THEPOWERGAME
Τέτοιες μέρες πέρυσι, όσοι προγραμμάτιζαν την εξόφληση της δόσης του στεγαστικού τους δανείου δεν θα στοιχημάτιζαν καθόλου στο ύψος της σημερινής τους δόσης. Έναν χρόνο μετά, με διαδοχικές αλλαγές στα επιτόκια του ευρώ από τον Ιούλιο και μετά, το επιτόκιο έχει ανέβει τουλάχιστον κατά μιάμιση φορά, επιβαρύνοντας τη δόση ανάλογα με το ποσό και τη διάρκεια του δανείου.
Αν επαληθευτούν οι προβλέψεις που θέλουν την ΕΚΤ να ανεβάζει συνολικά 3 ποσοστιαίες μονάδες τα επιτόκιά της έως τα μέσα του 2023 (αν όχι νωρίτερα), τότε το τελικό επιτόκιο θα έχει σίγουρα διπλασιασθεί. Από τον Δεκέμβριο το 2016 έως τον Ιούλιο πέρυσι, το κυμαινόμενο επιτόκιο ήταν σε μέσα επίπεδα κάτω του 2%.
Στα παλαιά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, αυτά που «τρέχουν» ήδη, που μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού κυμαίνονταν στο 2%-2,50% -κατά περίπτωση και χαμηλότερα, ανάλογα με τα spreads της κάθε τράπεζας-, τα επιτόκια σήμερα συνεχώς εκτινάσσονται, «φλερτάροντας» με το 4%, καθώς κυμαίνονται μεταξύ 3,50%-3,80%.
Σταθερό επιτόκιο για 10 ή 15 χρόνια επιλέγει η πλειονότητα
Με βασικό συντελεστή στη διαμόρφωση του κόστους των δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο το euribor τριμήνου (σήμερα 1,80%), ακόμα κι αν το περιθώριο κέρδους (spreads) είναι 2 μονάδες, το τελικό επιτόκιο ανεβαίνει στο 3,80% . Από το επίπεδο αυτό έπεται συνέχεια, καθώς η ανοδική πορεία των επιτοκίων σε ευρώ είναι δεδομένη, έστω κι αν ακολουθηθεί αλλαγή πολιτικής από την ΕΚΤ με πιο ήπιο ρυθμό (αν, δηλαδή, αντί του 0,75% οι νέες αυξήσεις σταματήσουν στο 0,50%).
Αναλόγως, το κόστος χρήματος οδηγεί τα νέα σταθερά επιτόκια σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα, με ένα μέσο όρο 3,80% για το σταθερό 10 ετών, 4,3% για 15 έτη και 4,40%-4,50% για 20 έτη, δημιουργώντας προβληματισμό στους νέους δανειολήπτες, που μέχρι πρόσφατα «ψήφιζαν» σταθερό χωρίς δεύτερη σκέψη.
Βέβαια, ακόμη παραμένει η επιλογή «σταθερό» σε σχέση με το κυμαινόμενο, παρά την υψηλότερη συγκριτικά τιμολόγηση. Όπως υπογράμμιζε γενικός διευθυντής μεγάλου συστημικού ομίλου στο powergame.gr, «παρά τις αυξήσεις των επιτοκίων στα νέα σταθερά, οι δανειολήπτες εξακολουθούν και προτιμούν να κλειδώσουν το δάνειό τους σε σταθερές δόσεις και μάλιστα για μεγάλες διάρκειες. Η συνηθέστερη επιλογή σήμερα είναι σταθερό για 10, 15 και 20 χρόνια».
Η επιβάρυνση των δόσεων ανάλογα με το ύψος των δανείων
Αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών είναι για ένα δάνειο 100.000 ευρώ, 15ετούς διάρκειας, η δόση από τα 640 ευρώ να έχει ανέβει από τον Ιούλιο στα 730 ευρώ, δηλαδή επιπλέον 90 ευρώ (λόγω της αύξησης των επιτοκίων σε ευρώ κατά 2%). Αν τα επιτόκια αυξηθούν άλλη μια ποσοστιαία μονάδα, στο επίπεδο του 3%, τότε η δόση φθάνει στα 790 ευρώ, δηλαδή 150 ευρώ ακριβότερα.
Για δάνειο ύψους 200.000 ευρώ η επιβάρυνση της δόσης θα φθάσει τα 300 ευρώ, μόλις τα επιτόκια του ευρώ ανεβούν σωρευτικά στο 3%, και μπορεί να μην αφορά την πλειονότητα των στεγαστικών στην Ελλάδα, αλλά σίγουρα έχει ένα μεγάλο αριθμό δανειοληπτών, οι οποίοι θα δουν να περιορίζεται το διαθέσιμο εισόδημά τους κατά ένα καθόλου ευκαταφρόνητο ποσό.
Κατά μέσο όρο, ένα στεγαστικό δάνειο στην εγχώρια αγορά είναι ύψους 80.000 ευρώ. Η δόση από 512 ευρώ αυξάνεται στα 584 ευρώ, με ένα πρόσθετο κόστος 72 ευρώ.
Υπό στενή παρακολούθηση τα στεγαστικά χαρτοφυλάκια
Οι τράπεζες, βλέποντας τις εξελίξεις αυτές, έχουν υπό στενή παρακολούθηση (monitoring) τα χαρτοφυλάκια της στεγαστικής πίστης, γνωρίζοντας ότι αυτή η κατηγορία, παράλληλα με τα δάνεια προς τις μικρές επιχειρήσεις, είναι η πιο ευάλωτη σε αρνητικές επιπτώσεις από τη συνέχιση της κρίσης που προκαλούν ο πληθωρισμός και το κόστος ενέργειας.
Τη στιγμή που υπάρχουν σενάρια για προγράμματα επιδότησης με κάποια μορφή προστασίας των πιο αδύναμων κρίκων, τα οποία δεν έχει καν αποσαφηνισθεί αν θα εφαρμοσθούν πότε και για ποιους, οι τράπεζες προσπαθούν να ελέγξουν κάθε αλλαγή συμπεριφοράς στην εξόφληση των δόσεων που μπορεί να αποτελεί προμήνυμα σοβαρών καθυστερήσεων.
Από την άλλη πλευρά, δεν φαίνεται να αναθεωρούν τους υψηλούς για φέτος στόχους εκταμίευσης νέων στεγαστικών δανείων. Έως το τέλος του έτους, η αγορά περιμένει να δει σε ποιο βαθμό θα υπάρξει ριζική αλλαγή ή όχι στις πολιτικές που ακολουθούνται.
Άλλωστε, ο πιο κρίσιμος μήνας θα είναι ο Νοέμβριος, ο πρώτος μήνας μετά την τελευταία αύξηση του 0,75% που σηματοδότησε τη σωρευτική αύξηση των 2 ποσοστιαίων μονάδων. Μια πρώτη εικόνα θα περιμένει η αγορά στις αρχές Δεκεμβρίου.