THEPOWERGAME
Τα ενυπόθηκα δάνεια ήταν δύσκολο να πωληθούν στη Ρωσία. Οι δεκαετίες της σοβιετικής προπαγάνδας, η οποία κατήγγειλε την πίστωση ως δυσβάσταχτο βάρος, είχαν πιάσει τόπο. Ακόμα και μετά το τέλος του κομμουνισμού, οι Ρώσοι εξακολουθούσαν να χαρακτηρίζουν τις υποθήκες ως «δουλεία χρέους», προτιμώντας να αποταμιεύουν μέχρι να μπορέσουν να αγοράσουν το σπίτι τους μόνοι τους. Ο Vladimir Putin, ο πρόεδρος της χώρας, πέρασε δύο δεκαετίες προσπαθώντας να πείσει τους πολίτες του να έχουν διαφορετική άποψη. Το 2003, κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, εξήγησε ότι τα ενυπόθηκα δάνεια θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην επίλυση «του οξέος προβλήματος στέγασης» που αντιμετωπίζουν οι Ρώσοι. Η έκκλησή του έπεσε στο κενό.
Τώρα η επιτυχία του είναι αναμφισβήτητη -και το μόνο που χρειάστηκε ήταν μια μεγάλη δόση κρατισμού, καθώς και η εισβολή σε έναν ειρηνικό γείτονα. Τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των Ρώσων που συνάπτουν στεγαστικά δάνεια αυξήθηκε κατακόρυφα, χάρη σε ένα γενναιόδωρο πρόγραμμα κρατικών επιδοτήσεων για τους αγοραστές νέων κατοικιών. Ωστόσο, ο κ. