THEPOWERGAME
Η SUZIE JIMENEZ έκλαιγε καθώς περίμενε στο πάρκινγκ. Ο 14χρονος γιος της βρισκόταν στο τμήμα επειγόντων περιστατικών με πόνους στο στομάχι. Ένιωσε ταπεινωμένος όταν οι γιατροί στο Όστιν του Τέξας του είπαν ότι λόγω του μεγαλύτερου σώματός του θα έπρεπε να κάνει αξονική τομογραφία αντί για υπερηχογράφημα. Φοβήθηκε να τους πει ότι ζύγιζε 163 κιλά. Η έλλειψη του Wegovy σήμαινε ότι παρόλο που είχε εγκριθεί για το φάρμακο απώλειας βάρους, δεν είχε μπορέσει ακόμη να το ξεκινήσει. Η κ. Jimenez, κατά καιρούς η μόνη βιοπαλαίστρια της πενταμελούς οικογένειάς της, λέει ότι κάποιες φορές έτρωγαν fast food για ευκολία.
Η παχυσαρκία είναι μια από τις σοβαρότερες κρίσεις δημόσιας υγείας παγκοσμίως. Αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη, καρδιακών παθήσεων, εγκεφαλικών επεισοδίων και ορισμένων μορφών καρκίνου. Από το 1990 τα παγκόσμια ποσοστά μεταξύ των ενηλίκων διπλασιάστηκαν, ενώ τετραπλασιάστηκαν μεταξύ των παιδιών. Σήμερα περισσότεροι από 1 δισ. άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένου του 7% των κοριτσιών και του 9% των αγοριών, χαρακτηρίζονται ως παχύσαρκοι (βλ. διάγραμμα). Το 2019 οδήγησε σε περίπου 5 εκατ. θανάτους, 20 φορές περισσότερους από τον υποσιτισμό. Η παχυσαρκία δεν είναι πλέον πρόβλημα του πλούσιου κόσμου μόνο. Τα ποσοστά που αφορούν παιδιά είναι υψηλότερα στα νησιά του Ειρηνικού και της Καραϊβικής και αυξάνονται ταχύτερα σε αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Καμπότζη και το Λεσότο.
Το μεγαλύτερο μέρος του οικονομικού κόστους της παχυσαρκίας βαρύνει τα άτομα, τα οποία παίρνουν περισσότερο χρόνο άδεια από την εργασία τους ή χάνουν περισσότερες ημέρες στο σχολείο και είναι πιθανότερο να είναι χαμηλόμισθοι ή άνεργοι. Τα παχύσαρκα παιδιά είναι επίσης συχνότερα στόχοι εκφοβισμού. Όμως, και η επιβάρυνση του κράτους είναι σημαντική. Πέρυσι το Ινστιτούτο Δημοσιονομικών Μελετών, ένα βρετανικό κέντρο μελετών, υπολόγισε το ετήσιο κόστος των υπέρβαρων και παχύσαρκων ενηλίκων μέσω των δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη, της επίσημης κοινωνικής φροντίδας και της αδράνειας στην εργασία, εξαιρώντας αυτά τα ατομικά κόστη (που οι περισσότερες μελέτες συμπεριλαμβάνουν). Ακόμα και μετά την έκπτωση της φρικτής «εξοικονόμησης» από τους σχετικούς θανάτους, ανήλθε σε περίπου 32 δισ. στερλίνες (41 δισ. δολάρια), ή 1% του βρετανικού ΑΕΠ.
