THEPOWERGAME
Για τους νέους με μεγάλες φιλοδοξίες η απόκτηση ενός ευτελούς πτυχίου δεν φαίνεται πλέον αρκετή. Οι φοιτητές στην Αμερική σπεύδουν να παρακολουθήσουν μεταπτυχιακά μαθήματα, ακόμα και τη στιγμή που η ζήτηση για Τριτοβάθμια Εκπαίδευση στο ευρύ κοινό έχει μειωθεί. Στις μέρες μας σχεδόν το 40% των Αμερικανών με πανεπιστημιακή μόρφωση μπορεί να υπερηφανεύεται για τουλάχιστον δύο πτυχία. Στη Βρετανία η αύξηση της ζήτησης από ξένους φοιτητές δημιούργησε μια τεράστια έκρηξη στη μεταπτυχιακή εκπαίδευση. Τα πανεπιστήμιά της για κάθε πέντε προπτυχιακούς τίτλους δίνουν πλέον τέσσερις μεταπτυχιακούς.
Τα μεταπτυχιακά που διαρκούν ένα ή δύο χρόνια είναι τα ελκυστικότερα. Τα μαθήματα αυτά είναι απαραίτητα για θέσεις εργασίας, όπως η διδασκαλία στον ακαδημαϊκό χώρο, οι οποίες είναι δημοφιλείς, ακόμα και αν αμείβονται χαμηλά. Ωστόσο, πολλοί από αυτούς που εγγράφονται σε μεταπτυχιακές σπουδές άτυπα λαμβάνουν μέρος σε έναν εκπαιδευτικό ανταγωνισμό. Το σκεπτικό είναι ότι τη στιγμή που όλοι έχουν έναν προπτυχιακό τίτλο, για να προχωρήσουν χρειάζονται επιπλέον πιστοποιητικά, με την ελπίδα ότι τα ανώτερα προσόντα θα δώσουν ώθηση στην καριέρα τους.
Αυτή η προσέγγιση είναι συχνά λάθος. Τα νέα δεδομένα βοηθούν τους ερευνητές να συγκρίνουν τις αποδοχές των μεταπτυχιακών φοιτητών με εκείνες των συνομηλίκων τους που είναι εξίσου έξυπνοι, αλλά έχουν μόνο το πανεπιστημιακό πτυχίο. Μια ανάλυση δείχνει ότι πάνω από το 40% των μεταπτυχιακών σπουδών στην Αμερική δεν προσφέρουν στους αποφοίτους καμία οικονομική απόδοση ή τους αφήνουν σε χειρότερη θέση, αφού ληφθούν υπ’ όψιν το κόστος και το τι θα μπορούσαν να κερδίσουν ούτως ή άλλως. Μια μελέτη στη Βρετανία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, κατά μέσο όρο, η ολοκλήρωση ενός μεταπτυχιακού δεν έχει σχεδόν καμία επίπτωση στις αποδοχές μέχρι τη στιγμή που οι απόφοιτοι είναι 35 ετών.
Οι απολαβές των υψηλών προσόντων θα πρέπει να ανησυχούν τόσο τους φοιτητές, όσο και τους πολιτικούς. Οι κυβερνήσεις έχουν δίκιο να πιστεύουν ότι η επένδυση σε δεξιότητες μπορεί να τονώσει την ανάπτυξη -αλλά όχι όταν τα πανεπιστήμια είναι χαλαρά και αναποτελεσματικά. Δεν είναι μόνο οι φοιτητές που υποφέρουν αν τα χαμηλής ποιότητας μαθήματα τους φορτώνουν με εξωφρενικά χρέη, αλλά και οι φορολογούμενοι. Περίπου τα μισά από τα χρήματα που δανείζει η αμερικανική κυβέρνηση σε φοιτητές κάθε χρόνο είναι για μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών. Τα γενναιόδωρα προγράμματα αποπληρωμής και διαγραφής σημαίνουν ότι ένα μεγάλο μέρος αυτών των ποσών δεν θα αποπληρωθεί ποτέ.
Οι κυβερνήσεις οφείλουν να ανταποκριθούν με δύο τρόπους. Πρώτον, θα πρέπει να εγκαταλείψουν τις πολιτικές που στρεβλώνουν την αγορά μεταπτυχιακών σπουδών. Η Αμερική δεν περιορίζει το ποσό που θα δανείσει για δίδακτρα στους μεταπτυχιακούς φοιτητές. Αυτή η λευκή επιταγή δημιούργησε μια κουλτούρα σπατάλης, στην οποία τα πανεπιστήμια αυξάνουν τα δίδακτρα, εξαλείφοντας τις οικονομικές αποδόσεις που θα μπορούσαν τελικά να έχουν οι φοιτητές. Η Βρετανία έχει επίσης κάνει λάθος, αν και με διαφορετικό και ύπουλο τρόπο. Για μια δεκαετία αρνήθηκε να αφήσει τα πανεπιστήμια να αυξήσουν τα δίδακτρα για τους προπτυχιακούς φοιτητές, ακόμα και όταν ο πληθωρισμός προκάλεσε αύξηση του κόστους τους. Προκειμένου να καλύψουν αυτό το οικονομικό έλλειμμα, οι αντιπρυτάνεις έχουν επεκτείνει κατά πολύ τα ακριβά μεταπτυχιακά προγράμματα, ορισμένα από τα οποία είναι αμφιβόλου ποιότητας.
Η δεύτερη προτεραιότητα για τις κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι να δώσουν στους φοιτητές τα δεδομένα που χρειάζονται για να κάνουν καλύτερες επιλογές. Το χάσμα που χωρίζει τα πλούτη που απορρέουν από την απόκτηση του πιο προσοδοφόρου μεταπτυχιακού, όπως στην επιστήμη των υπολογιστών, από τις πενιχρές απολαβές των αγγλικών ή των κινηματογραφικών σπουδών, είναι τεράστιο. Τα δίδακτρα διαφέρουν σημαντικά από ίδρυμα σε ίδρυμα, ακόμα και για πολύ παρόμοια προγράμματα. Κι όμως, όσοι ψάχνουν για μεταπτυχιακές σπουδές είναι πολύ πιο δύσκολο να βρουν πληροφορίες -για θέματα όπως τα ποσοστά εγκατάλειψης ή τα πιθανά μελλοντικά κέρδη- απ’ όσους κάνουν αίτηση για το πρώτο τους πτυχίο.
Η Αμερική προσπαθεί να αλλάξει την κατάσταση. Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, τα μεταπτυχιακά κολέγια μπορεί σύντομα να υποχρεωθούν να προειδοποιούν τους αιτούντες πριν εγγραφούν σε μαθήματα που έχουν καταγράψει ιστορικό επιβάρυνσης των φοιτητών με χαμηλούς μισθούς και υψηλά χρέη. Ο Donald Trump, στον οποίο αρέσει να κατακεραυνώνει τους προέδρους των κολεγίων, θα πρέπει να φροντίσει αυτές οι αλλαγές να υλοποιηθούν. Παράλληλα, οι ρυθμιστικές Αρχές σε άλλες χώρες θα πρέπει να εξετάσουν παρόμοια συστήματα. Η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση οφείλει να κάνει τους φοιτητές εξυπνότερους και πλουσιότερους. Πολύ συχνά αποτυγχάνει και στα δύο.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
Βενέτης: Διψήφια ανάπτυξη, με επέκταση κόντρα στις κρίσεις
Startups: Τα νέα κίνητρα που δίνει η ΕΤΕπ για να μείνουν Ευρώπη
Bosch: Τι σηματοδοτούν οι επιπλέον απολύσεις για τη γερμανική βιομηχανία