THEPOWERGAME
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες η Κίνα έχει καταναλώσει τεράστιες ποσότητες πρώτων υλών. Ο πληθυσμός της αυξήθηκε και έγινε πλουσιότερος, απαιτώντας περισσότερα γαλακτοκομικά προϊόντα, σιτηρά και κρέας. Οι γιγάντιες βιομηχανίες της διψούν για ενέργεια και μέταλλα. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, η οικονομία της υπέφερε εξαιτίας της πολιτικής κακοδιαχείρισης και της κρίσης της αγοράς ακινήτων. Οι Κινέζοι αξιωματούχοι επιθυμούν διακαώς να απομακρυνθούν από τις βιομηχανίες έντασης πόρων. Η λογική υπαγορεύει ότι η όρεξη της χώρας για πρώτες ύλες οφείλει να συρρικνώνεται, και μάλιστα γρήγορα.
Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο. Πέρυσι οι εισαγωγές πολλών βασικών πόρων στην Κίνα έσπασαν ρεκόρ, ενώ οι εισαγωγές όλων των τύπων εμπορευμάτων αυξήθηκαν κατά 16% σε όρους όγκου, ενώ συνεχίζουν να ακολουθούν ανοδική πορεία, αυξημένες κατά 6% τους πρώτους πέντε μήνες του τρέχοντος έτους. Δεδομένης της οικονομικής κατάστασης της χώρας, η αύξηση αυτή δεν αντικατοπτρίζει κάποιου είδους αυξανόμενη κατανάλωση. Αντίθετα, η Κίνα φαίνεται να αποθηκεύει υλικά με ταχείς ρυθμούς -και μάλιστα σε μια εποχή που τα εμπορεύματα είναι ακριβά. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στο Πεκίνο φαίνεται να ανησυχούν για πιθανές νέες γεωπολιτικές απειλές, οι οποίες δεν αφορούν μόνο το γεγονός ότι ένας νέος, σκληροπυρηνικός Αμερικανός πρόεδρος θα μπορούσε να επιδιώξει να πνίξει κρίσιμες οδούς εφοδιασμού της Κίνας.
Ο φόβος είναι δικαιολογημένος, διότι η Κίνα εξαρτάται από τους ξένους πόρους. Αν και η χώρα είναι το παγκόσμιο κέντρο διύλισης πολλών μετάλλων, εισάγει μεγάλο μέρος των απαιτούμενων πρώτων υλών, που κυμαίνονται από το 70% του βωξίτη έως το 97% του κοβαλτίου. Η Κίνα διατηρεί τα φώτα της αναμμένα χάρη στην εισαγόμενη ενέργεια. Διαθέτει πολύ άνθρακα, αλλά τα κοιτάσματα άλλων καυσίμων δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της, γεγονός που την αναγκάζει να εισάγει το 40% του φυσικού αερίου και το 70% του αργού πετρελαίου της. Η εξάρτηση της Κίνας είναι πιο έντονη στα τρόφιμα. Το 2000 σχεδόν όλα όσα κατανάλωναν οι πολίτες παράγονταν στο εσωτερικό της χώρας -σήμερα παράγονται λιγότερο από τα δύο τρίτα. Η χώρα εισάγει το 85% των 125 εκατ. τόνων σόγιας που χρησιμοποιεί ετησίως για να ταΐσει τα 400 εκατ. γουρούνια της. Η εξάρτησή της από ξένους αγρότες είναι σχεδόν πλήρης για τον καφέ, το φοινικέλαιο και ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα.
Έχοντας επίγνωση αυτού του γεγονότος, η Κίνα άρχισε να δημιουργεί «στρατηγικά» αποθέματα σιτηρών και ορυκτών που σχετίζονται με την άμυνα στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τα οποία στη συνέχεια συμπλήρωσε στο αποκορύφωμα της οικονομικής της άνθησης με αποθέματα πετρελαίου και βιομηχανικών μετάλλων. Τρία πρόσφατα γεγονότα ώθησαν σε μεγαλύτερη συσσώρευση αποθεμάτων. Το 2018 ο πρόεδρος Donald Trump επέβαλε δασμούς σε κινεζικές εξαγωγές προς την Αμερική αξίας 60 δισ. δολαρίων, αναγκάζοντας την Κίνα να προβεί σε αντίποινα, επιβάλλοντας δασμούς στην αμερικανική σόγια. Στη συνέχεια ήρθε η νόσος Covid-19, η οποία δημιούργησε προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες και αύξησε το κόστος των υλικών, ενώ ακολούθησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος εκτόξευσε τις τιμές και έδειξε τη βούληση της Αμερικής να χρησιμοποιήσει εμπάργκο ακόμα και εναντίον μεγάλων εχθρών.