Αν και το να λένε στους ενήλικες τι να τρώνε και πόσο πρέπει να κινούνται μπορεί να θεωρηθεί ως παρέμβαση, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να προσπαθούν να αποτρέψουν την παχυσαρκία των παιδιών και να ενθαρρύνουν τις προσπάθειές τους για απώλεια βάρους. Οι έγκαιρες παρεμβάσεις θα μπορούσαν να αποφέρουν οφέλη αργότερα: τα παιδιά με παχυσαρκία έχουν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκα και ως ενήλικες σε σχέση με τους πιο αδύνατους συνομηλίκους τους. Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δεν ξέρει ποιός είναι ο καλύτερος τρόπος πρόληψης. Καμία χώρα δεν κατάφερε ποτέ να μειώσει την παχυσαρκία. Οι πιο επιτυχημένες απλώς την αναχαίτισαν. Το πρόβλημα είναι πολύ περίπλοκο για να λυθεί μόνο με απλά μέτρα δημόσιας υγείας ή με φάρμακα κατά της παχυσαρκίας. Ένα κυνήγι βρίσκεται σε εξέλιξη ώστε να βρεθούν στοιχεία για παρεμβάσεις που να λειτουργούν από κοινού και γρήγορα.
Πίσω από τα αυξανόμενα ποσοστά παχυσαρκίας κρύβεται ένα μείγμα βιολογικών, οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων. Μεγάλο μέρος του κόσμου κατακλύζεται από τρόφιμα υψηλής θερμιδικής αξίας, τη στιγμή που η ζωή των ανθρώπων γίνεται όλο και πιο καθιστική. Δεν ευθύνεται κάποιο μεμονωμένο θρεπτικό συστατικό ή ομάδα τροφίμων, αλλά τα προϊόντα που περιέχουν υψηλά ποσοστά ραφιναρισμένου σιταριού, ζάχαρης και φυτικών ελαίων βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Τα υψηλά επεξεργασμένα τρόφιμα, τα οποία είναι ευρέως προσβάσιμα και σχετικά φθηνά, αποτελούν το απόλυτο παράδειγμα.
Ταυτόχρονα, ακόμα και στις πλούσιες χώρες, πολλές γειτονιές στερούνται φρέσκων, υγιεινών εναλλακτικών λύσεων. Στο Τέξας, το Υπουργείο Γεωργίας εκτιμά ότι ένας στους πέντε ανθρώπους ζει σε φτωχές περιοχές με περιορισμένη πρόσβαση σε θρεπτικά τρόφιμα. Τα παιδιά από τέτοιες περιοχές έχουν περισσότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκα από ό,τι εκείνα των πλουσιότερων περιοχών. Τα επεξεργασμένα τρόφιμα είναι βολικά, χρειάζονται πολύ λιγότερο χρόνο για την προετοιμασία τους και -θερμίδα τη θερμίδα – κάνουν τη δουλεία φθηνότερα, εξηγεί ο Samir Softic, ειδικός στις παθήσεις του λιπώδους ήπατος στο Νοσοκομείο Παίδων του Κεντάκι. Η πολιτεία του έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό παιδικής παχυσαρκίας στην Αμερική μετά τη Δυτική Βιρτζίνια. Έχει επίσης τον δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό καταστημάτων γρήγορου φαγητού ανά άτομο.
Η εξέλιξη του ανθρώπινου σώματος είναι ένας άλλος σημαντικός παράγοντας. Η απώλεια βάρους δεν είναι απλώς θέμα μείωσης της κατανάλωσης θερμίδων. Το σώμα προσαρμόστηκε για να επιβιώνει από λιμούς, όχι από αφθονία, οπότε προσκολλάται στο βάρος που παίρνει. Στη συνέχεια, αντιστέκεται στην απώλεια λίπους μειώνοντας την ποσότητα ενέργειας που χρειάζεται για να επιβιώσει και αυξάνοντας το αίσθημα πείνας. Θα παλεύει να ανακτήσει το χαμένο βάρος για χρόνια. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι περισσότερες μακροπρόθεσμες προσπάθειες για σημαντική απώλεια βάρους αποτυγχάνουν.
