THEPOWERGAME
Ένα παλιό ανέκδοτο στοιχειώνει τους οικονομολόγους. Ένας χημικός, ένας φυσικός και μια οικονομολόγος βρίσκονται σε ένα ερημονήσι με μια κονσέρβα φασόλια, αλλά χωρίς εργαλείο για να την ανοίξουν. Ο χημικός προτείνει τη διάβρωση του δοχείου με θαλασσινό νερό, αλλά καταλήγει στο συμπέρασμα ότι θα χρειαστούν χρόνια. Ο φυσικός προτείνει μια άλλη μέθοδο για να την ανοίξει, η οποία αποδεικνύεται εξίσου ανεφάρμοστη. Η οικονομολόγος χαίρεται που μόνο αυτή έχει τη σωστή απάντηση: «Ας υποθέσουμε ότι έχουμε ανοιχτήρι», λέει.
Ο Mario Draghi, οικονομολόγος ο ίδιος, παρουσίασε αυτήν την εβδομάδα μια έκθεση σχετικά με την αναζωογόνηση των οικονομικών προοπτικών της Ευρώπης. Η απάντησή του: «Ας υποθέσουμε ότι έχουμε 800 δισ. ευρώ» (κοντά στα 900 δισ. δολάρια). Αυτή είναι η ετήσια επένδυση που ο πρώην επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας του μπλοκ θεωρεί ότι απαιτείται για να αποτραπεί η πτώση της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με την οικονομία της Αμερικής. Το πρόβλημα είναι ότι χρήματα αυτής της κλίμακας είναι τόσο δυσεύρετα στην Ευρώπη όσο ένα ανοιχτήρι σε ένα έρημο νησί. Η δημιουργία σχεδίων για τη δαπάνη των χρημάτων είναι το εύκολο κομμάτι, αλλά δεδομένου ότι οι χώρες της ΕΕ έχουν χρέος τρισεκατομμυρίων ευρώ πέραν αυτού που οι κανόνες της λέσχης επιτρέπουν, η εξεύρεση των χρημάτων είναι πιθανό να αποδειχθεί τόσο δύσκολη όσο και η επινόηση ενός αστείου ανέκδοτου με οικονομολόγους.
Στην ΕΕ υπάρχει μεγάλη ένταση. Από τη μία, όπως ο κ. Draghi έχει διευκρινίσει στην έκθεση 400 σελίδων για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, χρειάζονται πολλές επενδύσεις για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ήπειρος. Ο κατάλογος των δαπανών είναι τρομακτικός. Προφανώς, πρέπει να δαπανηθούν περισσότερα για την άμυνα. Για την απαλλαγή της οικονομίας από τον άνθρακα απαιτούνται κάμποσα ευρώ επιπλέον. Η βελτίωση των ψηφιακών δικτύων είναι, εκτός από αναγκαία, εξαιρετικά δαπανηρή. Η γήρανση θα εκτοξεύει διαρκώς τους λογαριασμούς κοινωνικής πρόνοιας, καθώς λιγότεροι εργαζόμενοι θα πρέπει να συντηρούν περισσότερους συνταξιούχους. Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να επενδύσουμε στην καινοτομία και τις δεξιότητες για να αυξήσουμε την παραγωγικότητα, ώστε να δημιουργήσουμε εταιρικούς Γολιάθ, ανάλογους με την Apple, που τόσο πολύ λείπουν από την Ευρώπη. Επιπλέον, η μείωση του εμπορικού κινδύνου, για παράδειγμα με τον περιορισμό της εξάρτησης από εχθρικές ξένες δυνάμεις για ζωτικά αγαθά (όπως η πρόσφατη εξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό φυσικό αέριο), θα αποδειχθεί επίσης δαπανηρή. Το Σχέδιο Marshall δαπάνησε 1%-2% του ΑΕΠ ετησίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο για την ανοικοδόμηση κατεστραμμένων τμημάτων της Ευρώπης. Ο κ. Draghi πιστεύει ότι οι ετήσιες επενδύσεις των επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων πρέπει να αυξηθούν κατά 5% του ΑΕΠ σε σύγκριση με σήμερα.
Δυστυχώς, από την άλλη, δεν υπάρχει μία. Σε έναν ιδανικό κόσμο, ο επαναπρογραμματισμός της οικονομίας θα μπορούσε να βοηθήσει ώστε ο ιδιωτικός τομέας να συνεισφέρει ένα μεγάλο μέρος των 800 δισ. ευρώ που απαιτούνται κάθε χρόνο. Η επέκταση της ενιαίας αγοράς της ΕΕ, που λειτουργεί καλά για τα αγαθά, στους τραπεζικούς λογαριασμούς και τα χρηματιστήρια, θα μπορούσε, για παράδειγμα, να καταστήσει βιώσιμες πλήθος νέων επενδύσεων. Μια τέτοια «ένωση κεφαλαιαγορών» προτάθηκε για πρώτη φορά πριν από μια δεκαετία και αποδείχθηκε άπιαστη. Η επίτευξή της θα απαιτούσε τη διαχείριση πολλών παγιωμένων συμφερόντων.