Τώρα ο κ. Trump, ο οποίος δεν κρύβει την επιθυμία του να παραγκωνίσει την Κίνα, έχει μεγάλες πιθανότητες να επιστρέψει στην εξουσία. Η Αμερική θα μπορούσε να ξεκινήσει περιορίζοντας τις δικές της εξαγωγές τροφίμων προς την Κίνα, οι οποίες έχουν ανακάμψει μετά την αποχώρηση του κ. Trump από τον Λευκό Οίκο, και να στηριχθεί σε άλλους μεγάλους προμηθευτές, όπως η Αργεντινή και η Βραζιλία. Θα μπορούσε να προσπαθήσει να επηρεάσει χώρες που πωλούν μέταλλα στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας και της Χιλής. Το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών εμπορευμάτων της Κίνας αποστέλλεται μέσω μερικών στενών και καναλιών που η Αμερική θα μπορούσε να επιδιώξει να αποκλείσει για τα κινεζικά πλοία, τοποθετώντας, ας πούμε, στρατιωτικά πλοία σε κοντινή απόσταση.
Η Κίνα φαίνεται να προετοιμάζεται για ένα πιο εχθρικό περιβάλλον. Οι προετοιμασίες της ξεκινούν με την αναβάθμιση των υποδομών που απαιτούνται για την αποθήκευση προμηθειών. Σε αντίθεση με την Αμερική, όπου τα στρατηγικά αποθέματα ελέγχονται από την κυβέρνηση, στην Κίνα τα αποθέματα έχουν και τη μορφή ιδιωτικών δεξαμενών, σιλό και αποθηκών, στις οποίες οι αξιωματούχοι στο Πεκίνο έχουν πρόσβαση σε περιόδους κρίσης.
Από το 2020 η ικανότητα αποθήκευσης αργού πετρελαίου της Κίνας αυξήθηκε από 1,7 δισ. σε 2 δισ. βαρέλια. Η τοποθεσία πολλών τέτοιων χώρων είναι μυστική, αλλά οι δορυφορικές εικόνες δείχνουν ότι οι γνωστές έχουν αυξηθεί γρήγορα από το 2022, λέει η Emma Li της Vortexa, μιας εταιρείας δεδομένων. Ομοίως, η χωρητικότητα των υπόγειων σπηλαίων φυσικού αερίου εξαπλασιάστηκε μεταξύ 2010 και 2020, σε 15 δισ. κυβικά μέτρα -ο στόχος είναι να φθάσει τα 55 δισ. κυβικά μέτρα μέχρι το επόμενο έτος. Η Κίνα κατασκευάζει επίσης δώδεκα περίπου δεξαμενές για τη φύλαξη υγροποιημένου αερίου κατά μήκος των ακτών της. Η τράπεζα JPMorgan Chase προβλέπει ότι έως το 2030 η συνολική ικανότητα αποθήκευσης φυσικού αερίου θα φθάσει τα 85 δισ. κυβικά μέτρα.
Αυτήν τη στιγμή η Κίνα γεμίζει αυτές τις εγκαταστάσεις. Άλλο σημάδι της αυξανόμενης επιφυλακτικότητας είναι ότι οι κρατικοί στατιστικολόγοι έχουν σταματήσει να δημοσιεύουν στοιχεία για τα αποθέματα πολλών εμπορευμάτων. Ωστόσο, υπάρχουν τρόποι για να αντιληφθεί κανείς τον βαθμό ανησυχίας. Το υπουργείο Γεωργίας της Αμερικής προβλέπει ότι μέχρι το τέλος της τρέχουσας καλλιεργητικής περιόδου τα αποθέματα σιταριού και αραβοσίτου της Κίνας θα αντιπροσωπεύουν το 51% και το 67% των παγκόσμιων αποθεμάτων, αυξημένα κατά πέντε έως δέκα ποσοστιαίες μονάδες από το 2018, ενώ πιστεύεται ότι είναι αρκετά για να καλύψουν τη ζήτηση τουλάχιστον ενός έτους. Τα αποθέματα σόγιας, της μεγαλύτερης γεωργικής εισαγωγής της Κίνας, έχουν διπλασιαστεί από το 2018, σε 39 εκατ. τόνους, και προβλέπεται να φθάσουν τους 42 εκατ. τόνους μέχρι το τέλος της περιόδου.
Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η προσπάθεια της Κίνας να αποθηκεύσει μέταλλα και καύσιμα. Υπολογίζοντας τις ποσότητες χαλκού, νικελίου και διάφορων άλλων μετάλλων που η Κίνα θα μπορούσε αξιόπιστα να καταναλώσει και συγκρίνοντάς τις με τη συνολική προσφορά, ο Tom Price της τράπεζας Panmure Liberum διαπιστώνει ότι η συσσώρευση αποθεμάτων της χώρας από το 2018 ήταν επαρκής για να καλύψει τουλάχιστον το 35% έως το 133% της ετήσιας ζήτησής της, ανάλογα με το αγαθό. Μέχρι το τέλος της άνοιξης η Κίνα είχε επίσης 25 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου σε αποθήκες, αρκετά για να καλύψουν 23 ημέρες κατανάλωσης, από 15 ημέρες πριν από πέντε χρόνια. Ο Parlsey Ong της JPMorgan Chase αναμένει ότι μέχρι το 2030 η κάλυψη αυτή θα φθάσει τις 28 ημέρες.
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της εταιρείας συμβούλων Rapidan Energy, τα αποθέματα αργού πετρελαίου, από την αρχή του έτους, έχουν κατά μέσο όρο αυξηθεί κατά 900.000 βαρέλια ημερησίως, Με 1,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως, ο ρυθμός πλήρωσης ήταν ταχύτερος τον Ιούνιο, γεγονός που υποδηλώνει επιτάχυνση. Τα αποθέματα της Κίνας, πλέον, πλησιάζουν το 1,3 δισ. βαρέλια, αρκετά για να καλύψουν 115 ημέρες εισαγωγών (η Αμερική, συγκριτικά, κατέχει 800 εκατ. βαρέλια). Τα αποθέματα θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Η Κίνα έχει πει στις πετρελαϊκές εταιρείες να προσθέσουν 60 εκατ. στα αποθέματα μέχρι το τέλος Μαρτίου. Η Rapidan εκτιμά ότι θα αυξηθούν ταχύτερα, με την Κίνα να προσθέτει έως και 700 εκατ. βαρέλια μέχρι το τέλος του 2025.
Αυτή η συσσώρευση αποθεμάτων ανησυχεί τους Αμερικανούς, όχι μόνο επειδή θα μπορούσε να τροφοδοτήσει τον πληθωρισμό, αυξάνοντας τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων. Οι προμήθειες που επιδιώκει η Κίνα είναι ακριβώς αυτές που θα χρειαζόταν για να επιβιώσει σε μια παρατεταμένη σύγκρουση, ίσως αποκλείοντας την Ταϊβάν. «Αν αντιπαραβάλλετε αυτό με τη στρατιωτική ανάπτυξη της Κίνας, το σκηνικό αρχίζει να γίνεται πολύ ανησυχητικό», λέει ο Gabriel Collins, πρώην αναλυτής στο αμερικανικό υπουργείο Άμυνας. Προς το παρόν τα στοιχεία δείχνουν ότι η αποθησαύριση του Xi Jinping είναι πιο πιθανό να είναι αμυντικό μέτρο, καθώς δεν έχει ακόμη την κλίμακα που απαιτείται για να είναι ασφαλής σε μια θερμή σύγκρουση. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι πρέπει να ελπίζουν ότι τα πράγματα δεν θα αλλάξουν τα επόμενα χρόνια.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
Χάμιλτον: Από τα μονοθέσια της F1 στις πασαρέλες της Dior
Μπάρακ και Μισέλ Ομπάμα στηρίζουν Καμάλα Χάρις
Οι “άμυνες” των φωτοβολταϊκών σε περικοπές και αρνητικές τιμές