THEPOWERGAME
Οι σχέσεις μεταξύ της British Broadcasting Corporation και της κυβέρνησης ήταν ανέκαθεν εύθραυστες. Ο Stanley Baldwin είχε γίνει έξω φρενών με την κάλυψη της γενικής απεργίας του 1926 από το BBC. Η Margaret Thatcher είχε εξοργιστεί με τα ρεπορτάζ του από τα Falklands. Ο Hugh Carleton Greene, το αφεντικό της εταιρείας στη δεκαετία του 1960, ομολόγησε ότι όταν ασχολήθηκε με την κυβέρνηση του Harold Wilson, «βρήκα την εμπειρία μου ως επικεφαλής του ψυχολογικού πολέμου στη Μαλαισία το 1947 εξαιρετικά χρήσιμη».
Η τελευταία σύγκρουση φέρνει το ΒΒC αντιμέτωπο όχι μόνο με την Downing Street αλλά και με τη βασιλική οικογένεια, καθώς και με πολλούς τηλεθεατές. Μια ανεξάρτητη έρευνα που κυκλοφόρησε στις 20 Μαΐου διαπίστωσε ότι μια από τις πιο διάσημες αποκλειστικότητες του, μια συνέντευξη του 1995 στην οποία η πριγκίπισσα Νταϊάνα ισχυρίστηκε ότι «ήμασταν τρεις σ’ αυτόν τον γάμο», διασφαλίστηκε εν μέρει με απάτη. Ο Martin Bashir, ο δημοσιογράφος που πήρε τη συνέντευξη πλαστογράφησε κάποια έγγραφα για να πείσει την πριγκίπισσα ότι την κατασκόπευαν. Μια έρευνα που διενεργήθηκε από το ίδιο το BBC εκείνη την περίοδο με επικεφαλής τον Tony Hall, ο οποίος έγινε αργότερα γενικός διευθυντής, συγκάλυψε την όλη ιστορία.
Το BBC υπόσχεται να επανεξετάσει τις συντακτικές πρακτικές του και μια άλλη έκθεση σχετικά με τις δοσοληψίες του με τον κ. Bashir, ο οποίος αποχώρησε από τον οργανισμό στις αρχές του μήνα επικαλούμενος λόγους υγείας. Δύο πρώην στελέχη, μεταξύ των οποίων ο Λόρδος Hall, παραιτήθηκαν από τις νέες τους θέσεις. Ο πρίγκιπας William δήλωσε ότι οι αποκαλύψεις αποτελούν απόδειξη ότι η συνέντευξη «δημιούργησε ένα ψευδές αφήγημα» για τη μητέρα του. Η κυβέρνηση πήρε ένα ευρύτερο μάθημα. Ο Υπουργός Πολιτισμού, Oliver Dowden, έγραψε στην εφημερίδα Times του Rupert Murdoch ότι το BBC πρέπει να δώσει «νέα έμφαση στην ακρίβεια, την αμεροληψία και τη διαφορετικότητα των απόψεων». Δήλωσε ότι για να αποφευχθεί η «αγελαία σκέψη, η πολιτιστική αλλαγή οφείλει να βρίσκεται στο επίκεντρο».
Οι συντηρητικοί πολιτικοί υποψιάζονταν από πολύ καιρό ότι το BBC είχε κρυφές φιλελεύθερες τάσεις. Η κυβέρνηση του Boris Johnson χρησιμοποιεί την «Brexit-Bashing Corporation» ως σάκο του μποξ, ως μέρος μιας στρατηγικής χάραξης πολιτιστικών διαχωριστικών γραμμών και όχι οικονομικών. Όμως, ο πραγματικός κίνδυνος που δημιουργούν οι πολιτικές αψιμαχίες, όπως αυτή για τον κ. Bashir, είναι για να αποσπούν την προσοχή. Όσο περισσότερο το BBC επικεντρώνεται στις κυβερνητικές επιθέσεις, τόσο λιγότερο είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις μεγαλύτερες απειλές που προέρχονται κυρίως από την Αμερική.
Πάνω από έξι στα δέκα βρετανικά νοικοκυριά είναι σήμερα συνδρομητές σε κάποια Αμερικανική υπηρεσία streaming. Το αποτέλεσμα είναι περισσότερος ανταγωνισμός για την τηλεθέαση. Την τελευταία δεκαετία, οι Βρετανοί έχουν μειώσει τον ημερήσιο χρόνο που αφιερώνουν στην παρακολούθηση τηλεοπτικών εκπομπών από τέσσερις ώρες σε κάτι λιγότερο από τρεις. Στην ηλικιακή ομάδα των κάτω των 35 ετών, οι τηλεοπτικές εκπομπές αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το ένα τρίτο συγκριτικά με την παρακολούθηση βίντεο (βλέπε γράφημα).
Το BBC τα πάει καλά με τα νέα μέσα. Ο ιστότοπός του είναι ο τέταρτος σε επισκέψεις στη Βρετανία μετά το Google, το YouTube και το Facebook. Η υπηρεσία streaming, η iPlayer, την οποία το BBC δημιούργησε το 2007 (την ίδια χρονιά που ξεκίνησε και το Netflix το streaming) χρησιμοποιείται στη Βρετανία από περισσότερα άτομα από οποιαδήποτε άλλη συνδρομητική πλατφόρμα. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Το 2019, οι κάτω των 35 ετών αφιέρωναν λιγότερο από μία ώρα την ημέρα σε υλικό του BBC στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο και το Διαδίκτυο, μειώνοντας κατά 17 λεπτά το χρόνο αυτό σε μόλις δύο χρόνια.
