THEPOWERGAME
Θα μπορούσε ήταν πολύ χειρότερα. Αυτή ήταν η μόνη παρηγοριά για τους αντιπάλους της ακροδεξιάς Εναλλακτική για τη Γερμανία (AFD), η οποία την 1η Σεπτεμβρίου εξασφάλισε την πρώτη της νίκη στις εκλογές των κρατιδίων, στη Θουριγγία, ενώ στη γειτονική Σαξονία σχεδόν άγγιξε τους πρώτους κεντροδεξιούς Χριστιανοδημοκράτες (CDU). Το μόνο θετικό ήταν ότι πολλοί ψηφοφόροι που ήταν κατά του ADF προσέφεραν την υποστήριξή τους στο CDU για να ενισχύσουν την αντιπολίτευση στους ριζοσπάστες. Το Brandmauer (τείχος προστασίας) κατά του ADF παραμένει άθικτο, διασφαλίζοντας ότι δεν μπορεί να αναλάβει την εξουσία. Ωστόσο, ελάχιστοι μπόρεσαν να αποφύγουν να καταλήξουν στο συμπέρασμα που εξέφρασε ο Olaf Scholz, καγκελάριος της Γερμανίας, ότι τα αποτελέσματα ήταν «πικρά», όπως και την αγωνία που συνοδεύει την έναρξη μιας μακράς περιόδου συνομιλιών για τη δημιουργία συνασπισμού στα δύο ανατολικά κρατίδια.
Τα πράγματα βέβαια, δεν θα έπρεπε να είναι έτσι. Οι μεταπολεμικοί θεσμοί της Δυτικής Γερμανίας, που επεκτάθηκαν στην Ανατολική μετά την επανένωση το 1990, σχεδιάστηκαν για να αποφευχθεί το χάος των προναζιστικών χρόνων της Βαϊμάρης. Ισχυρά «λαϊκά κόμματα», όπως το CDU και οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) προωθήθηκαν, με στόχο να αποδυναμωθούν οι περιθωριακές ομάδες. Ο ρόλος των κομμάτων στην πολιτική κατοχυρώθηκε ακόμα και στο σύνταγμα. Άλλες ασφαλιστικές δικλείδες περιλάμβαναν τον κανόνα ότι τα κόμματα έπρεπε να κερδίζουν το 5% των ψήφων για να εισέλθουν στα κοινοβούλια. Τα δικαστήρια είχαν τη δυνατότητα να απαγορεύουν τα κόμματα που παραβίαζαν τις δημοκρατικές αρχές, αν και κανένα δεν κατέφυγε σε κάποιο τέτοιο μέτρο από το 1956.
Για δεκαετίες το σύστημα απέδωσε ισχυρά κόμματα και συνεκτικούς συνασπισμούς. Δύο παράγοντες όμως το διάβρωσαν. Ο πρώτος, γνωστός σε πολλές δημοκρατίες με αναλογική ψηφοφορία, είναι ο κατακερματισμός του κομματικού συστήματος. Στη Μπούντεσταγκ (γερμανικό ομοσπονδιακό κοινοβούλιο) μετέχουν πλέον επτά κομματικές ομάδες. Στις τελευταίες εκλογές, το 2021, το CDU (μαζί με το αδελφό κόμμα της Βαυαρίας, τη Χριστιανοκοινωνική Ένωση) και το SPD πήραν για πρώτη φορά μεταξύ τους λιγότερες από τις μισές ψήφους. Τα 16 ομόσπονδα κρατίδια της Γερμανίας διοικούνται από μια ιδιάζουσα συστοιχία συνασπισμών. Οι ανεξάρτητοι χωρίς κομματική ένταξη αυξάνονται στην τοπική πολιτική, ιδίως στα ανατολικά.
Ο κατακερματισμός από μόνος του δεν υπονόμευσε την πολιτική των συνασπισμών. Η προσθήκη των Πρασίνων στο κοινοβούλιο τη δεκαετία του 1980, για παράδειγμα, με τον καιρό απλώς διεύρυνε τις επιλογές που είχε στη διάθεσή του το SPD για τη δημιουργία συνασπισμού. Ωστόσο, στη συνέχεια ήρθε η ανάπτυξη των κομμάτων που βρίσκονται πέρα από το τείχος προστασίας. Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχει διαβρωθεί, καθώς, τις περισσότερες φορές, τα κεντροδεξιά κόμματα εγκατέλειψαν την αντίσταση μπροστά στην επιτυχία των εθνικών λαϊκιστών: πρόσφατα παραδείγματα περιλαμβάνουν τη Σουηδία και την Ολλανδία. Στη Γερμανία, αντίθετα, το Brandmauer κρατάει τόσο σε εθνικό όσο και σε επίπεδο κρατιδίων.
Αυτό ισχύει κυρίως για το ADF, ένα σχήμα ριζοσπαστικό ακόμα και για τα δεδομένα του ευρωπαϊκού δεξιού λαϊκισμού. Ωστόσο, η δύναμή του κάνει τα μαθηματικά του σχηματισμού συνασπισμού πολύ πιο δύσκολα. Στη Θουριγγία, για παράδειγμα, το ADF κατέχει τώρα 32 από τις 88 έδρες του Landtag. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν τέσσερα κόμματα, που καταλαμβάνουν ένα φάσμα από την άκρα αριστερά έως την κεντροδεξιά, για να συγκεντρώσουν μια πλειοψηφία 45 εδρών από τις 56 (βλ. διάγραμμα). Παράλληλα, η άρνηση του CDU να συνεργαστεί με το κόμμα της Αριστεράς, λόγω της κομμουνιστικής του κληρονομιάς, καθιστά στην πραγματικότητα αδύνατο τον σχηματισμό μιας σταθερής κυβερνητικής πλειοψηφίας. Δύσκολες διαπραγματεύσεις, και ίσως η θυσία των ιερών αγελάδων, βρίσκονται προ των πυλών.
