THEPOWERGAME
Είναι νωρίς να εκτιμηθεί η οικονομική επίδραση από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία εκτιμά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, που θεωρεί ότι το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική που θα ακολουθηθεί σε επίπεδο ευρωζώνης.
Μιλώντας μεταξύ άλλων και για τις επιπτώσεις αυτές στον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, στη μετά covid εποχή και για το πώς θα προσελκύσει η χώρα επενδύσεις, ο κ. Στουρνάρας, επεσήμανε τα εξής:
«Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα προκαλέσει ένα σημαντικό πλευρικό σοκ, που θα επηρεάσει αρνητικά την παραγωγή ενέργειας αυξάνοντας ιδιαίτερα τις τιμές, αλλά ακόμη είναι νωρίς να εκτιμηθεί αυτή η επίδραση. Αυτό θα εξαρτηθεί μεταξύ άλλων από τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική που θα ακολουθηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η οποία δεν έχει ακόμη καθορισθεί».
Στην εισαγωγική του τοποθέτηση, κατά τη διαδικτυακή εκδήλωση της Τράπεζας της Ελλάδος και της Ευρωπαϊκής Επενδυτικής Τράπεζας (ΕΙΒ) με θέμα «Επενδύσεις στην Ελλάδα post- covid-19», ο κ. Στουρνάρας, ανέφερε ότι οι προκλήσεις είναι σημαντικές αρκεί να υλοποιηθούν όλες οι μεταρρυθμίσεις και να ακολουθηθεί ένα σωστό μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής.
Όπως είπε αρχικά, η οικονομική δραστηριότητα εδώ και λίγο καιρό ανακάμπτει από την ύφεση που προκάλεσε το lockdown και τα άλλα μέτρα που ελήφθησαν λόγω πανδημίας το 2020. Όμως, όσο εντυπωσιακό είναι ότι η ελληνική οικονομία υπέστη τη δεύτερη μεγαλύτερη ύφεση στην ευρωζώνη, στο -9% το 2020, άλλο τόσο εντυπωσιακό είναι ο βηματισμός της προς την ανάκαμψη.
Η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα έχει ανακάμψει σημαντικά το 2021, με ρυθμό αύξησης κατά 8,8%, με την επέκταση του εμβολιαστικού προγράμματος και τη σταδιακή επιστροφή της κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην κανονικότητα.
Για το 2022 οι προβλέψεις μιλούσαν για ρυθμό ανάπτυξης στο 4,7% λίγο πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η εσωτερική ζήτηση θα οδηγήσει την ατμομηχανή της ανάπτυξης, κυρίως μέσω της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων. Θετικά θα συμβάλλει και το εξωτερικό περιβάλλον, αλλά σε μικρότερο βαθμό.
Τα μέτρα που έχει λάβει η ΕΚΤ, σε συνδυασμό με την εποπτική ευελιξία που παρέχει ο SSM οδήγησαν σε σημαντική βελτίωση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το διοικητή της, εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της δυνητικής παραγωγής σε 10 χρόνια από σήμερα θα είναι κοντά στο 2%. Αλλά τα επόμενα χρόνια η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμούς υψηλότερους για πάρα πολλούς λόγους.
Συμπερασματικά, οι προκλήσεις παραμένουν, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Με υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική και δέσμευση στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, η ελληνική οικονομία μπορεί να εξασφαλίσει μακροπρόθεσμη και διατηρήσιμη ανάπτυξη, κατέληξε ο κ. Γ. Στουρνάρας.