THEPOWERGAME
«Τα τελευταία τέσσερα χρόνια είχαμε κάποια προβλήματα στις διατλαντικές σχέσεις», δηλώνει ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Jens Stoltenberg, αφήνοντας αιχμές αναφορικά με το διπλωματικό πανδαιμόνιο που δημιούργησε η κυβέρνηση Trump.
Τώρα, αναφέρει, «Έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να ανοίξουμε ένα νέο κεφάλαιο στις σχέσεις Βόρειας Αμερικής και Ευρώπης». Αλλά οι ηγέτες του ΝΑΤΟ είναι έτοιμοι να το αποδεχθούν;
Στις 14 Ιουνίου, οι ηγέτες και των 30 μελών του ΝΑΤΟ συναντώνται στις Βρυξέλλες, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής των G7 στη Βρετανία και της συνόδου κορυφής μεταξύ ΕΕ- ΗΠΑ.
Θα συζητήσουν το μέλλον της συμμαχίας. Η διάθεση θα είναι πιο σαφώς θετικότερη σε σύγκριση με τις προηγούμενες, όταν ο κ. Trump καταφέρθηκε εναντίον ενός πρωθυπουργού, απείλησε να αποσυρθεί από τη συμμαχία και αποχώρησε πρόωρα μετά τον χλευασμό που δέχθηκε από τους υπόλοιπους ηγέτες.
Ωστόσο, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ΝΑΤΟ δεν έχουν εξαφανιστεί με την άφιξη του κ. Biden.
Τους τελευταίους μήνες η Ρωσία συγκεντρώνει στρατεύματα πέριξ της Ουκρανίας, η Λευκορωσία ανάγκασε σε προσγείωση ευρωπαϊκό αεροσκάφος για να συλλάβει έναν αντιφρονούντα, ενώ η Αμερική ανακοίνωσε την απόσυρση των στρατευμάτων της από το Αφγανιστάν – μια διαδικασία η οποία είχε, έως τις 8 Ιουνίου, ολοκληρωθεί κατά το ήμισυ – αναγκάζοντας το ΝΑΤΟ να πράξει το ίδιο.
Το κύριο θέμα της συνόδου κορυφής είναι ο ουσιαστικότερος αναπροσανατολισμός της συμμαχίας.
Η τελευταία φορά που επικαιροποιήθηκε στρατηγική ιδέα του ΝΑΤΟ, το έγγραφο, δηλαδή, που προσδιορίζει τον λόγο ύπαρξής του, ήταν πριν από μια δεκαετία, σε μια εποχή που η Ρωσία θεωρήθηκε πιθανός εταίρος και η Κίνα άνευ σημασίας.
Στις Βρυξέλλες, οι ηγέτες θα απαιτήσουν από τον κ. Stoltenberg να συντάξει ένα νέο κείμενο, μια διαδικασία που ενδέχεται να διαρκέσει περίπου ένα χρόνο.
Θα αντικατοπτρίζει τη διεύρυνση του φάσματος των δραστηριοτήτων του ΝΑΤΟ, περιλαμβάνοντας τις νέες προκλήσεις, όπως την κλιματική αλλαγή, τις τεχνολογικές απειλές και την άνοδο της Κίνας.
Τα πράγματα ήδη αλλάζουν. Ο κ. Stoltenberg επισημαίνει την αύξηση των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών και τις περισσότερες ασκήσεις.
Η συμμαχία επανεξετάζει επίσης τις βασικές αρχές της στρατιωτικής δύναμης. Συντάσσει μια νέα στρατηγική για την τεχνητή νοημοσύνη και ολοκλήρωσε την πρώτη της νέα πολιτική άμυνας στον κυβερνοχώρο σε επτά χρόνια.
Στη σύνοδο κορυφής, οι ηγέτες θα θεσπίσουν τον «διατλαντικό επιταχυντή τεχνολογίας» για τη σύνδεση των προμηθευτών στρατιωτικής τεχνολογίας αιχμής με επενδυτές.
Σύμφωνα με τον κ. Stoltenberg ένα από τα κίνητρα του ΝΑΤΟ γι’ αυτήν την τεχνολογική αναγέννηση είναι ο φόβος ότι η Κίνα – «μια χώρα που δεν συμμερίζεται τις αξίες μας» – έχει το προβάδισμα σε βασικούς τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη.
«Δεν είναι βέβαιο ότι θα διατηρήσουμε την τεχνολογική πρωτοπορία … κάτι που δεν τέθηκε ποτέ ως ζήτημα σε σχέση με τη Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου», προσθέτει.
Όπως υποστηρίζει ο Tim Sayle, συγγραφέας του «Enduring Alliance», ενός βιβλίου για την ιστορία του ΝΑΤΟ, η συζήτηση για την Κίνα είναι κομβικής σημασίας καθώς σηματοδοτεί «μια θεμελιώδη στροφή σε σχέση με αυτό που έκανε η συμμαχία τα πρώτα 70 χρόνια της ύπαρξής της».
Ωστόσο, το μεγαλύτερο ερώτημα όλων είναι αν η διατλαντική ρήξη που δημιουργήθηκε επί θητείας του κ. Trump ήταν μια προσωρινή ρήξη ή ίσως πιο μόνιμη.
Ο κ. Biden δήλωσε αυτά που όλοι ανέμεναν να ακούσουν.
Μίλησε με θέρμη για το ΝΑΤΟ και ανακάλεσε την απόφαση του κ. Trump για μείωση του αριθμού των αμερικανικών στρατευμάτων που σταθμεύουν στη Γερμανία.
Η σύνοδος κορυφής με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Vladimir Putin, στη Γενεύη στις 16 Ιουνίου θα αποτελέσει επιστέγασμα του οκταήμερου ταξιδιού του στην Ευρώπη.
Θεωρητικά, οι κινήσεις αυτές θα επιτρέψουν στον κ. Biden να σχηματίσει ένα κοινό μέτωπο με τους συμμάχους του πριν βρεθεί αντιμέτωπος με τον κ. Putin, ο οποίος στις 9 Ιουνίου ανέβασε τον πήχη ψηλότερα απαγορεύοντας τις οργανώσεις που συνδέονται με τον κύριο πολιτικό του αντίπαλό, τον Alexei Navalny, ο οποίος βρίσκεται ήδη στη φυλακή.
Ο κ. Biden δεν μπορεί, ωστόσο, να καθησυχάσει όλους τους φίλους του ταυτόχρονα.
Ας πάρουμε το παράδειγμα του Nord Stream 2 (NS2),ενός σχεδόν ολοκληρωμένου αγωγού φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς τη Γερμανία που θα παρακάμψει την Ουκρανία και θα αυξήσει την ευρωπαϊκή εξάρτηση από τον κ. Putin.
Η κυβέρνηση Biden είχε αντιταχθεί στο έργο, αλλά στις 19 Μαΐου δήλωσε ότι άρει τις κυρώσεις. Η απόφαση ευχαρίστησε τη γερμανική κυβέρνηση, αλλά ανησυχούσε εκείνους που προτιμούν μια πιο σκληρή προσέγγιση έναντι της Ρωσίας.
«Υπάρχει ένα μούδιασμα σε ολόκληρη την Κεντρική Ευρώπη μετά την απόφαση για τον NS2», σημειώνει ο Michal Baranowski, ειδικός στο γραφείο της Βαρσοβίας του Γερμανικού Ταμείου Μάρσαλ μιας αμερικανικής ομάδας προβληματισμού δημόσιας πολιτικής.
«Το συναίσθημα είναι αυτό της προδοσίας».