Οι προφανείς αποδέκτες του προτεινόμενου νομοσχεδίου του κ. Draghi είναι οι 27 εθνικές κυβερνήσεις της ΕΕ, οι οποίες πραγματοποιούν το μεγαλύτερο μέρος της φορολογίας και των δαπανών στην Ευρώπη (ο προϋπολογισμός της ΕΕ είναι μικρός, μόλις 1% του ΑΕΠ, εκ του οποίου πάνω από το ένα τρίτο δαπανάται για αγροτικές επιδοτήσεις). Τον τελευταίο καιρό έχουν υπάρξει πάρα πολλές δαπάνες και όχι αρκετοί φόροι. Οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες που υιοθετήθηκαν πριν από τη δημιουργία του ευρώ προβλέπουν ότι καμία χώρα της ΕΕ δεν πρέπει να έχει δημόσιο χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ, ούτε ετήσιο έλλειμμα άνω του 3%. Στις μέρες μας αυτό φαντάζει μάλλον γραφικό. Κατά την τελευταία καταμέτρηση, πάνω από τα μισά από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ ξεπέρασαν το όριο του χρέους. Η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, δηλαδή οι τρεις από τις τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ, έχουν όλες δείκτες χρέους προς ΑΕΠ άνω του 100%. Αυτό το επιπέδο χρέους δημιουργεί αβεβαιότητα στους επενδυτές για τα δημόσια οικονομικά, που απομακρύνονται περαιτέρω από την ισορροπία (όπως διαπίστωσε το 2022 η Liz Truss, η Βρετανίδα πρωθυπουργός, που παραιτήθηκε, αφού οι αγορές αντέδρασαν στην εξαγγελία της για φορολογικές περικοπές). Συνολικά το χρέος που υπερβαίνει το όριο του 60% ανέρχεται σε 4,8 τρισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο του ΑΕΠ του μπλοκ. Δυστυχώς, δεν μπορεί απλά να θεωρηθεί ότι δεν υπάρχει.
Ενώ ο κ. Draghi βλέπει την ανάγκη για σπατάλες, η ίδια η επιτροπή που ζήτησε την έκθεσή του θέλει οι εθνικές κυβερνήσεις να σφίξουν το ζωνάρι. Οι κανόνες της ΕΕ για το χρέος και το έλλειμμα που ανεστάλησαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας επαναφέρονται, με μικρές τροποποιήσεις. Κανείς δεν πιστεύει ότι θα αποτρέψουν κάποιες από τις σπατάλες που ήταν ανεκτές στο παρελθόν, αλλά τα προσχήματα πρέπει να διατηρηθούν. Η Γαλλία οδεύει προς έλλειμμα άνω του 5% και δήλωσε ότι θα χάσει μια επερχόμενη προθεσμία της ΕΕ για την υποβολή των σχεδίων προϋπολογισμού της για το 2025. Άλλες έξι χώρες βρίσκονται σε «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος», η οποία θα τις αναγκάσει να περικόψουν τις δαπάνες τους. Η Γερμανία, η ανέκαθεν δημοσιονομικά ενάρετη κόρη, έχει περικόψει τις δαπάνες για να ανταποκριθεί σε αυτοεπιβαλλόμενους κανόνες πολύ αυστηρότερους από τις δημοσιονομικές εντολές των Βρυξελλών. Η μάχη για το κάθε ευρώ απειλεί τακτικά να τινάξει στον αέρα τον κυβερνητικό συνασπισμό της. Πώς λέτε να διαχειριστεί την πρόταση για τα 800 δισ. ευρώ τον χρόνο, κ. Draghi;
Διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για το από πού πιστεύει ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας ότι πρέπει να προέλθει μεγάλο μέρος των χρημάτων: η ΕΕ θα πρέπει να τα δανειστεί, εκδίδοντας το δικό της χρέος, πέραν αυτού που ήδη οφείλουν οι εθνικές κυβερνήσεις. Κάτι ανάλογο έγινε μετά την πανδημία, όταν οι χώρες της ΕΕ συμφώνησαν σε ένα σχέδιο ανάκαμψης ύψους 750 δισ. ευρώ, που στηρίχθηκε σε χρήματα που δανείστηκαν από κοινού. Το σχέδιο αυτό επρόκειτο να είναι εφάπαξ, όπως συχνά-πυκνά αναφέρουν οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί, που ανησυχούν ότι η δική τους λιτότητα καταλήγει να πληρώνει τις σπατάλες του Νότου. Οι αντίστοιχοι υπουργοί Οικονομικών τους απέρριψαν την ιδέα για περισσότερο χρέος της ΕΕ, που εμπεριείχε η λίστα επιθυμιών του κ. Draghi μέσα σε λίγες ώρες από τη δημοσιοποίησή της.
Ίσως οι εκκλήσεις του εξαίρετου οικονομολόγου να ξεμπλοκάρουν τη συζήτηση για το κοινό χρέος: υπάρχει, για παράδειγμα, ένα καλό επιχείρημα ότι ορισμένες αμυντικές δαπάνες θα πρέπει να χρηματοδοτούνται από ομόλογα της ΕΕ, αλλά ακόμα και αν επιτευχθεί συμφωνία για κοινό δανεισμό, είναι απίθανο να επιτευχθεί πριν από τις γερμανικές εκλογές του επόμενου έτους, λέει ο Shahin Vallée του Γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων. Στη συνέχεια όλα τα βλέμματα θα είναι στραμμένα στη Γαλλία και τις προεδρικές εκλογές του 2027 -και μετά, χωρίς αμφιβολία, σε κάτι άλλο. Ο κ. Draghi σκιαγραφεί ένα απογοητευτικό πορτρέτο των προκλήσεων για την Ευρώπη. Το πραγματικά ανησυχητικό, όμως, είναι ότι η λύση που προτείνει δεν υπάρχει τρόπος να πληρωθεί.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
Όλες οι αλλαγές στη φορολογία των ακινήτων το 2025
Μασούτης: Επένδυσε 20 εκατ. το 2023 για συγκράτηση των ανατιμήσεων
Αναβαθμίζω το Σπίτι μου: Ποιοι οι δικαιούχοι