Δεν είναι περίεργο που το Brandmauer κινδυνεύει να καταρρεύσει. Το 2019, στις τελευταίες εκλογές των δύο κρατιδίων, η δύναμη του ADF ανάγκασε το CDU να συμμαχήσει με το SPD και τους Πράσινους στη Σαξονία και να στηρίξει μια κυβέρνηση μειοψηφίας στη Θουριγγία. Τώρα, οι μόνες βιώσιμες επιλογές και στα δύο κρατίδια εγκλωβίζουν το CDU στη Συμμαχία Sahra Wagenknecht (BSW) -ένα «αριστερό-συντηρητικό» κόμμα που ίδρυσε η κα Wagenknecht, πρώην κομμουνίστρια, τον Ιανουάριο – και το SPD στους λεγόμενους συνασπισμούς του βατόμουρου (τα χρώματα των κομμάτων υποτίθεται ότι μοιάζουν με τα στάδια ωρίμανσης του φρούτου).
Σε απλούστερες εποχές, η στάση της BSW απέναντι στην Ουκρανία (θέλει να κόψει τη βοήθεια της Γερμανίας) και άλλα θέματα εξωτερικής πολιτικής θα την καθιστούσαν επίσης απαγορευτική για το CDU. Αυτή την εβδομάδα αρκετά μεγαλοστελέχη του CDU προέτρεψαν τους ανατολικούς συναδέλφους τους να μην συνεργαστούν με την κα Wagenknecht, αλλά όταν ο Friedrich Merz, ο εθνικός ηγέτης του CDU, πρότεινε ένα τείχος προστασίας κατά της BSW νωρίτερα φέτος, οι τοπικές οργανώσεις των κρατιδίων τον ανάγκασαν να υπαναχωρήσει.
«Πρόκειται για ένα τεράστιο δίλημμα για το CDU», λέει ο Christian Stecker, πολιτικός επιστήμονας στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Darmstadt. Σε περίπτωση που η κα Wagenknecht, η οποία έχει το βλέμμα της στραμμένο στις ομοσπονδιακές εκλογές του επόμενου έτους, αποδειχθεί δύσκολη διαπραγματεύτρια – έχει θέσει ως όρο των συνομιλιών για τη δημιουργία συνασπισμού τις πολιτικές ασφαλείας που βρίσκονται πέρα από τις αρμοδιότητες των κυβερνήσεων των κρατιδίων – το CDU θα μπορούσε να διασπαστεί ή ο σχηματισμός κυβέρνησης να αποδειχθεί αδύνατος. Ακόμα και αν σχηματιστούν συνασπισμοί, οι συγκρούσεις τους θα μπορούσαν να διαδραματιστούν σε εθνικό επίπεδο στη Μπούντεσταγκ, η οποία αποτελείται από εκπροσώπους των κυβερνήσεων των κρατιδίων.
Όλα αυτά κινδυνεύουν να εκπληρώσουν τις προφητείες στελεχών του AFD, όπως ο Björn Höcke, επικεφαλής του παραρτήματος της Θουριγγίας (φωτογραφία), οι οποίοι αναμένουν ότι το CDU θα καταρρεύσει κάτω από τις αντιφάσεις των εκκεντρικών συνασπισμών που είναι καταδικασμένο να ηγείται, επιτρέποντας στους ριζοσπάστες την επόμενη φορά να φτάσουν στη νίκη. Το AFD εδραιώνεται σε τοπικό επίπεδο και μετεκλογικές έρευνες διαπίστωσαν ότι ένας αυξανόμενος αριθμός ψηφοφόρων, αντί να το επιλέξει, από διαμαρτυρία πείστηκε από το λαϊκιστικό αντιμεταναστευτικό του μήνυμα. Εν τω μεταξύ, πολλά από τα μέλη του CDU στα ανατολικά επιθυμούν συμφιλίωση με το AFD. Σε δημοτικό επίπεδο σε μεγάλο μέρος της ανατολικής Γερμανίας το τείχος προστασίας έχει λήξει προ πολλού.
Τα προβλήματα αυτά μεγεθύνονται στα ανατολικά, όπου οι ψηφοφόροι είναι ασταθείς και πιο ανοιχτοί σε εξτρεμιστές ή χαρισματικά άτομα. Ανάλογες δυνάμεις δρουν και στα δυτικά, όπου ζει το 85% των Γερμανών. Από το 2021 η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι ένας αμήχανος τρικομματικός συνασπισμός, ο πρώτος της Γερμανίας εδώ και σχεδόν 70 χρόνια. Οι πρώιμες υποσχέσεις της σύντομα έδωσαν τη θέση τους σε ατελείωτες εσωτερικές διαμάχες. Τα θλιβερά αποτελέσματα και των τριών κομμάτων την 1η Σεπτεμβρίου δεν φαίνεται να ενέπνευσαν μια νέα προσπάθεια εξεύρεσης κοινού εδάφους.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
ΑΕΠ: Ανάπτυξη 2,3% στο β’ τρίμηνο
Σελένα Γκόμεζ: Στη λίστα των δισεκατομμυριούχων των ΗΠΑ
Πώς οι Μολάοι θέτουν στο επίκεντρο τη μεταλλευτική βιομηχανία της Ελλάδας