THEPOWERGAME
Στο 6ο Συνέδριο Προσομοίωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από την Get Involved μίλησε η Υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος, Χριστίνα Παπακωνσταντίνου και επικεντρώθηκε στον πληθωρισμό.
Η ομιλία της Χριστίνας Παπακωνσταντίνου
Είναι χαρά μου που βρίσκομαι σήμερα εδώ, στο έκτο Συνέδριο Προσομοίωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ήθελα να ευχαριστήσω την ομάδα φοιτητών “Get Involved” για τη διοργάνωση του συνεδρίου, καθώς και όλους τους συμμετέχοντες για το ενδιαφέρον σας.
Θα ήθελα ιδιαιτέρως να ευχαριστήσω και να καλωσορίσω τον Boris Vujčić, Διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Κροατίας, ο οποίος είναι μαζί μας σήμερα, λίγες μόλις ημέρες πριν από ένα σημαντικό ορόσημο για την Κροατία: την είσοδό της στη ζώνη του ευρώ από 1ης Ιανουαρίου 2023. Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό ο επίτευγμα, καθώς η χώρα πραγματοποίησε τη μετάβαση από μια κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία σε μια οικονομία της αγοράς, επιτυγχάνοντας μια σημαντική νομισματική μεταρρύθμιση και έναν αξιοσημείωτο βαθμό διατηρήσιμης οικονομικής σύγκλισης.
Για το επίτευγμα αυτό αξίζουν συγχαρητήρια στους πολίτες της Κροατίας, όπως και σε σένα, Boris. Ο Boris υπηρετεί στην κεντρική τράπεζα της Κροατίας εδώ και 25 χρόνια, δέκα εκ των οποίων ως Διοικητής. Επί επτά χρόνια ήταν ο αναπληρωτής επικεφαλής των ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την Κροατία, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας η οποία ολοκληρώθηκε επιτυχώς το 2013 όταν η χώρα έγινε το 28ο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έκτοτε έχει συμβάλει στη διαμόρφωση της στρατηγικής της Κροατίας για την προσχώρηση στη ζώνη του ευρώ. Το 2018 ο Boris έλαβε δύο σημαντικές διακρίσεις: ανακηρύχθηκε κεντρικός τραπεζίτης της χρονιάς για την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη από την εφημερίδα Global Markets και καλύτερος κεντρικός τραπεζίτης στην Ευρώπη και τον κόσμο από το περιοδικό The Banker.
Boris, με μεγάλη μου χαρά σε καλωσορίζω στο Ευρωσύστημα. Διανύουμε την τρίτη δεκαετία από τη δημιουργία του ευρώ, το οποίο είναι σήμερα ένα σημαντικό παγκόσμιο νόμισμα, μετά το αμερικανικό δολάριο, και χρησιμοποιείται από πάνω από 340 εκατομμύρια Ευρωπαίους. Επιτρέψτε μου, ωστόσο, να σταθώ για λίγο στην ιστορία του.
Κατά την πρώτη δεκαετία της νομισματικής μας ένωσης, οι οικονομικές συνθήκες ήταν ευνοϊκές, επιτρέποντας στην ευρωζώνη να επιτύχει ισχυρή ανάπτυξη και σχετικά σταθερό πληθωρισμό, σύμφωνα με το στόχο του Ευρωσυστήματος για σταθερότητα των τιμών. Στη συνέχεια όμως, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η κρίση χρέους που ακολούθησε επιβάρυναν τις οικονομίες όλων των χωρών. Η νομισματική πολιτική ήρθε αντιμέτωπη με σοβαρές προκλήσεις, καθώς στην ευρωζώνη επήλθε ύφεση και επίμονα χαμηλός πληθωρισμός. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αντέδρασε με την υιοθέτηση πολιτικής αρνητικών επιτοκίων και την εφαρμογή μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής. Αυτά τα καινοτόμα εργαλεία στήριξαν την ανάκαμψη της οικονομίας και συνετέλεσαν σε σημαντική εξομάλυνση του πληθωρισμού. Ταυτόχρονα, οι μεταρρυθμίσεις στο θεσμικό και εποπτικό πλαίσιο του χρηματοπιστωτικού τομέα και στην οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ ενίσχυσαν την αρχιτεκτονική της οικονομικής και νομισματικής μας ένωσης και την ανθεκτικότητά της.