Επιπλέον, υπάρχει το γεγονός ότι το τοπίο της ευρωπαϊκής άμυνας έχει αλλάξει αμετάκλητα τα τελευταία χρόνια. Το σοκ της εκλογής του κ. Trump και η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ υπήρξαν καταλυτικά για την αλλαγή στάσης των κρατών μελών η οποία αντικατοπτρίζεται τόσο στα κοινά αμυντικά project, αλλά και στην απόφαση για τη δημιουργία ενός κοινού Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας.
Πολλοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, έχοντας επίγνωση της ριζοσπαστικής στροφής στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα της Αμερικής και την προοπτική λαϊκιστών διαδόχων του κ. Biden, επιθυμούν διακαώς τέτοια project να διατηρήσουν τη δυναμική που απέκτησαν τα χρόνια του κ. Trump.
Πολλά είναι συμπληρωματικά του ΝΑΤΟ, όπως η προσπάθεια της ΕΕ να διευκολύνει την κίνηση των στρατιωτικών δυνάμεων σε ολόκληρη την ήπειρο.
Στην πράξη, μια κάποια μορφή ανταγωνισμού είναι αναπόφευκτη. Σε απάντηση στην επιδίωξη του κ. Stoltenberg να υπάρξει αύξηση της κοινής χρηματοδότησης για το ΝΑΤΟ – η οποία παραμένει αμετάβλητη από το 2014 – η Florence Parly, υπουργός Άμυνας της Γαλλίας, απάντησε:
«Όλα αυτά τα χρήματα είναι χρήματα που δεν προορίζονται για την αύξηση των εθνικών προϋπολογισμών και την Ευρωπαϊκή αμυντική προσπάθεια».
Επιπλέον, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι γνωρίζουν ότι όλοι οι Αμερικανοί πρόεδροι, συμπεριλαμβανομένου του κ. Biden, έχουν πολλά για τα οποία χρειάζεται να ανησυχούν.
Η στρατιωτική παρουσία της Αμερικής στην Ευρώπη παραμένει σημαντική, αλλά τα νεότερα όπλα της αποστέλλονται συνήθως πρώτα στον Ειρηνικό. Το ίδιο και οι αξιωματικοί.
Τα πρώτα ταξίδια στο εξωτερικό του υπουργού Εξωτερικών της Αμερικής, Anthony Blinken, και του υπουργού Άμυνας, Lloyd Austin, ήταν στην Ασία.
«Υπάρχει μεγάλος σκεπτικισμός στην Ουάσινγκτον για το αν μια διαιρεμένη, ιδιοτελής Ευρώπης θα μπορέσει να συνδράμει αποτελεσματικά τις προσπάθειές μας εναντίον της Κίνας», υποστηρίζει ο Jeremy Shapiro του European Council on Foreign Relations, μιας άλλης ομάδας προβληματισμού.
Παρόλα αυτά, η γεωπολιτική της Ευρώπης και της Ασίας είναι αναπόφευκτα συνυφασμένες, κυρίως επειδή η εθνική αμυντική στρατηγική της Αμερικής το 2018 απέρριψε ρητά την απαίτηση για τη χώρα να μπορεί να πολεμά σε δύο πολέμους ταυτόχρονα.
Όπως δηλώνει ο Wess Mitchell, πρώην Αμερικανός αξιωματούχος, συμπρόεδρος σε μια ομάδα εμπειρογνωμόνων για τον κ. Stoltenberg πέρυσι:
«Χρειαζόμαστε επειγόντως Ευρωπαϊκό ΝΑΤΟ για να μπορέσουμε να χειριστούμε κυρίως το συμβατικό βάρος της αποτροπής στην Ευρώπη, έτσι ώστε, σε περίπτωση μιας μεγάλης κρίσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες να μπορούν να εστιάσουν στην Κίνα χωρίς να θέσουν εν αμφιβόλω τη σταθερότητα του ευρωπαϊκού θεάτρου».
Μετά τον κ. Trump, το ΝΑΤΟ δεν έχει καθόλου χρόνο για χάσιμο.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com