Η παρακολούθηση των τάσεων είναι δύσκολη. Ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), ο οποίος διαιρεί το βάρος ενός ατόμου (σε κιλά) με το τετράγωνο του ύψους του (σε μέτρα), είναι καλός ως κοινό μέτρο της παχυσαρκίας για τους περισσότερους ενήλικες, αλλά ανακριβής για τους μυώδεις τύπους, καθώς δεν μπορεί να διακρίνει μεταξύ λίπους και μυών. Δεν είναι χρήσιμος στα παιδιά, των οποίων το σώμα αναπτύσσεται και αλλάζει. Οι ειδικοί του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας θεωρούν ότι ένα παιδί είναι παχύσαρκο εάν ο ΔΜΣ του είναι πάνω από δύο τυπικές αποκλίσεις πάνω από τη διάμεσο για την ηλικία του, χρησιμοποιώντας ως σημείο αναφοράς ένα μοντέλο του 2007 – ένα ατελές μέτρο. Οι ειδικοί λαμβάνουν επίσης υπόψη τους την αύξηση των σχετικών παιδικών ασθενειών. Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα τελευταία 30 χρόνια, το ηλικιακά τυποποιημένο ποσοστό εμφάνισης του διαβήτη τύπου 2 αυξήθηκε κατά 57% στους νέους 15 έως 19 ετών.
Οι κυβερνήσεις που επιθυμούν να μειώσουν την παιδική παχυσαρκία έχουν ελάχιστα μοντέλα αναφοράς. Ας ξεκινήσουμε από το Άμστερνταμ, το οποίο κάποτε φαινόταν να έχει μια έξυπνη στρατηγική. Η ολλανδική πρωτεύουσα έλαβε διεθνή έπαινο όταν, μεταξύ 2012 και 2015, τα ποσοστά των υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών μειώθηκαν από 21% σε 18,5%. Η τοπική κυβέρνηση προσπάθησε να αλλάξει την ατομική συμπεριφορά: οργάνωσε μαθήματα διατροφής για γονείς και παιδιά σε φτωχές γειτονιές, έβαλε τα παιδιά σε προγράμματα φροντίδας, προσέφερε δωρεάν αθλήματα όπως πατινάζ και αποθάρρυνε το πρόχειρο φαγητό στα σχολεία. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν είχαν διάρκεια. Το 2017, τα ποσοστά αυξήθηκαν ελαφρώς στο 18,7%. Στη συνέχεια ο δήμος σταμάτησε να τα δημοσιεύει.
Στη συνέχεια, υπάρχει η Χιλή, όπου πάνω από τα μισά παιδιά ηλικίας 4 έως 14 ετών είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Το 2016 η κυβέρνηση τοποθέτησε μαύρες προειδοποιητικές ετικέτες, με σύμβολο το stop, στο μπροστινό μέρος των συσκευασμένων τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες, ζάχαρη, κορεσμένα λιπαρά και αλάτι. Από τότε οκτώ άλλες χώρες αντέγραψαν αυτή την κίνηση. Η Χιλή εισήγαγε επίσης αυστηρές απαγορεύσεις στην προώθηση αυτών των τροφίμων σε παιδιά κάτω των 14 ετών, καθώς και ένα πρόγραμμα άσκησης και διατροφής στα σχολεία. Παρ’ όλα αυτά, μια μελέτη που δημοσιεύθηκε φέτος στην Παναμερικανική Επιθεώρηση Δημόσιας Υγείας δεν έδειξε καμία αλλαγή στα ποσοστά επιπολασμού τα τρία χρόνια μετά τη θέσπιση της νομοθεσίας. (Η καθηγήτρια Camila Corvalán, σύμβουλος της κυβέρνησης της Χιλής σχετικά με το πρόγραμμα, δηλώνει ότι είναι πολύ νωρίς για να εξαχθούν συμπεράσματα).
Ας δούμε τώρα τη Βρετανία, η οποία έχει πειραματιστεί με ένα είδος φόρου στη ζάχαρη. Η επιβολή φόρου στα ζαχαρούχα ποτά, που εφαρμόστηκε το 2018, είχε μικτή επιτυχία. Οι μεγάλες μάρκες αναδιαμόρφωσαν τα προϊόντα τους για να τον αποφύγουν, με αποτέλεσμα να μειωθεί, μεταξύ των παιδιών, η κατανάλωση ζάχαρης κατά 4,8 γραμμάρια την ημέρα. Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ διαπίστωσαν μια μικρή μείωση των ποσοστών παχυσαρκίας μεταξύ των κοριτσιών ηλικίας 10 έως 11 ετών, όχι όμως στα μικρότερα παιδιά ή στα αγόρια ηλικίας 10 έως 11 ετών, τα οποία καταναλώνουν περισσότερα από αυτά τα ροφήματα.