Πιο κοντά στο σήμερα, η πρόσφατη επέτειος των 20 χρόνων από τη μετάβαση στο ευρώ σχεδόν συνέπεσε χρονικά με το καταστροφικό ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης, στη διάρκεια της οποίας η ΕΚΤ εφάρμοσε περαιτέρω μέτρα νομισματικής πολιτικής για να αποτρέψει το ενδεχόμενο οικονομικής στασιμότητας. Και καθώς η ευρωζώνη ανέκαμπτε από την πανδημία, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πυροδότησε ένα κύμα υψηλών ρυθμών πληθωρισμού, λειτουργώντας ανασταλτικά στην οικονομική ανάπτυξη.
Στη συνέχεια της παρέμβασής μου, θα αναφερθώ, πρώτον, στις πρόσφατες τάσεις και τους παράγοντες που συνέβαλαν στην αύξηση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη, δεύτερον, στην απόκριση της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος και, τρίτον, σε ορισμένους καίριους προβληματισμούς για την άσκηση πολιτικής κατά την προσεχή περίοδο.
Πληθωρισμός – αίτια και τάσεις
Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ διαγράφει ανοδική πορεία από τα τέλη του 2020. Από αρνητικό επίπεδο -0,3% το Δεκέμβριο του 2020 κατέγραψε ραγδαία αύξηση και κορυφώθηκε σε 10,6% τον Οκτώβριο του 2022, προτού υποχωρήσει σε 10% το Νοέμβριο. Στην αύξηση αυτή συνέβαλαν κυρίως οι τιμές της ενέργειας. Ταυτόχρονα, ο πυρήνας του πληθωρισμού, όπως μετρείται από τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή χωρίς την ενέργεια και τα μη επεξεργασμένα είδη διατροφής, αυξήθηκε σημαντικά από 0,4% το Δεκέμβριο του 2020 σε 6,6% το Νοέμβριο του 2022.
Η ισχυρή άνοδος του πληθωρισμού αποδίδεται στην εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, καθώς και σε σημαντικά προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες που προκλήθηκαν από τα διαδοχικά κύματα της πανδημίας και τα οποία συνέβαλαν σε αύξηση των τιμών και άλλων βασικών εμπορευμάτων, δηλαδή των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται ως εισροές για την παραγωγή άλλων αγαθών και υπηρεσιών. Ο πόλεμος στην Ουκρανία είχε σημαντικές επιπτώσεις στο διεθνές εμπόριο και την ενέργεια, οι οποίες επέτειναν τα προβλήματα εφοδιασμού και προκάλεσαν περαιτέρω αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου, της ηλεκτρικής ενέργειας και των βασικών εμπορευμάτων.
Η άνοδος των τιμών των καυσίμων έπληξε πολύ σφοδρότερα τη ζώνη του ευρώ από ό,τι άλλες μεγάλες οικονομίες (όπως οι ΗΠΑ) οι οποίες έχουν χαμηλότερο βαθμό εξάρτησης από εισαγόμενη ενέργεια. Οι τιμές των καταναλωτικών αγαθών έχουν επίσης αυξηθεί, καθώς το υψηλό κόστος πρώτων υλών έχει καταστήσει ακριβότερη την παραγωγή τους.
