THEPOWERGAME
«Σύννεφα» συγκεντρώνονται πάνω από την τραπεζική αγορά, μετά το απόλυτο και αδιαπραγμάτευτο μήνυμα που άφησε ως αποτύπωμα στα ευρωπαϊκά επιτόκια η πολιτική Λαγκάρντ, σύμφωνα με τα πεπραγμένα της τελευταίας συνεδρίασης της ΕΚΤ.
Μια αύξηση μικρή, μόλις 0,25%, αλλά που αρχίζει και εντείνει τις πιέσεις που υφίστανται οι οικονομίες της Ευρωζώνης, τόσο μέσα από τις επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα, όσο και στο μέτωπο της εξυγίανσης από τα «κόκκινα» δάνεια. Και ένα μήνυμα ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν υψηλά και το 2024. «Όσο κι αν τα “περιστέρια” φωνάζουν, δύσκολα θα ακουστούν», σχολίαζε στο powergame.gr ανώτατη τραπεζική πηγή, κρίνοντας τα σχόλια της ΕΚΤ για την άμυνα του πληθωρισμού και τις εκτιμήσεις ότι η επιθυμητή απαρχή μείωσης των ευρωπαϊκών επιτοκίων μάλλον θα καθυστερήσει.
Η Ελλάδα, που για μια σειρά λόγων δεν ακολουθεί τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στην ύφεση και την υποτονικότητα, διατηρώντας έναν θετικό και σαφώς υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης, είναι σίγουρα σε καλύτερη θέση, με αντίστοιχα προστατευμένες και ισχυρές τις τράπεζες, οι οποίες, μάλιστα, επωφελήθηκαν σημαντικά από την αύξηση των επιτοκίων, έως τον βαθμό που αυτή επηρέασε ανοδικά τα έσοδα από τόκους και το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο. Μια εικόνα ισχυρή, που θα αποτυπωθεί και στα αποτελέσματα εννεάμηνου, αλλά που πλέον κοντεύει να γυρίσει… μπούμερανγκ (επηρεάζοντας τόσο την πιστωτική επέκταση, όσο και την πορεία εξυγίανσης των «κόκκινων» δανείων, αν και ακόμη δεν έχουν υπάρξει ανησυχητικές ενδείξεις).
Είναι σαφές, όπως υπογραμμίζουν τραπεζικά στελέχη, ότι η συνέχιση μιας πολιτικής υψηλών επιτοκίων έχει αρχίσει και ζορίζει την ήδη πιεσμένη ζήτηση και ταυτόχρονα την όρεξη για ανοίγματα (επιχειρηματικά ή ιδιωτικά, όπως τη λήψη ενός στεγαστικού δανείου), αναστέλλοντας «ευσεβείς» πόθους για νέα δάνεια.
Η πίεση μεταφέρεται σε εταιρικά ομόλογα και εκδόσεις MREL
Μια ηχηρή επίπτωση στις αναστολές σχεδίων αφορά και το μεγάλων κυβικών κομμάτι της οικονομίας, τις μεγάλες επιχειρήσεις και τις ίδιες τις τράπεζες. Το υψηλό κόστος χρήματος αποτελεί τροχοπέδη για άντληση κεφαλαίων από τις διεθνείς χρηματαγορές και αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στις αναβολές του χρονοδιαγράμματος για εκδόσεις -ακόμη και προγραμματισμένες- εταιρικών και άλλων ομολόγων (είτε κοινοπρακτικών, μετατρέψιμων ή μη, είτε «πράσινων»).
Την ίδια στιγμή που οι αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων είναι ιδιαίτερα ελκυστικές για τους επενδυτές και μέσω αυτών των τίτλων το corporate εξασφαλίζει άνετα πληθώρα κεφαλαίων, το υψηλό κόστος χρηματοδότησης αφήνει αυτό το «εργαλείο» στο συρτάρι.
Ίδια λογική και περίμετρος επηρεάζει και τον σχεδιασμό για εκδόσεις MREL, στις οποίες προχωρούν οι τράπεζες τόσο για να πετύχουν τους στόχους που τους έχουν τεθεί, όσο και για να βελτιώσουν τα επίπεδα ρευστότητας και κεφαλαίων. Παρά την άνοδο επιτοκίων, έγιναν φέτος κινήσεις και μάλιστα την άνοιξη, σε ένα παράθυρο ευκαιρίας, αντλήθηκαν με σημαντική υπερκάλυψη πολλά νέα κεφάλαια. Η συνέχιση της πολιτικής υψηλών επιτοκίων δημιουργεί αναπόφευκτα δεύτερες σκέψεις σε όσους τραπεζικούς ομίλους προγραμμάτιζαν να βγουν στις αγορές.
Σε scanning κάθε είδους δάνειο
Τα σύννεφα τα οποία μαζεύονται στον ορίζοντα της τραπεζικής αγοράς εκτείνονται σε όλες τις κατηγορίες δανείων. Ακόμη και στα στεγαστικά, παρά το γεγονός ότι δύο μέτρα που έλαβαν οι τράπεζες προληπτικά δεν άφησαν την ευρεία πελατεία των δανειοληπτών στέγης να υποστούν το σύνολο του κόστους της ανόδου.
«Φανταστείτε τι θα είχε συμβεί αν ο μέσος δανειολήπτης είχε επιβαρυνθεί σήμερα με 4,5 %», σημείωνε με νόημα επικεφαλής retail ελληνικής τράπεζας. Όσο κι αν, όμως, το πέπλο προστασίας είναι σε ισχύ, αυτή δεν είναι απεριόριστη, προσθέτουν στελέχη της αγοράς, θυμίζοντας το πεπερασμένο της διάρκειας των μέτρων…
Σε γενικές γραμμές, δεν ανησυχούν οι τραπεζίτες. Ούτε τα νέα «κόκκινα» δάνεια συνηγορούν προς αυτό, ούτε η «ανατροπή» στους στόχους πιστωτικής επέκτασης είναι αρνητική. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επαγρυπνούν και δεν προβληματίζονται.
Το θέμα της σκληρής στάσης της ΕΚΤ στα επιτόκια προκαλεί νέο κύκλο συζητήσεων και το σκανάρισμα στα δάνεια είναι καθημερινή υπόθεση και απαιτεί επεξεργασία βαθιάς ανάλυσης. Η στενή παρακολούθηση των δανειακών χαρτοφυλακίων είναι το επιπλέον μέτρο των τραπεζών, πέραν του φραγμού στην πορεία του euribor ή της επιδότησης του ημίσεος της δόσης (αμφότερα για στεγαστικά, αμφότερα για συνεπείς πελάτες), ώστε να μην αυξηθούν οι καθυστερήσεις πέραν των 90 ημερών. «Γιατί το παιχνίδι κρίνεται τελικά από το πρώτο τρίμηνο της εξυπηρέτησης», όπως καταλήγουν έμπειρα στελέχη από τον χώρο διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων.