THEPOWERGAME
Η πανδημία προκάλεσε μια τρομακτική οικονομική ύφεση, αλλά τώρα μια παράξενη, αναζωογονητική άνθιση βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Η τιμή του πετρελαίου έχει εκτιναχθεί, ενώ τα εστιατόρια και οι μεταφορικές εταιρείες πρέπει να αγωνιστούν και να κάνουν τεμενάδες για να προσλάβουν προσωπικό.
Καθώς οι εισηγμένες επιχειρήσεις ανακοινώνουν ότι φέτος τα κέρδη τους θα φτάσουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα τα χρηματιστήρια παίρνουν την ανιούσα.
Ο δείκτης που δημιουργήθηκε από την JPMorgan Chase και την IHS Markit δείχνει ότι η παγκόσμια ανάπτυξη βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο της από τις ένδοξες ημέρες του 2006.
Οποιαδήποτε απόδραση από την Covid-19 αποτελεί ευκαιρία για εορτασμό. Εντούτοις, η τρέχουσα οικονομική ανάκαμψη αποτελεί παράλληλα πηγή ανησυχίας, επειδή κάτω από την επιφάνεια βρίσκονται τρία ρήγματα.
Συνδυαστικά, θα καθορίσουν ποιος θα ευημερήσει, και αν, η πιο ασυνήθιστη ανάκαμψη των τελευταίων γενεών, μπορεί να διατηρηθεί.
Η πρώτο ρήγμα είναι αυτό που διαχωρίζει τους εμβολιασμένους από τους μη. Μόνο οι χώρες που προοδεύουν με τους εμβολιασμούς θα μπορέσουν να δαμάσουν την covid-19.
Είναι η προϋπόθεση για να επαναλειτουργήσουν μόνιμα τα καταστήματα, τα μπαρ και τα γραφεία και για να νιώσουν οι πελάτες και οι εργαζόμενοι εμπιστοσύνη να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Ωστόσο, σε ολόκληρο τον κόσμο, μόνο ένας στους τέσσερις έχει κάνει την πρώτη δόση του εμβολίου, ενώ ένας στους οκτώ είναι πλήρως προστατευμένος. Ακόμα και στην Αμερική, ορισμένες πολιτείες με ελλιπή εμβολιασμό είναι ευάλωτες στη μολυσματική μετάλλαξη Δέλτα του ιού.
Το δεύτερο ρήγμα αφορά την προσφορά και τη ζήτηση. Οι ελλείψεις σε μικροτσίπ έχουν δημιουργήσει προβλήματα στην κατασκευή ηλεκτρονικών ειδών και αυτοκινήτων ακριβώς τη στιγμή που οι καταναλωτές θέλουν να αγοράσουν.
Το κόστος της μεταφοράς αγαθών από την Κίνα σε λιμάνια της δυτικής ακτής της Αμερικής έχει τετραπλασιαστεί σε σχέση με αυτό πριν από την πανδημία.
Ακόμη κι όταν ξεμπλοκάρουν αυτά τα σημεία συμφόρησης, οι νέες οικονομίες που θα ανοίξουν θα δημιουργήσουν καινούργιες ανισορροπίες.
Σε ορισμένες χώρες οι άνθρωποι φαίνεται να επιθυμούν περισσότερο να βγουν για ένα ποτό παρά να εργαστούν πίσω από τη μπάρα, προκαλώντας έτσι διαρθρωτική έλλειψη εργατικού δυναμικού στον τομέα των υπηρεσιών.
Οι τιμές των κατοικιών έχουν αυξηθεί, γεγονός που υποδηλώνει ότι σύντομα θα αρχίσουν να αυξάνονται και τα ενοίκια. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συντηρήσει τον πληθωρισμό και να ενισχύσει την αίσθηση ότι η στέγαση είναι απλησίαστη.
Το τελευταίο ρήγμα αφορά την απόσυρση των μέτρων τόνωσης. Κάποια στιγμή, οι κρατικές παρεμβάσεις που ξεκίνησαν πέρυσι πρέπει να αντιστραφούν.
Οι κεντρικές τράπεζες του πλούσιου κόσμου έχουν αγοράσει περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 10 τρισ. δολαρίων από τότε που ξεκίνησε η πανδημία και εξετάζουν με κάποια νευρικότητα το πώς θα απαλλαγούν χωρίς να προκαλέσουν αναταράξεις στις κεφαλαιαγορές, ακολουθώντας μια σφιχτή πολιτική.
Η Κίνα, της οποίας η οικονομία δεν συρρικνώθηκε το 2020, μας δίνει μια εικόνα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει: φέτος ακολούθησε μια σφιχτή πιστωτική πολιτική, επιβραδύνοντας την ανάπτυξή της.
Εν τω μεταξύ, τα προγράμματα έκτακτης κυβερνητικής βοήθειας, όπως η επιδότηση των εργαζομένων που βρίσκονται σε αναστολή απασχόλησης και το μορατόριουμ εξώσεων, αρχίζουν να λήγουν. Τα νοικοκυριά είναι απίθανο να λάβουν νέες ενισχύσεις το 2022.
Τα ελλείμματα θα συρρικνωθούν αντί να επεκταθούν, συμπαρασύροντας την ανάπτυξη.
Μέχρι στιγμής, οι οικονομίες έχουν σε μεγάλο βαθμό αποφύγει ένα κύμα επιζήμιων πτωχεύσεων, αλλά κανείς δεν ξέρει πόσο καλά θα τα καταφέρουν οι επιχειρήσεις όταν λήξουν τα δάνεια έκτακτης ανάγκης και οι εργαζόμενοι δεν θα μπορούν πλέον να μείνουν σε αναστολή με έξοδα των φορολογουμένων.
Κάποιος θα μπορούσε να σκεφτεί ότι ένα τόσο ακραίο γεγονός όπως μια πανδημία, σε συνδυασμό με την πρωτοφανή κυβερνητική ανταπόκριση, θα προκαλούσε τελικά μια εξίσου ακραία παγκόσμια οικονομική αντίδραση.
Οι απαισιόδοξοι ανησυχούν για μια επιστροφή σε πληθωρισμό τύπου 1970, ή για ένα χρηματοπιστωτικό κραχ, ή ότι η υποκείμενη ενέργεια του καπιταλισμού θα συνθλιβεί από τις κρατικές παροχές.
Τέτοιες δραματικές συνέπειες είναι δυνατές, αλλά μάλλον απίθανες. Αντιθέτως, ο καλύτερος τρόπος να σκεφτούμε τις ασυνήθιστες προοπτικές είναι να εξετάσουμε πώς τα τρία αυτά ρήγματα αλληλεπιδρούν διαφορετικά σε διαφορετικές οικονομίες.
Ας ξεκινήσουμε με την Αμερική. Με άφθονα εμβόλια και τεράστια προγράμματα τόνωσης, διατρέχει τον μεγαλύτερο κίνδυνο υπερθέρμανσης.
Τους τελευταίους μήνες ο πληθωρισμός έφθασε σε επίπεδα που είχαν να παρατηρηθούν από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Η αγορά εργασίας της δέχεται πιέσεις καθώς η οικονομική δραστηριότητα μετατοπίζεται.
Ακόμα και μετά την αύξηση του αριθμού των θέσεων εργασίας κατά 850.000, τον Ιούνιο, και με τον συνυπολογισμό των άφθονων κενών θέσεων εργασίας, ο αριθμός των ατόμων που εργάζονται στον τομέα της αναψυχής και της φιλοξενίας είναι κατά 12% χαμηλότερος από ότι πριν από την πανδημία.
Οι εργαζόμενοι είναι απρόθυμοι να επιστρέψουν στον κλάδο, γεγονός που έχει ανεβάσει τους μισθούς. Η ωριαία αμοιβή είναι σχεδόν 8% υψηλότερη από ότι τον Φεβρουάριο του 2020.
Οι εργαζόμενοι πιθανώς να επιστρέψουν όταν τον Σεπτέμβριο λήξουν τα έκτακτα επιδόματα ανεργίας. Αλλά και χώρες χωρίς αυτό το σύστημα, όπως η Αυστραλία, αντιμετωπίζουν έλλειψη εργατικού δυναμικού.
