, στα μέσα της χρονιάς. Προσωπική εκτίμηση του διοικητή είναι ότι τα επιτόκια θα αρχίσουν να μειώνονται περίπου στο μέσον του 2024 εφόσον βεβαίως ο πληθωρισμός θα είναι κάτω από 3% και θα ακολουθεί τάση σύγκλισης προς τον στόχο του 2% -στόχο στον οποίο εμμένει η Κριστίν Λαγκάρντ.
Όσο για την ελληνική οικονομία, θα συνεχίσει να τρέχει με ρυθμούς υψηλότερους του μέσου όρου της ευρωζώνης, αν και με αναθεωρημένες προς τα κάτω προβλέψεις. Η μετά την πανδημία ισχυρή ανάκαμψη δίνει τη θέση της σε ρυθμό επιβράδυνσης και σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται σε 2,4% για τη φετινή χρήση και σε 2,5% για το 2024. Υπενθυμίζεται ότι οι εαρινές προβλέψεις μιλούσαν για ρυθμό μεγέθυνσης της εγχώριας οικονομίας 2,2% για φέτος και 3% για το 2024, αλλά τα νέα δεδομένα είχαν ως αποτέλεσμα την καθοδική αναθεώρηση. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η Ελλάδα τρέχει με υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με την ευρωζώνη, με σημαντική τη συμβολή του τουρισμού.
Οι εκτιμήσεις αυτές σε συνδυασμό με την πρόβλεψη για χαμηλότερο πληθωρισμό το 2024, δημιουργούν την πεποίθηση ότι ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα συνεχίσει να μειώνεται δραστικά και να προσεγγίσει το στόχο για 144,7% το 2025, από 200% που ήταν το επίπεδο κορύφωσης.
Εκτενής αναφορά στο πλαίσιο της ενδιάμεσης έκθεσης θα γίνει για τις προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες, στο κομμάτι της εξυγίανσης, της διαχείρισης κινδύνου, των επιτοκίων, της ρευστότητας και της κεφαλαιακής επάρκειας. Στο ίδιο κλίμα με την οικονομία της χώρας που υπεραποδίδει συγκριτικά με άλλα κράτη-μέλη, οι ελληνικές τράπεζες αποτελούν παράδειγμα απόδοσης και κερδοφορίας, μέσα στην τρέχουσα συγκυρία.
Η εικόνα αυτή επικαιροποιήθηκε χθες στα αποτελέσματα του SREP- της επισκόπησης και διαδικασίας αξιολόγησης του εποπτικού βραχίονα της ΕΚΤ που ήρθε σε συνέχεια των stress tests του καλοκαιριού. Μέσα από τα φετινά SREP που επικεντρώνονται στην κάλυψη επιπλέον κεφαλαιακών στόχων (pillar 2) οι ελληνικές τράπεζες συμπεριλαμβάνονται στις ευρωπαϊκές τράπεζες με τις ισχυρές επιδόσεις και προοπτικές που όμως, σαν γενική σύσταση, θα πρέπει να συνεχίσουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό και να εστιάσουν στη διαχείριση κινδύνων.
Ανεξαρτήτως του πλαφόν που θέτει το SREP σκοράροντας τις pilar 2 κεφαλαιακές απαιτήσεις οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν από τους υψηλότερους κεφαλαιακούς δείκτες CET I στην ευρωζώνη.