THEPOWERGAME
Μπορεί μια χώρα να εξακολουθεί να αποκαλείται σύμμαχος της Αμερικής όταν η Αμερική απειλεί να προσαρτήσει μέρος της επικράτειάς της; Ένα τέτοιο ερώτημα μπορεί κάποτε να φαινόταν ώριμο να απασχολήσει κάποιον φιλόσοφο σε ένα καφέ του Saint-Germain-des-Prés γύρω στο 1968, αλλά ξαναήρθε στο προσκήνιο τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς ο Donald Trump έχει επανειλημμένως διατυπώσει απειλές για την κατάληψη της Γροιλανδίας, που επί του παρόντος αποτελεί αυτόνομη περιοχή της Δανίας.
Στην αρχή οι Ευρωπαίοι έμοιαζαν πεπεισμένοι ότι τα σχέδια του επιστρέφοντος Αμερικανού προέδρου για το νησί ήταν απλώς λόγια, που θα μπορούσαν κάλλιστα να αγνοηθoύν, όπως η πρότασή του το 2020 ότι η ενέσιμη χλωρίνη μπορεί να θεραπεύσει τον Covid. (Δεν ισχύει.) Τώρα κανείς δεν είναι σίγουρος. Έπειτα από μια υψηλών τόνων τηλεφωνική επικοινωνία με τον κ. Trump, η Mette Frederiksen, η πρωθυπουργός της Δανίας, επισκέφτηκε αυτήν την εβδομάδα την Ευρώπη για να επιβεβαιώσει τη στήριξη του Παρισιού, του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών προθυμοποιήθηκε να στείλει στρατεύματα στη Γροιλανδία, διά παν ενδεχόμενο. Ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης, ως άλλος Jean-Paul Sartre, είπε χαρακτηριστικά: «Με συμμάχους όπως ο Donald Trump, ποιος χρειάζεται τους εχθρούς;».
Η προοπτική ενός πολέμου μεταξύ της Αμερικής και ενός συμμάχου στην Ευρώπη εξακολουθεί να φαίνεται, ευτυχώς, μακρινή. Ωστόσο, η επιστροφή του κ. Trump επανέφερε στο προσκήνιο τη συζήτηση για το πώς η Ευρώπη θα πρέπει να αμυνθεί. Η επανεξέταση της «αρχιτεκτονικής ασφάλειας» της ηπείρου, όπως το θέτουν στο ΝΑΤΟ, βρίσκεται κοντά στην κορυφή της ατζέντας από τότε που η Ρωσία ξεκίνησε την εισβολή της στην Ουκρανία, τρία χρόνια πριν. Ωστόσο, η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών σε ολόκληρη την ήπειρο δεν έχει μέχρι στιγμής συνδυαστεί με ένα νέο μεγάλο όραμα για την ασφάλεια της Ευρώπης.
Στις 3 Φεβρουαρίου οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες για να αποτιμήσουν την κατάσταση και για να παρουσιάσουν νέες ιδέες (ο Sir Keir Starmer, πρωθυπουργός της Βρετανίας, συμμετείχε σε μέρος της συνάντησης, όπως και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Mark Rutte). Κάτω από τα φώτα της δημοσιότητας, όλες οι πλευρές τόνισαν ότι στέκονται ενωμένες. Πίσω από τις κλειστές πόρτες οι διαιρέσεις που ταλαιπώρησαν το μπλοκ κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του κ. Trump αναζωπυρώθηκαν. Για να καταλάβετε τη μελλοντική κατεύθυνση της Ευρώπης, γνωρίστε τους Γκωλιστές, τους Ατλαντιστές, τους Αρνητές και τους Πουτινιστές της.
