THEPOWERGAME
Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα και ίσως αυτή είναι η περίπτωση της Ελλάδος που μέσα στον ορυμαγδό αρνητικών εξελίξεων στην ευρωζώνη ακούει τα «εύσημα» των οίκων για τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών.
Η τελευταία έκθεση της JP Morgan, που δίνει θετική προοπτική και υψηλές τιμές – στόχους και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες αποτυπώνει το κλίμα αυτό και φέρνει στο προσκήνιο μία σειρά δεδομένων που πιστοποιούν την σχετική επιχειρηματολογία.
Κυρίαρχος παράγοντας μεταξύ άλλων δεν είναι άλλος από την πολύ πρόσφατη αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων, με το «νωπό» ακόμη σήμα της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, που αποφάσισε να υιοθετήσει – και πιθανότατα να διατηρήσει – μια επιθετικότερη νομισματική πολιτική.
Το ανοδικό επιτοκιακό περιβάλλον θα εισφέρει τα μέγιστα στα έσοδα των τραπεζών που για πάνω από μια δεκαετία είχαν ξεχάσει και… χάσει, μία βασική και παραδοσιακή πηγή της οργανικής τους κερδοφορίας: Τα έσοδα από τόκους είχαν βαλτώσει, για πολλές οικονομικές χρήσεις και αποτελούσαν ένα επιπλέον πρόβλημα διαχείρισης, πέραν από τα «θηριώδη» κόκκινα δάνεια.
Οι σημερινές συνθήκες ανοίγουν τον δρόμο για πολλαπλασιασμό εσόδων από τόκους, προς ιδιαίτερη χαρά επενδυτών και μετόχων που πίσω από την εξέλιξη αυτή βλέπουν επιστροφή κεφαλαίου. Η προοπτική μερίσματος δεν είναι μόνο ορατή, αλλά και εφικτή, αν δεν συμβεί και κάτι άλλο έκτακτο ή απρόσμενο στο διεθνές περιβάλλον, προσθετικά σε όσα μαύρα σενάρια ήδη υπάρχουν (πόλεμος στην Ευρώπη, ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός και συναφείς επιπτώσεις σε supply chain κ.α.).
Με την Ευρώπη να «φλερτάρει» με την ύφεση, με την ΕΚΤ να παλεύει μέχρι τέλους το τέρας του πληθωρισμού, οι ελληνικές τράπεζες -όχι παραδόξως- μπαίνουν στο μικροσκόπιο διεθνών αναλυτών και σοβαρών επενδυτών.
Οι λόγοι συνοπτικά είναι οι προφανείς:
- Έχουν πετύχει τον στόχο του μονοψήφιου ποσοστού στα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) μετά από μία συνολική και γενναία μείωση κόκκινων δανείων, μέσα από τιτλοποιήσεις που με τη σειρά τους είχαν τεράστιο κόστος.
- Παρά το κόστος αυτό, συντονισμένα και σταδιακά οι τράπεζες μπαίνουν σε σταθερή τροχιά κερδοφορίας, η οποία όπως προαναφέρθηκε θα ενισχυθεί από την ανοδική πορεία των εσόδων από τόκους και δευτερευόντως, από προμήθειες.
Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι ακόμη δεν έχουν αφομοιώσει στα προγράμματά τους το 0,75% της τελευταίας αύξησης του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ και ήδη οι αναλυτές μιλούν για επιπλέον αυξήσεις της τάξης αυτής ως το τέλος του έτους.
Προ ημερών, η Citi μίλησε για πρόβλεψη νέας αύξησης κατά 0,75% τον Οκτώβριο και άλλη μισή ποσοστιαία μονάδα τον Δεκέμβριο και με τη σειρά της η ING περιμένει μια αύξηση 0,75 της μονάδας τουλάχιστον. Άλλωστε, η Κριστίν Λαγκάρντ έδωσε τον τόνο: «Το τερματικό επιτόκιο είναι ακόμη μακριά», οπότε μέχρι να φθάσει στο 2% αναμένεται να «τρέχει» με μεγάλες (επιθετικές) ταχύτητες.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, πέραν της εξυγίανσης των ισολογισμών και της πολλά υποσχόμενης οργανικής κερδοφορίας από τόκους, οι ελληνικές τράπεζες αντανακλούν την ανάπτυξη της οικονομίας που μέχρι στιγμής δεν έχουν ανατρέψει τα γεωπολιτικά δεδομένα. Οι ξένοι οίκοι, όπως συγκεκριμένα JP Morgan προβλέπουν βελτίωση στην απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROTE) στο 9% κατά μέσο όρο ως το 2024 – ποσοστό, το οποίο ενσωματώνει ένα κόστος κινδύνου 1,5 φορές υψηλότερο από το τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον .
Οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίζουν να είναι ελκυστικές στην ευρύτερη περιοχή της Ευρώπης, παρά την επικείμενη αύξηση του κόστους κινδύνου στις 127 μονάδες βάσης σε 3 χρόνια, με βάση τα ακραία stress σενάρια . Αντίβαρο θα αποτελέσουν οι ισχυροί κεφαλαιακοί δείκτες CET1 που θα προσφέρουν buffer πάνω από 3,8% πάνω από τις ελάχιστες απαιτήσεις.
Άλλωστε οι αποτιμήσεις των μετοχών με P/NAV στο 0,40 x με βάση τις εκτιμήσεις του 2023 αντικατοπτρίζουν την πλήρη έκταση της βελτίωσης του δείκτη αποδοτικότητας κεφαλαίων (ROTE). Σύμφωνα με τον παραπάνω οίκο, οι προοπτικές είναι θετικές και η αξιολόγηση overweight και για τις 4 συστημικές τράπεζες. Εξ ου και αναβαθμίζει τις τιμές στόχους τους, προβλέποντας περιθώρια ανόδου από 34-100%.
Ειδικότερα, το μεγαλύτερο ποσοστό ανόδου το αποσπά για την JP Morgan η Τράπεζα Πειραιώς, καθώς η τιμή της μετοχής κοιτάζει σύμφωνα με τους αναλυτές τα 2,20 ευρώ, επίπεδο που σηματοδοτεί περιθώριο αύξησης… 100%.
Για την Alpha Bank, η νέα τιμή στόχος είναι το 1,40 ευρώ (με περιθώριο ανόδου 48%), για τη Eurobank η νέα τιμή στόχος είναι το 1,50 ευρώ (με περιθώριο 62%) και για την Εθνική Τράπεζα, η νέα τιμή φθάνει τα 4,50 ευρώ (με περιθώριο ανόδου 34%).