THEPOWERGAME
Για πολλά χρόνια η πιο καυτή εκδήλωση στον ινδικό καπιταλισμό ήταν η ετήσια γενική συνέλευση της Reliance Industries. Χιλιάδες παρευρισκόμενοι, από οδηγούς δίτροχων χειραμαξών μέχρι ανειδίκευτους εργάτες, συνωστίζονταν στο ποδοσφαιρικό στάδιο Cooperage της Βομβάης για να δουν από κοντά τον Dhirubhai Ambani, τον χαρισματικό ιδρυτή της εταιρείας.
Η ετήσια συνάντηση της Reliance τον περασμένο μήνα ήταν ασύγκριτα πιο βαρετή. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά. Ο Mukesh Ambani (φωτογραφία), ο οποίος ηγείται πλέον του ομίλου έπειτα από μια πικρή διαμάχη με τον αδελφό του μετά τον θάνατο του πατέρα τους το 2002, απλώς διάβασε τις γραμμένες παρατηρήσεις του. Στα 67 του χρόνια, ο κ. Ambani φημολογείται ότι αντιμετωπίζει μια σοβαρή ασθένεια τα τελευταία τρία χρόνια (κάτι που η εταιρεία διαψεύδει). Όσοι συναλλάσσονται με την Reliance λένε ότι έπειτα από αυτόν, το πιο σημαντικό πρόσωπο στην εταιρεία είναι ο Manoj Modi, ένας παλαιός υπάλληλος που διατηρεί χαμηλό προφίλ (και δεν είναι συγγενής του πρωθυπουργού). Όταν ο κ. Ambani τελικά αποχωρήσει, πολλοί αναμένουν ότι ο έλεγχος της πολυτιμότερης εταιρείας της Ινδίας θα περάσει σε έναν μισθωτό, όπως ο κ. Modi, με τα παιδιά του κ. Ambani να αναλαμβάνουν εθιμοτυπικούς ρόλους. Στην Ινδία τέτοιες μεταβάσεις γίνονται σταδιακά όλο και πιο συνηθισμένες.
Οι μεγάλες οικογενειακές εταιρείες διαδραματίζουν εντυπωσιακά μεγάλο ρόλο στο ινδικό εμπόριο. Σύμφωνα με τη Hurun India, μια εταιρεία ερευνών (βλ. πίνακα), οι δέκα πολυτιμότεροι οικογενειακοί επιχειρηματικοί όμιλοι αξίζουν σχεδόν 900 δισ. δολάρια. Οι 100 κορυφαίοι αξίζουν 1,4 τρισ. δολάρια. Οι όμιλοι πρώτης γενιάς αντιπροσωπεύουν μόλις το ένα πέμπτο αυτού του ποσού. Σύμφωνα με μια μελέτη που συνέγραψε ο Kavil Ramachandran του Indian School of Business, τα εννέα δέκατα των εισηγμένων επιχειρήσεων της Ινδίας ελέγχονται από οικογένειες, ποσοστό πολύ υψηλότερο απ’ ό,τι στη Δύση. Στην Αμερική, για παράδειγμα, ελάχιστοι εταιρικοί γίγαντες ελέγχονται από οικογένειες. Δεν υπάρχει ούτε ένας Gates στη Microsoft, ούτε Jobs στην Apple. Ο Rupert Murdoch, μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης, δέχεται πιέσεις από έναν ακτιβιστή επενδυτή να εγκαταλείψει τον οικογενειακό έλεγχο της News Corp.
Στην Ινδία ο σημαντικός ρόλος των οικογενειών αλλάζει τον χαρακτήρα του εμπορίου. Οι διαμάχες για τη διαδοχή, όπως αυτή μεταξύ του κ. Ambani και του αδελφού του, είναι συνηθισμένες και συχνά οδηγούν στη διάσπαση ομίλων σε πολλαπλές επιχειρήσεις. Οι εταιρικές αυτοκρατορίες αναμειγνύονται μέσω γάμων. Ξένες εταιρείες, όπως η Disney, ο γίγαντας των μέσων ενημέρωσης, συνειδητοποιούν ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα είναι ευκολότερη με τη βοήθεια μιας καλά δικτυωμένης οικογένειας.
Η κυριαρχία λίγων οικογενειών στην οικονομία της Ινδίας είναι ένα φαινόμενο που η κυβέρνηση της χώρας μετά την ανεξαρτησία προσπάθησε ανοιχτά να αποφύγει. Διάφοροι νόμοι που ψηφίστηκαν μεταξύ 1947 και 1969 προσπάθησαν να περιορίσουν την ανάπτυξη μεγάλων εταιρειών. Πολλές επιχειρήσεις κρατικοποιήθηκαν και διάφορες βιομηχανίες, όπως αυτές της εξόρυξης και των τηλεπικοινωνιών, έμειναν στο κράτος.
Στην πράξη, οι αναρίθμητες ρυθμίσεις της επιχειρηματικής δραστηριότητας στη χώρα συνέχισαν να ωφελούν τις μεγάλες οικογενειακές επιχειρήσεις με ισχυρούς δεσμούς -ένα πλεονέκτημα που εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι σήμερα. Σε μια χώρα με αδύναμους θεσμούς, οι επιχειρήσεις αυτές είναι σε καλύτερη θέση να προσελκύουν κεφάλαια, να διαπραγματεύονται με τους εργαζόμενους και να επηρεάζουν την κυβερνητική πολιτική προς όφελός τους. Η εστίαση στο να αφήσουν κληρονομιά μπορεί επίσης να ενθαρρύνει τις οικογενειακές επιχειρήσεις να επενδύσουν περισσότερο στη μακροπρόθεσμη επιτυχία τους. Το γεγονός ότι, σε αντίθεση με πολλές πλούσιες χώρες, η Ινδία έχει να επιβάλει φόρο κληρονομιάς από το 1985, διευκολύνει τη διατήρηση του οικογενειακού ελέγχου από γενιά σε γενιά.
Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι η αλλαγή βρίσκεται προ των πυλών, και όχι μόνο στη Reliance. Στον όμιλο Tata έχουν απομείνει πολύ λίγοι Tatas. Το τελευταίο μέλος της οικογένειας που τη διοικούσε, ο Ratan Tata, αποχώρησε το 2012 (αν και έκανε μια σύντομη εμφάνιση το 2016). Όταν ο Anand Mahindra αποσύρθηκε το 2020 ως επικεφαλής του ομίλου Mahindra, παρέδωσε τα ηνία σε έναν υπάλληλο. Το ίδιο έκανε και ο Harsh Mariwala όταν το 2014 παραιτήθηκε από αφεντικό της Marico, μιας οικογενειακής επιχείρησης που είχε εξελίξει σε γίγαντα καταναλωτικών προϊόντων.
Για τις εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων που εξετάζουν την Ινδία, οι μεταβάσεις αυτές προσφέρουν ένα άνοιγμα. Ο Nikhil Shah της εταιρείας συμβούλων Alvarez & Marsal σημειώνει ότι η παροχή βοήθειας για τη μεταστροφή πρώην οικογενειακών εταιρειών αποτελεί αναπτυσσόμενη δραστηριότητα για την εταιρεία του. Οικογενειακοί κολοσσοί, όπως η φαρμακευτική Cipla, που ανήκει στην οικογένεια Hamied από το 1935, και η Haldiram’s, μια επιχείρηση σνακ που ελέγχεται από την οικογένεια Agarwal από το 1937, λέγεται ότι είναι προς πώληση.
Με την πάροδο του χρόνου ο αυξανόμενος δυναμισμός της ινδικής οικονομίας μπορεί να χαλαρώσει περαιτέρω τον εναγκαλισμό των εταιρικών δυναστειών. Οι καταχωρίσεις νέων επιχειρήσεων έχουν αυξηθεί, καθώς η διαδικασία έγινε απλούστερη. Παρά την πρόσφατη ύφεση των επενδύσεων επιχειρηματικού κεφαλαίου, η Ινδία διαθέτει μια ζωντανή τεχνολογική σκηνή γεμάτη επιχειρηματίες πρόθυμους να φέρουν ανατροπές στις δύσκολες κατεστημένες επιχειρήσεις.
Όμως η αλλαγή θα είναι αργή. Ο Gautam Adani, ο δεύτερος πλουσιότερος άνθρωπος της Ινδίας και πατριάρχης του ομίλου Adani, έχει εκφράσει ρητά την επιθυμία του να δημιουργήσει μια δυναστεία. Τα παιδιά του ασχολούνται σε μεγάλο βαθμό με την επιχείρηση και οι άνθρωποι που συναναστρέφονται με τον όμιλο λένε ότι συναντούν τακτικά μέλη της οικογένειας. Η JSW, η μεγαλύτερη χαλυβουργία της Ινδίας, προετοιμάζεται τώρα για τον δεύτερο γύρο διαδοχής. Ο Bajaj, ένας ακόμα ινδικός όμιλος, έχει ήδη περάσει από δύο γύρους διαδοχής και φαίνεται πιθανό να προχωρήσει σε έναν τρίτο. Όπως φαίνεται, οι οικογενειακές αυτοκρατορίες της Ινδίας δεν θα εξαφανιστούν από τη μια μέρα στην άλλη.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
Ισχυρές επιδόσεις για Attica Bank και Παγκρήτια στο α’ εξάμηνο
WNBA: Οι rookies φαινόμενο, οι επενδυτές και οι ”πενιχροί” μισθοί
Πυρηνική ενέργεια: Γιατί είναι η κατάλληλη στιγμή να ανοίξει η συζήτηση στην Ελλάδα