Οι Γκωλιστές, όπως υποδηλώνει το όνομά τους, είναι οι πνευματικοί απόγονοι του ευέξαπτου Γάλλου ηγέτη, που δυσανασχετούσε με την κηδεμονία της Ευρώπης από την Αμερική και έφτασε, το 1966, στο σημείο να αποσύρει τη Γαλλία από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Ο διάδοχος του Charles de Gaulle στη γαλλική προεδρία, ο Emmanuel Macron, δεν επιθυμεί να εγκαταλείψει τη στρατιωτική συμμαχία, αλλά υποστήριξε κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του κ. Trump ότι το ΝΑΤΟ βιώνει «εγκεφαλικό θάνατο».
Συνεπώς, η Ευρώπη οφείλει να βρει έναν τρόπο να πετύχει «στρατηγική αυτονομία», την ικανότητα, δηλαδή, να ενεργεί μόνη της, εάν τα συμφέροντά της αποκλίνουν από τον μεγάλο υπερατλαντικό σύμμαχό της. Όποιος κι αν βρίσκεται πλέον στον Λευκό Οίκο, η Αμερική στρέφεται σε άλλες προτεραιότητες, κυρίως στην Ασία. Η Ευρώπη οφείλει τουλάχιστον να προστατέψει τα συμφέροντά της. Οι Γκωλιστές επιμένουν ότι για να εξασφαλιστεί η αυτονομία με τον καλύτερο τρόπο, οι ευρωπαϊκοί αμυντικοί προϋπολογισμοί θα πρέπει να αυξηθούν -και, κατά προτίμηση, να δαπανηθούν σε ευρωπαϊκό εξοπλισμό. Τα παλιά όνειρα για έναν ευρωπαϊκό στρατό έρχονται και πάλι στην επιφάνεια.
Οι Ατλαντιστές πιστεύουν ότι είναι τρελό η Ευρώπη να προχωρήσει μόνη της. Η Πολωνία είναι η σημαιοφόρος της λέσχης «Πρώτα το ΝΑΤΟ», η οποία περιλαμβάνει μεγάλο μέρος της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης. Η διατήρηση της σχέσης με την Αμερική είναι η κορυφαία προτεραιότητά τους. Αυτή η δέσμευση μπορεί ουσιαστικά να εξαγοραστεί με αμυντικά συμβόλαια. Όπως το έθεσε πρόσφατα ο Πολωνός υπουργός Εξωτερικών, Radoslaw Sikorski: «Η μέχρι τώρα συμφωνία της Ευρώπης με τις ΗΠΑ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αδρομερώς ως εξής: «Εσείς μας βοηθάτε με την άμυνά μας, εμείς αγοράζουμε τα όπλα σας».
Τα συναλλακτικά ένστικτα του κ. Trump δεν κάνουν τίποτα για να υπονομεύσουν αυτήν τη συμφωνία. Αντιθέτως, μεγαλύτεροι αμυντικοί προϋπολογισμοί θα έχουν ως αποτέλεσμα μεγαλύτερες παραγγελίες αεροσκαφών F-35 και λοιπών εξοπλισμών. Ακόμα κι αν η συναλλαγή με έναν ασταθή Αμερικανό πρόεδρο δεν είναι και τόσο ιδανική, παραδέχονται οι Ατλαντιστές, εξακολουθεί να είναι προτιμότερη από το να βασίζεται κανείς σε στρατιωτικά ανίκανους Ευρωπαίους συμμάχους. Αν η Ρωσία έχει πρόθεση να αναλάβει περαιτέρω στρατιωτική δράση στην Ευρώπη μέχρι το τέλος της δεκαετίας, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι κατάσκοποι, το ΝΑΤΟ πρέπει να βελτιωθεί, παρά να αντικατασταθεί. Η αγορά ευρωπαϊκού αμυντικού εξοπλισμού μακροπρόθεσμα είναι μια αξιέπαινη ιδέα, αλλά αν γίνει πολύ βιαστικά θα σήμαινε ότι θα βασιζόμασταν σε Γάλλους και Γερμανούς αμυντικούς εργολάβους, τα προϊόντα των οποίων θα παραδίδονταν μόνο αφού τα ρωσικά στρατεύματα θα είχαν προελαύσει στη Βαλτική. Η υπερβολική εστίαση στα συστήματα της ΕΕ θα καταστήσει επίσης δυσκολότερη τη συνεργασία με τη Βρετανία.