Επιπλέον, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων για την ανάσχεση της πανδημίας, ενισχύθηκε η ανάκαμψη της ζήτησης και, ως αποτέλεσμα, διευρύνθηκαν και ισχυροποιήθηκαν οι ανοδικές πιέσεις στις τιμές.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο συνδυασμός αυτών των εξελίξεων γεννά σημαντικές αβεβαιότητες όσον αφορά την πρόγνωση που κάνουμε για το μέγιστο επίπεδο και τη διάρκεια του πληθωρισμού. Βραχυπρόθεσμα, ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της ΕΚΤ, ο πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί σε επίπεδα άνω του 8% κατά μέσο όρο φέτος, προτού υποχωρήσει τα επόμενα χρόνια καθώς θα μετριάζονται οι παράγοντες που τον τροφοδοτούν. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Ευρωσυστήματος, ο πληθωρισμός θα προσεγγίσει τα επιθυμητά επίπεδα προς το τέλος του χρονικού ορίζοντα που ενδιαφέρει τη νομισματική πολιτική.
Η πορεία αυτή του πληθωρισμού αντικατοπτρίζεται και στις πληθωριστικές προσδοκίες, οι οποίες εμφανίζονται σταθεροποιημένες σε επίπεδα λίγο άνω του 2%. Οι σταθεροποιημένες πληθωριστικές προσδοκίες συμβάλλουν στη συγκράτηση τυχόν δευτερογενών επιδράσεων, έτσι ώστε να μην καταστεί μονιμότερος ο υψηλός πληθωρισμός. Στην περίπτωση που οι προσδοκίες αποσταθεροποιηθούν και υπεισέλθουν στις μισθολογικές διαπραγματεύσεις, είναι δυνατόν να πυροδοτηθεί μια διαδικασία ανατροφοδότησης μεταξύ μισθών και τιμών, που με τη σειρά της θα οδηγήσει σε προοδευτικά υψηλότερο πληθωρισμό, καθιστώντας αναγκαία την περαιτέρω αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής.
Η απόκριση της νομισματικής πολιτικής για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών
Σε αυτό το πλαίσιο αυξανόμενων τιμών και σημαντικών κινδύνων για τις προοπτικές του πληθωρισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έλαβε μέτρα για την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής. Για το σχεδιασμό της απόκρισής του, ένα βασικό ερώτημα που έπρεπε να απαντηθεί ήταν ποιοι είναι οι παράγοντες που συμβάλλουν στον πολύ υψηλό πληθωρισμό που παρατηρείται σήμερα. Η άνοδος του πληθωρισμού προέρχεται από την πλευρά της ζήτησης ή από την πλευρά της προσφοράς; Η απαιτούμενη απάντηση της νομισματικής πολιτικής διαφέρει ανάλογα με τον παράγοντα που προξενεί το πληθωριστικό σοκ.
Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη προέρχεται κυρίως από την πλευρά της προσφοράς. Στην περίπτωση αυτή, τυχόν αδικαιολόγητη αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής μπορεί να ενισχύσει τις αρνητικές επιδράσεις που ασκούν στο προϊόν οι διαταραχές της προσφοράς. Συνεπώς, η βασική πρόκληση για τη νομισματική πολιτική είναι να μειώσει τον πληθωρισμό, περιορίζοντας ταυτόχρονα όσο το δυνατόν περισσότερο τις επιπτώσεις στο επίπεδο του προϊόντος.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους προβληματισμούς, η κατάλληλη απόκριση της νομισματικής πολιτικής είναι να προχωρήσει σταδιακά αλλά αποφασιστικά, χαρακτηριζόμενη από ευχέρεια επιλογών και ευελιξία. Από αυτή την άποψη, η προσέγγιση της σταδιακής ομαλοποίησης που ακολουθεί το Ευρωσύστημα κρίνεται επιτυχημένη, καθώς έχει διαμορφωθεί με γνώμονα τη σταθεροποίηση των πληθωριστικών προσδοκιών και την ομαλή μετάδοση στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Πριν από ένα χρόνο ακριβώς, το Διοικητικό Συμβούλιο ξεκίνησε τη μεταστροφή της νομισματικής πολιτικής από διευκολυντική κατεύθυνση σε σταδιακά πιο περιοριστική και έκτοτε έχει λάβει μια σειρά αποφάσεων.