Η επιλεκτική φορολογία «μπορεί μερικές φορές να μην δίνει τα σωστά αποτελέσματα», υποστηρίζει ο Chris Hogg, παγκόσμιος επικεφαλής δημόσιων υποθέσεων της Nestlé, της μεγαλύτερης εταιρείας τροφίμων και ποτών στον κόσμο. Για να υπάρξουν καλύτερα αποτελέσματα για τη δημόσια υγεία, εκτιμά, είναι καλύτερα να υπάρχει περιθώριο για πολιτικές και καθοδήγηση «ώστε [η βιομηχανία] να οδηγείται προς την κατεύθυνση που οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θεωρούν ότι έχει περισσότερο νόημα». Τέτοιες οδηγίες αποτελούν εδώ και καιρό συνήθη πρακτική σε μέρη όπως η Βρετανία. Πέρα από τη φορολογία στα ποτά, όλα τα άλλα μέτρα της βιομηχανίας για τη μείωση της παιδικής παχυσαρκίας στη Βρετανία ήταν εθελοντικά και σε μεγάλο βαθμό ανεπιτυχή.
Άρα, τι άλλο πρέπει να δοκιμάσουμε; Οι περισσότεροι επαγγελματίες υγείας και υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής υποστηρίζουν ότι τα τρέχοντα μέτρα δεν φτάνουν αρκετά μακριά. Οι ειδικοί σε θέματα δημόσιας υγείας προσπαθούν να συντάξουν έναν οδηγό για τη φορολόγηση της ζάχαρης. Στις περίπου 70 χώρες όπου έχουν δοκιμαστεί φόροι στα ζαχαρούχα ποτά, οι μεγαλύτερες επιπτώσεις έγιναν αισθητές σε φτωχότερες χώρες όπως η Νότια Αφρική, όπου οι καταναλωτές είναι πιο ευαίσθητοι στις αλλαγές των τιμών. Ορισμένοι θέλουν τώρα να διευρύνουν τους φόρους για να σταματήσουν τη στροφή σε άλλα ανθυγιεινά προϊόντα. Πέρυσι η Danone ζήτησε να επιβληθεί ευρύτερος φόρος στα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη, υποστηρίζοντας ότι η ρύθμιση είναι ο μόνος τρόπος να αναγκαστούν οι επιχειρήσεις να κάνουν τα προϊόντα τους πιο υγιεινά.
Οι επικριτές των φόρων στη ζάχαρη και των ομοειδών τους λένε ότι είναι οπισθοδρομικοί. Επειδή οι φτωχοί ξοδεύουν μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους σε τρόφιμα, είναι πιθανότερο να αγοράζουν φθηνά, ιδιαίτερα επεξεργασμένα προϊόντα, και ως εκ τούτου να πληγούν από τις πρόσθετες εισφορές σε αυτά. Για να αντισταθμίσει αυτή την περίπτωση, ο Barry Popkin του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας συνεργάζεται με χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής για την ανάπτυξη καθεστώτων επιδοτήσεων για τα φρούτα και τα λαχανικά. Στη συνέχεια, εκτιμά ότι θα δοκιμαστούν προειδοποιητικές ετικέτες με εικόνες στα πρόχειρα τρόφιμα, όπως αυτές στα πακέτα τσιγάρων.
Τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας είναι ένα άλλο εργαλείο που προσελκύει την προσοχή. Η αγορά των φαρμάκων GLP-1, όπως το Wegovy, αναμένεται έως το 2030 να φτάσει τα 100 δισ. δολάρια ετησίως. Ωστόσο, δεν μπορούν να αποτελέσουν την κύρια λύση για τους παχύσαρκους του κόσμου: κοστίζουν πάρα πολύ. Ο Jonathan Gruber, ένας Αμερικανός οικονομολόγος, υπολογίζει ότι η αγορά τους για το 40% των Αμερικανών με παχυσαρκία θα κόστιζε περίπου 1 τρισ. δολάρια ετησίως, δηλαδή περίπου το 4% του αμερικανικού ΑΕΠ.