Τόσο οι Γκωλίστες, όσο και οι Ατλαντιστές συμφωνούν ότι περισσότερες αμυντικές δαπάνες θα βοηθήσουν -είτε για να κρατήσουν την Αμερική πρόθυμη να βοηθήσει, είτε για να επιτευχθεί η ευρωπαϊκή αυτονομία. Ο κ. Trump θέλει η Ευρώπη να αυξήσει τις δαπάνες της από το 2% του ΑΕΠ στο 5%. Οι ηγέτες του ΝΑΤΟ που θα συναντηθούν τον Ιούνιο αναμένεται να καταλήξουν σε έναν μακροπρόθεσμο στόχο 3,5%. Αυτή η σύνοδος κορυφής προβλέπεται να είναι μια δύσκολη στιγμή για το τρίτο στρατόπεδο της Ευρώπης, τους αρνητές, των οποίων η αμυντική στρατηγική ισοδυναμεί με στρουθοκαμηλισμό. Πώς αλλιώς εξηγείται ότι δύο από τα τέσσερα μεγαλύτερα κράτη-μέλη της ΕΕ, η Ιταλία και η Ισπανία, δαπανούν λιγότερο από το 1,5% του ΑΕΠ για την άμυνα;
Όσο εξοργιστικός κι αν είναι ο αρνητισμός για τους Γκωλιστές και τους Ατλαντιστές, είναι από τα συναισθήματα που επικρατούν στο τελευταίο στρατόπεδο. Ένα τόξο Πουτινικών ηγετών είναι έτοιμο να ματαιώσει τα σχέδια της ΕΕ, που εξοργίζουν τη Ρωσία, της οποίας τον ισχυρό πρόεδρο φαίνεται ότι θέλουν να μιμηθούν οι Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία και Ρόμπερτ Φίκο στη Σλοβακία (θεωρούν τους εαυτούς τους Τραμπιστές: το ίδιο και το αυτό, θα μπορούσαν να πουν κάποιοι). Αν και μικρό, το στρατόπεδό τους μεγαλώνει και οποιοσδήποτε από αυτούς μπορεί να εκτροχιάσει μέτρα της ΕΕ που απαιτούν ομοφωνία, όπως η επιβολή κυρώσεων ή η παροχή βοήθειας στην Ουκρανία.
Όλες οι χώρες περιέχουν κομμάτια των τεσσάρων παρατάξεων στο πολιτικό τους κατεστημένο (η Γερμανία, η οποία πρόκειται να αποκτήσει νέο καγκελάριο μετά τις εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου, είναι δύσκολο προς το παρόν να τοποθετηθεί σε κάποιο στρατόπεδο). Ακόμα κι αν οι Ευρωπαίοι συμφωνούσαν σε ένα γενικό αμυντικό σχέδιο, θα έπρεπε να επιλυθεί το ακανθώδες ζήτημα του τρόπου πληρωμής του. Ορισμένες χώρες με περιορισμένα ταμειακά διαθέσιμα θα μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά να δαπανήσουν περισσότερα για την άμυνα μόνο αν η χρηματοδότηση προερχόταν από κοινό δανεισμό των χρημάτων σε επίπεδο ΕΕ, κάτι που δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό από τα δημοσιονομικά «γεράκια». Κάτι τέτοιο θα άνοιγε έναν ακόμα κύκλο διαιρέσεων, που οι μελλοντικές σύνοδοι κορυφής θα έπρεπε να λάβουν υπόψη τους.
© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
Κρι Κρι: Κερδίζει το στοίχημα στις ΗΠΑ με greek frozen yogurt
Η χρυσή δεκαετία των εξαγωγών και η επανεστίαση στην εσωτερική αγορά
Πώς η τετραήμερη εργασία μπορεί να ωφελήσει τον πλανήτη