Το πρώτο βήμα στη διαδικασία ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής ήταν η ανακοίνωση της σταδιακής μείωσης των καθαρών αγορών τίτλων από το πρώτο τρίμηνο του 2022 και εξής. Οι καθαρές αγορές τίτλων υπό το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς τίτλων λόγω της πανδημίας (Pandemic Emergency Purchase Programme – PEPP) τερματίστηκαν στο τέλος Μαρτίου του 2022. Από τον Ιούλιο τερματίστηκαν επίσης οι καθαρές αγορές τίτλων υπό το πρόγραμμα αγοράς τίτλων (Asset Purchase Programme – APP). Οι επανεπενδύσεις τίτλων στο πλαίσιο του PEPP θα διαρκέσουν τουλάχιστον έως το τέλος του 2024. Οι επανεπενδύσεις τίτλων στο πλαίσιο του APP θα συνεχίσουν να υλοποιούνται στο ακέραιο για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για τη διατήρηση της ενδεδειγμένης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, ξεκίνησε η σταδιακή απόσυρση των προσωρινών μέτρων διεύρυνσης των αποδεκτών εξασφαλίσεων και έγινε αναπροσαρμογή των όρων της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO-III) που είχαν υιοθετηθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Το δεύτερο σημαντικό βήμα στη διαδικασία ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής ήταν οι αυξήσεις των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ. Με μια ιστορικής σημασίας απόφαση τον Ιούλιο του 2022, η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης, τερματίζοντας μια οκταετία αρνητικών επιτοκίων. Έκτοτε, τα επιτόκια έχουν αυξηθεί δύο ακόμη φορές, σημειώνοντας σωρευτική αύξηση κατά 150 μονάδες βάσης, προκειμένου να μειωθεί έγκαιρα ο πληθωρισμός σε επίπεδα συμβατά με το στόχο της νομισματικής πολιτικής για πληθωρισμό 2% μεσοπρόθεσμα, να διασφαλιστεί ότι οι πληθωριστικές προσδοκίες παραμένουν σταθεροποιημένες και να αποτραπούν τυχόν δευτερογενείς επιδράσεις.
Δεδομένης της ακραίας αβεβαιότητας που επικρατεί, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε το καλοκαίρι να εγκαταλείψει την παροχή καθοδηγητικών ενδείξεων σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, υιοθετώντας μια προσέγγιση κατά την οποία οι αποφάσεις για τα επιτόκια πολιτικής θα λαμβάνονται με ορίζοντα την επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Υπό αυτό το πρίσμα, η πορεία των επιτοκίων νομισματικής πολιτικής θα διαμορφώνεται με βάση τα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία για την εξέλιξη των προοπτικών του πληθωρισμού και της οικονομίας.
Θα ήθελα σε αυτό το σημείο να αναφερθώ σε ορισμένες πολύ σημαντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου που αξιοποιούν τα διδάγματα που αποκομίσαμε από τις αλλεπάλληλες κρίσεις: οι κίνδυνοι κατακερματισμού του χρηματοπιστωτικού συστήματος μπορεί να υπονομεύσουν την ομαλή μετάδοση της μεταβολής της νομισματικής πολιτικής προς πιο περιοριστική κατεύθυνση σε όλες τις οικονομίες της ζώνης του ευρώ και συνεπώς θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Ως κατακερματισμό εννοούμε επεισόδια χειροτέρευσης των χρηματοπιστωτικών συνθηκών σε ορισμένες οικονομίες της ζώνης του ευρώ που δεν συνάδουν με τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι εν λόγω χώρες αντιμετωπίζουν υψηλότερα επιτόκια από ό,τι οι υπόλοιπες οικονομίες της ζώνης του ευρώ, με αποτέλεσμα η νομισματική πολιτική να μη μεταδίδεται ομοιόμορφα σε όλη τη ζώνη.