THEPOWERGAME
Μια πρώτη εκτίμηση των συνεπειών του πολέμου και των απόνερων που δημιουργήθηκαν εξαιτίας του στην πορεία εξυπηρέτησης του ιδιωτικού χρέους έχουν ήδη από την αρχή του 2023 η Τράπεζα της Ελλάδος και η ΕΚΤ, μέσω του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM).
Σε γενικές γραμμές, το ποσοστό των δανειοληπτών που δυσκολεύονται να παραμείνουν συνεπείς στην αποπληρωμή των δανείων τους (αλλά εξακολουθούν να παραμένουν συνεπείς) ανέρχεται σε 10% μάξιμουμ. Ποσοστό που κυμαίνεται ανά τράπεζα και ανά κατηγορία δανείων, αλλά που θεωρείται διαχειρίσιμο. Κάτι που επιβεβαιώνουν στο πλαίσιο συνέντευξής τους στην «Καθημερινή» τόσο ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, όσο και ο επικεφαλής του SSM, Αντρέα Ενρία.
Στις εκτιμήσεις αυτές συμφωνούν οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, που είχαν ήδη προεξοφλήσει στις τελευταίες τους συναντήσεις με τους ξένους θεσμικούς ότι το ποσοστό των δανείων που δείχνουν να αντιμετωπίζουν πρόβλημα από την αύξηση των επιτοκίων, ως συνέπεια του μέτρου για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, θα είναι μικρό και ελεγχόμενο.
Τα πιο… ευάλωτα δάνεια
Πιο πιεσμένα είναι τα στεγαστικά δάνεια νοικοκυριών και ΜμΕ, καθώς και τα επιχειρηματικά των τελευταίων, σε αντίθεση με τα μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια, που «απολαμβάνουν» το χαμηλό επιτόκιο των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης. Επίσης, προβληματισμός παρατηρείται για τα ρυθμισμένα δάνεια, μια ευάλωτη κατηγορία από μόνη της, εξ ου και τα δάνεια αυτά είναι υπό στενή καθημερινή παρακολούθηση.
Οι Έλληνες τραπεζίτες έχουν διαμηνύσει ότι «δεν ανησυχούν για ένα νέο κύμα “κόκκινων” δανείων», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η συγκεκριμένη εκτίμηση θα ισχύει εσαεί, ανεξαρτήτως λήξης του πολέμου. Όλα είναι σε απόλυτη συνάρτηση με την πορεία των εξελίξεων στο πολεμικό μέτωπο και σε ό,τι αυτό επηρεάζει -το κόστος χρήματος, ενέργειας, εφοδιαστικής αλυσίδας, πρώτων υλών κ.λπ.
Θεωρητικά, αργότερα εντός του έτους θα υπάρξει μια καλύτερη προσέγγιση για τα δάνεια που «κοκκινίζουν» ή καλύτερα για την κατηγορία unable to pay, αυτά που έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες αθέτησης της υποχρέωσης πληρωμής (άρα θα καταστούν «κόκκινα»), λόγω αύξησης του κόστους από την άνοδο των επιτοκίων.
Υπενθυμίζεται ότι στο πλαίσιο των νέων κανόνων της Βασιλείας ΙΙ, τα δάνεια που είναι σε καθυστέρηση πάνω από 90 μέρες κατατάσσονται στα Μη Εξυπηρετούμενα και έτσι οφείλουν να τα αναγνωρίσουν οι τράπεζες, παίρνοντας προβλέψεις για υψηλότερο ρίσκο.
Το 7% των NPEs θέλει να χαμηλώσει κι άλλο η Ελλάδα
Έχοντας ήδη μειώσει σε μονοψήφιο ποσοστό (περίπου 7%) τον δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (NPEs) από το τέλος του 2022, οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν προσηλωμένες στον στόχο για περαιτέρω μείωση των «κόκκινων» δανείων, ώστε να καλύψουν το κενό που τις χωρίζει με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, προσεγγίζοντας το μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο του 2,5%.
Όπως έγραψε το powergame.gr, με βάση τα επίσημα στοιχεία γ’ τριμήνου της ΕΚΤ, η Ελλάδα, ανάλογα με το αν συμπεριλαμβάνονται τα διαθέσιμα ταμειακά υπόλοιπα, κατέχει την πρώτη ή τη δεύτερη θέση, μετά την Κύπρο, με ποσοστό 7,05%, όταν η Εσθονία είναι στο… 0,85%.
Από «κόσκινο» κάθε δάνειο
Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες, συστημικές και μη, εντείνουν το monitoring των δανειακών τους χαρτοφυλακίων. «Περνάμε από κόσκινο το κάθε δάνειο», επισημαίνουν τραπεζικοί παράγοντες, που ακολουθούν τις συστάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για αυξημένη επαγρύπνηση, υιοθετώντας τη λογική μιας προληπτικής παρακολούθησης.
Ειδικά για τις τράπεζες της χώρας, αυτό είναι ένα από τα πιο σημαντικά στοιχήματα για τη νέα χρονιά, όταν θα επιδιώξουν ακόμη χαμηλότερα ποσοστά NPEs (οι δύο από τους 4 συστημικούς ομίλους είναι ήδη κάτω από το 6%), αλλά ταυτόχρονα θα είναι σε επιφυλακή, προσπαθώντας να οσμιστούν τις πρώτες δυσκολίες από πλευράς δανειολήπτη, πριν το δάνειο «κοκκινίσει».
Με αυτό το σκεπτικό, άλλωστε, συμφωνήθηκε η πρόταση στήριξης ευάλωτων νοικοκυριών και μικρομεσαίων που έχουν στεγαστικό δάνειο και δυσκολεύονται από την αύξηση των επιτοκίων.