THEPOWERGAME
Οι τράπεζες στην Ευρώπη συνεχίζουν τη δυναμική τους πορεία, πετυχαίνοντας να ενισχύουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της ΕΚΤ. Όπως ανακοίνωσε την Τρίτη (19/12) ο Εποπτικός Βραχίονας της ΕΚΤ, στο πλαίσιο της δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων της εποπτικής του επισκόπησης και της Διαδικασίας Αξιολόγησης (SREP) για το 2023, όπως επίσης και των εποπτικών της προτεραιοτήτων για τα έτη 2024-2026, οι ευρωπαϊκές τράπεζες διαθέτουν ισχυρή κεφαλαιακή βάση και ρευστότητα, με αυξημένη κερδοφορία.
Προκειμένου, όμως, να «θωρακιστούν» ακόμα περισσότερο σε άμεσες μακροοικονομικές και γεωπολιτικές κρίσεις, η ΕΚΤ προχωρά σε επαναπροσδιορισμό των εποπτικών της προτεραιοτήτων για τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Διευκρινίζεται ότι η συγκεκριμένη διαδικασία αξιολόγησης -γνωστή με το ακρωνύμιο SREP- αποτελεί την ετήσια άσκηση κατά την οποία οι εποπτικές αρχές εξετάζουν τους κινδύνους των τραπεζών και παράγουν κεφαλαιακές απαιτήσεις, καθορίζοντας στη συνέχεια μεμονωμένα για κάθε τράπεζα ξεχωριστά το ποσοστό του ελάχιστου κεφαλαίου (CΕΤ1) που θα πρέπει να διαθέτει.
Οι προκλήσεις του 2024 για τις τράπεζες στην Ευρώπη
Προς αυτήν την κατεύθυνση η ΕΚΤ καλεί τις τράπεζες να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις στα πλαίσια ενεργητικού και παθητικού και πιστώσεων, καθώς και στη διαχείριση πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου. Οι τράπεζες πρέπει επίσης να επιταχύνουν την αποτελεσματική αποκατάσταση στις ελλείψεις που έχουν διαπιστωθεί στην εσωτερική διακυβέρνηση και τη διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα και το περιβάλλον. Επιπλέον, πρέπει να σημειώσουν περαιτέρω πρόοδο στον ψηφιακό μετασχηματισμό και στην οικοδόμησή ισχυρών πλαίσιων επιχειρησιακής ανθεκτικότητας.
Μια από τις ενέργειες που θα γίνουν άμεσα είναι να αυξηθεί ο ελάχιστος δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας από το 10,7% στο 11,1% εξαιτίας των επιπτώσεων των πολιτικών micro prudential (μικρο-προληπτική).
Πώς λειτουργεί το SREP για τις ευρωπαϊκές τράπεζες
Η διαδικασία SREP αξιολογεί τέσσερις κύριες «περιοχές» στις ευρωπαϊκές τράπεζες, με έμφαση στον σωστό τρόπο λειτουργίας τους και στην αποτελεσματική αντιμετώπιση κινδύνων. Αναλυτικά:
- Βιωσιμότητα και βιωσιμότητα των επιχειρηματικών μοντέλων,
- επάρκεια εσωτερικής διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνων,
- κίνδυνοι για το κεφάλαιο και
- κίνδυνοι για τη ρευστότητα και τη χρηματοδότηση.
Κάθε τομέας λαμβάνει βαθμολογία που κυμαίνεται από 1 έως 4 (με το 1 να είναι το καλύτερο και 4 το χειρότερο). Στη συνέχεια, αυτές οι βαθμολογίες συνδυάζονται για να παραχθεί μια συνολική βαθμολογία (η οποία επίσης κυμαίνεται από 1 έως 4) για κάθε μία από τις συστημικές τράπεζες στην Ευρώπη.
Το αυστηρό πλαίσιο εποπτείας της ΕΚΤ στις ευρωπαϊκές τράπεζες
Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ ενέτεινε τις προσπάθειες για να διασφαλίσει ότι οι τράπεζες έλαβαν τα απαιτούμενα μέτρα που τους επιβλήθηκαν προκειμένου να αντιμετωπίσουν τυχόν αδυναμίες που προέκυψαν από την άσκηση. Η ΕΚΤ ζήτησε ποιοτικά μέτρα, τα οποία αποτελούν βασικό συστατικό της εργαλειοθήκης εποπτείας της, κυρίως για την αντιμετώπιση ελλείψεων που σχετίζονται με την εσωτερική διακυβέρνηση, τη διαχείριση πιστωτικού κινδύνου και το κεφάλαιο σχεδίαση.
Οι τράπεζες πρέπει να συνεχίσουν να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στην εσωτερική διακυβέρνηση, καθώς τρεις στις τέσσερις έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση των ελλείψεων σε αυτόν τον τομέα. Επίσης υπήρξε σημαντική αύξηση στον αριθμό των μέτρων που επέβαλε η ΕΚΤ για την αντιμετώπιση του κινδύνου ρευστότητας και του κινδύνου επιτοκίου στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο, που προκαλούνται από την μεταβαλλόμενο μακροοικονομικό τοπίο.
Υπενθυμίζεται ότι οι ελληνικές συστημικές τράπεζες διαθέτουν υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, έχοντας πετύχει να μειώσουν σημαντικά το ύψος των «κόκκινων δανείων», σύμφωνα με τα αποτελέσματα των stress tests που διενεργεί η ΕΚΤ.