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και προκειμένου να διασφαλίσει την ομαλή μετάδοση της επιδιωκόμενης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής, το Διοικητικό Συμβούλιο ανακοίνωσε τον περασμένο Δεκέμβριο ότι οι επανεπενδύσεις τίτλων στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP μπορούν ανά πάσα στιγμή να προσαρμοστούν με ευελιξία ως προς το χρόνο, τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού και τις χώρες. Αυτή η απόφαση έχει σημαντικές επιδράσεις και για τη χώρα μας, καθώς μέσω του PEPP μπορούν να αγοράζονται και ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, επιπλέον της αξίας των ομολόγων που επανεπενδύεται στη λήξη τους, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην ελληνική οικονομία ενόσω αυτή ανακάμπτει από την πανδημία. Δεδομένου ότι τα ελληνικά ομόλογα δεν πληρούν το κριτήριο της επενδυτικής βαθμίδας και ως εκ τούτου δεν συμμετέχουν στο APP, το πρωτεύον πρόγραμμα αγοράς τίτλων του Ευρωσυστήματος, η απόφαση αυτή ήταν κρίσιμης σημασίας διότι κατέδειξε τη δέσμευση της ΕΚΤ να συνεχίσει να στηρίζει την ελληνική οικονομία και να διασφαλίζει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες ανεξαιρέτως τις οικονομίες της ζώνης του ευρώ.
Επιπρόσθετα, τον περασμένο Ιούλιο θεσπίστηκε το Μέσο Προστασίας της Μετάδοσης (Transmission Protection Instrument ‒ ΤΡΙ) με στόχο να υποστηριχθεί η αποτελεσματική μετάδοση της νομισματικής πολιτικής. Με το TPI το Ευρωσύστημα έχει τη δυνατότητα να αποκτά στις δευτερογενείς αγορές τίτλους που εκδίδονται από χώρες οι οποίες αντιμετωπίζουν χειροτέρευση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών τους μη οφειλόμενη στα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη τους. Το TPI είναι ένα ισχυρό εργαλείο που επιτρέπει στο Διοικητικό Συμβούλιο να διαφυλάσσει καλύτερα το μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και να εκπληρώνει πιο αποτελεσματικά τον πρωταρχικό σκοπό του για σταθερότητα των τιμών.
Προβληματισμοί για την άσκηση νομισματικής πολιτικής το επόμενο διάστημα
Θα ήθελα να παραθέσω κάποιους προβληματισμούς σχετικά με την άσκηση νομισματικής πολιτικής το επόμενο διάστημα.
Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ είναι πάρα πολύ υψηλός. Το Διοικητικό Συμβούλιο έχει δείξει έμπρακτα τη δέσμευσή του για αποκατάσταση της σταθερότητας των τιμών μέσα από την υιοθέτηση μια σειράς κατάλληλων μέτρων πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων τριών διαδοχικών τολμηρών αυξήσεων των βασικών επιτοκίων που συνεπάγονται εμπροσθοβαρή μεταστροφή της νομισματικής πολιτικής από εξαιρετικά διευκολυντική προς μια πιο περιοριστική κατεύθυνση ώστε να επιτευχθεί έγκαιρα ο στόχος της σταθερότητας των τιμών.
Κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη διαδικασία ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να συνεκτιμώνται διάφοροι παράγοντες.
Πρώτον, ο αυξημένος κίνδυνος η ζώνη του ευρώ να οδηγηθεί σε ύφεση.
Δεύτερον, οι καθυστερήσεις με τις οποίες οι ήδη ληφθείσες αποφάσεις μεταδίδονται στον πληθωρισμό και το προϊόν, καθώς θα χρειαστεί χρόνος έως ότου εκδηλωθούν πλήρως στην οικονομία οι επιδράσεις των μέτρων ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι η επίδραση των μέτρων που λαμβάνονται τώρα μπορεί να εκδηλωθεί όταν πλέον οι πληθωριστικές πιέσεις θα έχουν ενδεχομένως αρχίσει να υποχωρούν.
Τρίτον, το γεγονός ότι ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ προέρχεται κατά κύριο λόγο από διαταραχές στην πλευρά της προσφοράς.
