THEPOWERGAME
Υψηλή παραμένει η ψαλίδα των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων στην εγχώρια αγορά, αντανακλώντας ένα χρόνιο πρόβλημα, που απασχολεί κυρίως τα νοικοκυριά και σε δεύτερο βαθμό τις επιχειρήσεις.
Δανειζόμαστε με 3,83% κατά μέσο όρο στα νέα στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο (το ποσοστό αυτό είναι 4,39% για τα υπόλοιπα που ήδη «τρέχουν) και καταθέτουμε με 0,02% στους απλούς λογαριασμούς και έως 1,31% στις καταθέσεις προθεσμίας ενός έτους (στην περίπτωση επιχειρήσεων η απόδοση για έναν χρόνο κλειστής κατάθεσης είναι στο 2,10%).
Την ίδια στιγμή, ο μέσος όρος της Ευρωζώνης σημειώνει καλύτερες αποδόσεις, με το μέσο επιτόκιο νέων στεγαστικών να είναι στο 3,58% (παρά την κατά 0,10 % αύξηση στα κυμαινόμενα λόγω ανοδικού περιβάλλοντος) και στις καταθέσεις να είναι στο 0,29% για απλή κατάθεση μιας ημέρας ή στο 2,44% στην προθεσμιακή ενός έτους.
Το ελληνικό πρόβλημα συνίσταται στην ψαλίδα, που απέχει μια ανάσα από τις 6 ποσοστιαίες μονάδες. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τον Μάιο, η ψαλίδα ή αλλιώς το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ του μέσου σταθμικού επιτοκίου καταθέσεων και του αντίστοιχου των δανείων έφτασε αισίως στο 5,95%.
Το ποσοστό αυτό μάλιστα είναι το αποτέλεσμα διάφορων κινήσεων που ξεκίνησαν από τον Ιούνιο πέρυσι, όταν αναγκαστικά όλες οι διεθνείς αγορές πέρασαν λόγω πληθωρισμού σε μια φάση αύξησης των επιτοκίων τους. Πέραν της αυτόματης αύξησης των επιτοκίων στα δάνεια, οι τράπεζες προχώρησαν σε ανοδικές κινήσεις στα επιτόκια καταθέσεων, προφανώς όχι στο μέτρο που θα περιόριζε την ψαλίδα και θα ικανοποιούσε το αποταμιευτικό κοινό.
Σήμερα η αύξηση των εσόδων από τόκους αποτελεί σημαντική πηγή ενίσχυσης της οργανικής κερδοφορίας του τραπεζικού τομέα και το αποτύπωμα της ευρύτερης ανόδου των επιτοκίων στα καταθετικά προϊόντα γίνεται με πολύ βραδείς και μικρούς ρυθμούς.
Ως δέλεαρ, οι τράπεζες αντιπροτείνουν πέραν των προθεσμιακών καταθέσεων -οι οποίες βέβαια δεν είναι και τόσο ελκυστικές όσο θα ήθελε το κοινό, ώστε να στρέψει περισσότερα κεφάλαια προς αυτήν την κατηγορία– διάφορα νέου τύπου καταθετικά προϊόντα, που συνδυάζουν bonus, δώρα και άλλα πλεονεκτήματα ή προγράμματα με ετήσιο μέρισμα, για όσους δεν θέλουν το ρίσκο ενός αμοιβαίου κεφαλαίου.
Όσο και αν τα επιτόκια δεν είναι σήμερα πια διοικητικά καθοριζόμενα, οι πιέσεις στις τράπεζες για μια παραπάνω επιβράβευση στους καταθέτες δεν θα πάψουν να υπάρχουν, όσο κι αν το οικονομικό επιτελείο γνωρίζει πώς λειτουργούν οι αγορές.
Σε συνεννόηση με τους τραπεζίτες, το θέμα των επιτοκίων δεν θα λείψει από την ατζέντα των προσεχών ημερών. Ωστόσο, στο κομμάτι των δανείων έχει ληφθεί η σχετική μέριμνα ώστε να μη γίνει επαχθές το κόστος ενός δανείου. Κυρίως προς τις επιχειρήσεις, έχουν συμπιεσθεί τα περιθώρια κέρδους, με αποτέλεσμα το τελικό επιτόκιο για τα νέα δάνεια να παραμείνει στο επίπεδο του 5,99% για συγκεκριμένη διάρκεια και 6,42% χωρίς συγκεκριμένη διάρκεια (ενώ για τους επαγγελματίες ακόμη και με συγκεκριμένη διάρκεια είναι 7,61%) .
Αυτό αποδεικνύει εμπράκτως πόσο σημαντική ευκαιρία αποτελεί το Ταμείο Ανάκαμψης, μέσω του οποίου όσοι έχουν τις προϋποθέσεις να ενταχθούν απολαμβάνουν ένα ευνοϊκό χαμηλότοκο δάνειο. Και αυτό με τη σειρά του, όπως υποστηρίζουν τραπεζικοί κύκλοι, κινητοποιεί γενικότερα τις τραπεζικές πιστώσεις, ώστε παρά τη μειωμένη λόγω κόστους ζήτηση, η καθαρή πιστωτική επέκταση να βγαίνει θετική.