THEPOWERGAME
Κάποτε η κερδοφορία ήταν σχεδόν το μόνο μέλημα των τραπεζών. Οι μουρμούρες και οι αντιδράσεις των μετόχων περιορίζονταν στο ποσό του μερίσματος, που ήταν ένα κατά μέσο όρο ένα ολόκληρο ευρώ, πριν έρθει και εγκατασταθεί για τα καλά «ο πόλεμος της γενιάς μας» όπως ονομάστηκε, η δεκαετής οικονομική κρίση που οδήγησε στη βαθιά ύφεση, μας πήγε μια ανάσα πριν την έξοδο από τη ζώνη του ευρώ και ξύπνησε στους παλαιότερους μνήμες Κατοχής και στους νεότερους ένα μόνιμο αίσθημα ανασφάλειας….
Και ήρθαμε στο σήμερα. Όχι ανώδυνα, αλλά ήρθαμε. Και μιλάμε για επιστροφή σε ανάπτυξη, έχοντας ήδη χαρεί που η ύφεση για το 2020 ήταν τελικά κάτω των αρχικών προβλέψεων. Η πανδημία έκλεισε ήδη ένα χρόνο ζωής, αλλά τα μέτρα στήριξης και το Ταμείο Ανάκαμψης δικαιολογούν τα χαμόγελα και την αισιοδοξία.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι ελληνικές τράπεζες – «η βαριά βιομηχανία» της Ελλάδος λόγω της συμμετοχής του κλάδου στο Χρηματιστηριακό δείκτη – δίνουν τη δική τους μάχη, σε πολλά, δύσκολα και ανοιχτά μέτωπα.
Το στοίχημα για μονοψήφια ποσοστά κόκκινων δανείων για κάποιες ήδη από φέτος, υπηρετείται μέσα σε μία συγκυρία, ευνοϊκή μεν για το πώς βλέπουν οι ξένοι επενδυτές τις τράπεζες και για το πώς κρίνουν οι διεθνείς αγορές την ελληνική οικονομία, αλλά με τα βαρίδια του παρελθόντος.
Έτσι, ενώ από τη μια μεριά είναι οι μέτοχοι, που θέλουν κερδοφορία και μερίσματα, παράλληλα με μια φρέσκια νέα αγορά που διψάει για δάνεια και ένα αποταμιευτικό κοινό που αναζητεί εναλλακτικές για υψηλότερες αποδόσεις, υπάρχουν μια σειρά συνισταμένες που πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν, για να διατηρηθεί η ισορροπία του συστήματος και να επιτευχθούν οι στόχοι.
Πρώτον και κύριο, η συνέχιση της αποτελεσματικής εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων. Η συνέχιση των τιτλοποιήσεων, παράλληλα με νέες πωλήσεις χαρτοφυλακίων και με αλλεπάλληλες ρυθμίσεις, στο πλαίσιο και του νόμου για τη Δεύτερη Ευκαιρία. Οι διαγραφές προκύπτουν μόνο στο πλαίσιο των τιτλοποιήσεων και δεν αποτελούν πλέον κυρίαρχη τάση, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε τα χρόνια της κρίσης.
Δεύτερον και εξίσου σημαντικό, η αντιμετώπιση του θέματος της αναβαλλόμενης φορολογίας που με επίταση έθιξε και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας στην πρόσφατη ετήσια γενική συνέλευση, όπου παρουσιάστηκε η έκθεση για το 2020 και τις προοπτικές του 2021. Μπορεί να έχουν στη διάθεσή τους 20 χρόνια για να το ισοσταθμίσουν, αλλά η παραμονή στο καθεστώς αυτό δημιουργεί με τη σειρά του άλλα προβλήματα, όπως το γεγονός ότι επηρεάζει την ποιότητα των εποπτικών τους κεφαλαίων.
Τρίτον, η έννοια μην τυχόν και προκύψουν ζημιές από τις τιτλοποιήσεις που αν δεν αντιμετωπισθούν με κάποιον τρόπο (είτε από περίσσευμα κερδών είτε από hivedown) θα υποχρεώσουν τις τράπεζες να εκδώσουν μετοχές υπέρ του Δημοσίου, ξυπνώντας εφιάλτες για κρατικοποιήσεις.
Τέταρτον, οι κινήσεις στις οποίες πρέπει να προβούν για να πολλαπλασιάσουν και να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια, με πρωτοβουλίες όπως εκδόσεις ομολόγων Tier Ι, ή και αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Σε κάθε περίπτωση, το βασικό είναι να μπουν οι ελληνικές τράπεζες και να παραμείνουν στο στόχαστρο των ξένων οίκων αξιολόγησης και των ξένων θεσμικών.
«Να είναι ξαναεπενδύσιμες», όπως του αρέσει συχνά να λέει ο υφυπουργός Οικονομίας, κ. Γιώργος Ζαββός, ο οποίος με τη συμβολή του με τον Ηρακλή Ι και τώρα πια με τον Ηρακλή ΙΙ, θέτει στη διάθεση των τραπεζών ένα πολύ σημαντικό, αξιόπιστο και αποτελεσματικό εργαλείο μείωσης των κόκκινων δανείων.
Όλα αυτά, παρά τις δυσκολίες και τους περιορισμούς και το τεράστιο έργο που πρέπει να γίνει, δημιουργούν τις προϋποθέσεις, ώστε η επόμενη μέρα στις τράπεζες να είναι ηλιόλουστη!