Τέταρτον, το γεγονός ότι η παρούσα συγκυρία χαρακτηρίζεται από συγχρονισμένη αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής διεθνώς, οδηγώντας δυνητικά σε συνέργειες που ενισχύουν τους προαναφερθέντες παράγοντες μείωσης του πληθωρισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο, και για όσο διάστημα τα διαθέσιμα στοιχεία δεν υποδηλώνουν ότι οι αυξήσεις στον πληθωρισμό έχουν ενσωματωθεί στις πληθωριστικές προσδοκίες, καθώς και οι δευτερογενείς επιδράσεις παραμένουν συγκρατημένες, «η νομισματική πολιτική πρέπει να προσαρμόζεται αλλά όχι να αντιδρά υπερβολικά», όπως είπε ο Fabio Panetta, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ.
Ωστόσο, για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες που θέτει ο υπερβολικά υψηλός πληθωρισμός χρειάζεται να συμπράξουν και άλλοι φορείς πολιτικής. Η δημοσιονομική πολιτική έχει ένα πολύ σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει στην προστασία των πλέον ευάλωτων ομάδων από τον υψηλό πληθωρισμό, αλλά πρέπει να δράσει κατά τρόπο ώστε να μην προκαλέσει περαιτέρω αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων. Τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, εφόσον είναι στοχευμένα και προσωρινά, μπορούν να αμβλύνουν τις επιπτώσεις από την έξαρση του ενεργειακού κόστους, χωρίς να έχουν μονιμότερο δυσμενή αντίκτυπο στη συνολική ζήτηση.
Επίσης, η χειροτέρευση της μακροοικονομικής κατάστασης σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα για τον πληθωρισμό και τα επιτόκια εγκυμονεί κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η ΕΚΤ πρέπει να βρίσκεται σε ετοιμότητα να παρέμβει σε περίπτωση φαινομένων κατακερματισμού των χρηματοπιστωτικών αγορών της ζώνης του ευρώ, τα οποία θα υπονόμευαν την έγκαιρη επάνοδο του πληθωρισμού στο επιθυμητό επίπεδο. Τέτοια φαινόμενα μπορούν να οδηγήσουν σε επιδείνωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών πέρα από το βαθμό που απαιτείται για τη συγκράτηση του πληθωρισμού.
Ταυτόχρονα, σοβαρές επιπτώσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα μπορεί να έχει μια απότομη αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε έντονη αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων και στη διεύρυνση των διαφορών αποδόσεων (spreads) για τα ευάλωτα κράτη.
Τα παραπάνω περιγράφουν την περίπλοκη κατάσταση που αντιμετωπίζει το Διοικητικό Συμβούλιο. Για ακόμη μια φορά θα ήθελα να τονίσω πόσο μεγάλη σημασία έχει η άμεση ανάληψη δράσης για τον έλεγχο του πληθωρισμού. Παρ’ όλα αυτά, ο ρυθμός αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να προσδιοριστεί κατάλληλα ώστε να μην ενισχυθεί η οικονομική επιβράδυνση και μην απειληθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Αυτό είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα το οποίο χρήζει προσεκτικής προσέγγισης. Στην παρούσα συγκυρία, η νομισματική πολιτική θα πρέπει να εμπνέει σταθερότητα και εμπιστοσύνη ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει έγκαιρα στο στόχο του. Σε αυτήν την προσπάθεια είναι σημαντικό να προχωρήσουμε σταδιακά και με σύνεση. Όπως εύστοχα παρατήρησε ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ Mario Draghi, «σε ένα σκοτεινό δωμάτιο κινείσαι με πολύ μικρά βήματα. Δεν τρέχεις, αλλά πάντως κινείσαι».
Με αυτά τα λόγια θα ήθελα να κλείσω την ομιλία μου και να ευχηθώ οι εργασίες του συνεδρίου να είναι παραγωγικές και εποικοδομητικές. Σας ευχαριστώ.