Η τιμή πιθανά θα πέσει με το πέρασμα του χρόνου. Όμως, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, πολλοί ενήλικες και νέοι δεν θα θέλουν να παίρνουν φάρμακα GLP-1, καθώς έχουν παρενέργειες, όπως ναυτία. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι μετά από ένα χρόνο, μόλις το 32% των ασθενών εξακολουθούσαν να τα λαμβάνουν. Υπάρχουν επίσης αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με τις σπάνιες παρενέργειες όπως η παγκρεατίτιδα και η εντερική απόφραξη. Ωστόσο, για να διατηρηθεί το βάρος και να μεγιστοποιηθούν τα αποτελέσματα στην υγεία, απαιτείται συνεχής χρήση των φαρμάκων, αλλά και αλλαγές στη διατροφή και τον τρόπο ζωής.
Πού αλλού μπορούμε να στραφούμε; Η Ιαπωνία μας δίνει μια γεύση του πόσο μεγάλη επιρροή μπορούν να έχουν τα πολιτιστικά ήθη. «Στο σύνολό τους, οι Ιάπωνες είναι πολύ συνειδητοποιημένοι σε σχέση με την υγεία», λέει ο Yokote Koutaro της Ιαπωνικής Εταιρείας για τη Μελέτη της Παχυσαρκίας. Με την πάροδο των ετών, η ιαπωνική διατροφή έγινε πιο δυτικοποιημένη, αλλά οι άνθρωποι εξακολουθούν να τρώνε παραδοσιακά τρόφιμα, τα οποία τείνουν να είναι φρέσκα και σχετικά υγιεινά. Τρώνε επίσης μέτριες μερίδες. Δείτε, για παράδειγμα, τα McDonald’s, λέει ο κ. Yokote. Αν παραγγείλετε ένα ποτό μεγάλου μεγέθους στην Ιαπωνία, καταναλώνετε λιγότερο απ’ ό,τι αν παραγγέλνατε ένα «μικρό» στην Αμερική.
Οι κοινωνικοί κανόνες και οι κυβερνητικές παροτρύνσεις φαίνεται να αποδίδουν. Στην Ιαπωνία δεν υπάρχουν αυστηροί κανόνες για την σήμανση ή τη διαφήμιση των λιπαρών τροφίμων, αλλά οι πόλεις της είναι βατές και ακόμα και τα καταστήματα ψιλικών συχνά διαθέτουν θρεπτικές επιλογές, όπως σαλάτες. Η κυβέρνηση απαιτεί εδώ και καιρό από τα σχολεία να σερβίρουν ισορροπημένα γεύματα. Άλλες παρεμβάσεις της είναι μερικές φορές απίστευτα «ντανταδίστικες». Το 2008, για παράδειγμα, είπε στις εταιρείες να αρχίσουν να μετρούν τη μέση των υπαλλήλων τους.
Δεν υπάρχει ενιαία λύση για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας στα παιδιά. Οι φόροι, οι κανονισμοί και τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας θα παίξουν το ρόλο τους, όπως και οι καταναλωτές. Οι κυβερνήσεις πρέπει να αξιολογούν τις παρεμβάσεις μακροπρόθεσμα. Ο στόχος θα πρέπει να είναι οι υγιεινές επιλογές να είναι πολύ πιο προσβάσιμες από την εναλλακτική λύση. Το πρόβλημα είναι να φτάσουμε εκεί.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
Πληροφορική: “Καύσιμο” εκατοντάδων εκατομμυρίων από κρατικές συμβάσεις
Ακίνητα: Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και το πείραμα του Ελληνικού
Πόσο πράσινα είναι τα τουριστικά θέρετρα που βρίσκονται στα σκαριά