Τα υποχρεωτικά τηλεοπτικά τέλη μέσω των οποίων χρηματοδοτείται δεν είναι φθηνά: στις 159 λίρες ($225) ετησίως, θα ήταν αρκετά για μια βασική συνδρομή τόσο στο Netflix όσο και στο Disney + , και κάποια χρήματα να περισσεύουν για ποπ κορν. Αλλά το BBC περιορίζεται σε περίπου 25 εκατομμύρια νοικοκυριά που πληρώνουν τέλη και δεν μπορεί να δανειστεί. Οι εταιρείες streaming μπορούν να ‘ψαρεύουν’ απ’ όλο τον κόσμο – το Netflix έχει πάνω από 200 εκατομμύρια συνδρομητές, το Disney + 100 εκατομμύρια – και είναι πρόθυμες να απολέσουν χρήματα για χρόνια σε αναζήτηση μεγαλύτερου μεριδίου αγοράς. Το BBC το 2020 ανέθεσε περιεχόμενο 2,8 δισ. λιρών, ενώ το Netflix και το Disney + έχουν φέτος συνολικό προϋπολογισμό άνω των 20 δισ. δολαρίων. Πρόσφατα, η Amazon διέθεσε σχεδόν μισό δισεκατομμύριο δολάρια για μια και μοναδική σειρά, το “Lord of the Rings”.
Εμπορικές εταιρείες πολυμέσων σπεύδουν να συγχωνευτούν για να γίνουν ισχυρότερες . Η Warner Media, δημιουργός του “Game of Thrones”, του “Harry Potter” και άλλων επιτυχιών, ανακοίνωσε τα σχέδια της για συγχώνευση με το Discovery. Το μεγαλύτερο και το τρίτο μεγαλύτερο κανάλι της Γαλλίας, το TF1 και το M6, θα προσπαθήσουν επίσης να συγχωνευτούν, για να δώσουν την γαλλική απάντηση στους Αμερικανούς. Το BBC συνεργάστηκε με το ITV, το μεγαλύτερο εμπορικό ραδιοτηλεοπτικό σταθμό της Βρετανίας, για να τρέξει το BritBox, μια διεθνή υπηρεσία streaming. Με 2,6 εκατομμύρια συνδρομητές είναι «μικρό ψάρι».
Κανένας μεγάλος streamer δεν κάνει παραγωγή ειδήσεων, ένας τομέας που το BBC παραμένει ισχυρό. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Reuters του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, πέρυσι, το 70% των Βρετανών με πρόσβαση στο Διαδίκτυο δήλωσαν ότι, κατά την τελευταία εβδομάδα, χρησιμοποιώντας κάποιο μέσο, είχαν ενημερωθεί από τα ρεπορτάζ του. Στην ηλικιακή ομάδα 18 έως 24 ετών το ποσοστό ήταν 51%. Τα νούμερα καταδεικνύουν μια πτώση σε σχέση με το 2015, όταν τότε τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 79% στο σύνολο των ενηλίκων και 68% στους νέους. Ωστόσο, το BBC παραμένει «αναμφίβολα και με μεγάλη διαφορά» η κύρια πηγή ειδήσεων στη Βρετανία, λέει ο Rasmus Nielsen του Ινστιτούτου Reuters.
Η εταιρεία είναι τουλάχιστον ισχυρότερη από άλλους εθνικούς ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, οι οποίοι έχουν καταγράψει παρόμοιες πτώσεις. Το 86% των Βρετανών δηλώνουν ότι είναι ικανοποιημένοι με τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, έναντι των ποσοστών μεταξύ 50% και 61% των Γάλλων, των Γερμανών, των Ισπανών και των Ιταλών θεατών. Παρά τα παράπονά του για το BBC, «Ο Boris είναι αρκετά έξυπνος και αντιλαμβάνεται ότι αν το έκλεινε θα του γύριζε μπούμερανγκ», λέει ένα παλαιό στέλεχος των Tories. Οι ηλικιωμένοι, που αποτελούν τον πυρήνα των ψηφοφόρων των Συντηρητικών, παραμένουν εθισμένοι στο BBC. Και οι θετικές δημοσκοπήσεις για τον Johnson δείχνουν ότι δεν χρωστάει καμία χάρη στον κ. Murdoch, ο οποίος εδώ και πολύ καιρό πιέζει για «ψαλίδισμα» της εταιρείας.
Ωστόσο, καθώς οι streamers διευρύνουν την ποικιλία του ψυχαγωγικού προϊόντος, η υποχρεωτική καταβολή τέλους για τη χρηματοδότηση κωμωδιών, δραμάτων και των συναφών φαίνεται παράταιρη. Στην εποχή της γραμμικής τηλεθέασης, οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς έπρεπε να συνδυάζουν τις ειδήσεις με μικρότερο αντίτιμο, ώστε να πείσουν τον κόσμο να συντονιστεί. Η εποχή του on demand έχει αποσυνδέσει αυτά τα δύο, καθιστώντας πιο δύσκολο να ισχυριστεί κανείς ότι όλοι πρέπει να πληρώσουν για το “Strictly Come Dancing”. Στο μέλλον θα δούμε ένα μικρότερο, με περισσότερες ειδήσεις BBC – και τα παράπονα ή οι εισφορές να μην αφορούν πλέον το Westminster αλλά το Χόλιγουντ.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com