Η στάση απέναντι στην εργασία φαίνεται να αλλάζει στη βάση του εισοδηματικού φάσματος, μεταξύ των σερβιτόρων και των καθαριστριών, όχι μόνο μεταξύ των υπαλλήλων των ανωτέρων βαθμίδων που ονειρεύονται κότερα και άδειες άνευ αποδοχών.
Όλα αυτά υποδηλώνουν ότι η αμερικανική οικονομία θα τρέξει με υψηλούς ρυθμούς, αλλά και συνεχείς πιέσεις στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ για σφιχτή πολιτική.
Αλλού στον πλούσιο κόσμο η εικόνα είναι λιγότερο αισιόδοξη. Περιλαμβάνει ορισμένα κράτη που δεν έχουν εμβολιαστεί, όπως η Ιαπωνία, η οποία έχει εμβολιάσει πλήρως λιγότερο από το 15% του πληθυσμού της.
Η Ευρώπη έχει επιδοθεί σε αγώνα δρόμου με τα εμβόλια, αλλά η μικρότερη τόνωση που παρείχε στην οικονομία σημαίνει ότι ο πληθωρισμός δεν έχει φθάσει στα αμερικανικά επίπεδα.
Στα τέλη Μαΐου, στη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ελβετία, το 8-13% των εργαζομένων παρέμενε σε καθεστώς αναστολής εργασίας. Σε όλες αυτές τις οικονομίες, ο κίνδυνος είναι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να αντιδράσουν υπερβολικά στον προσωρινό, εισαγόμενο πληθωρισμό, αποσύροντας τη στήριξη πολύ γρήγορα.
Εάν συμβεί αυτό, οι οικονομίες τους θα υποφέρουν, όπως συνέβη στην ευρωζώνη μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09.
Οι χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Θα έπρεπε να επωφελούνται από την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για εμπορεύματα και εργοστασιακά προϊόντα, αλλά ζορίζονται.
Η Ινδονησία, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ακόμα κύμα της covid-19, μεταφέρει οξυγόνο από τη βιομηχανία στα νοσοκομεία. Το 2021 οι φτωχότερες χώρες, οι οποίες αντιμετωπίζουν σοβαρή έλλειψη εμβολίων, προβλέπεται ότι θα αναπτυχθούν πιο αργά από τις πλούσιες χώρες για τρίτη μόνο φορά μέσα σε 25 χρόνια.
Οι αναδυόμενες αγορές, εκτός του ότι η Covid-19 αποδυναμώνει την ανάκαμψη τους, αντιμετωπίζουν την προοπτική υψηλότερων επιτοκίων από τη Fed, γεγονός που ασκεί καθοδική πίεση στα νομίσματά τους, καθώς οι επενδυτές αγοράζουν δολάρια, αυξάνοντας τον κίνδυνο χρηματοπιστωτικής αστάθειας.
Οι κεντρικές τους τράπεζες δεν έχουν την πολυτέλεια να αγνοήσουν τον προσωρινό ή εισαγόμενο πληθωρισμό.
Η Βραζιλία, το Μεξικό και η Ρωσία αύξησαν πρόσφατα τα επιτόκια, ενώ ενδέχεται να ακολουθήσουν και άλλες χώρες. Ο συνδυασμός καθυστερήσεων στους εμβολιασμούς και πολύ γρήγορου σφιξίματος θα είναι επώδυνος.
Εμπρός προς εύρεση καταφυγίου
Ο οικονομικός κύκλος υπήρξε φρενήρης, αφήνοντας την ύφεση πίσω σε μόλις ένα χρόνο.
Ίσως, έως το καλοκαίρι του 2022, οι περισσότεροι θα έχουμε εμβολιαστεί, οι επιχειρήσεις θα έχουν προσαρμοστεί στα νέα πρότυπα ζήτησης και οι ενισχύσεις θα έχουν αρχίσει να χαλαρώνουν με ομαλό τρόπο. Ωστόσο, σε αυτή την παράξενη άνθιση, φοβού τα ρήγματα.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com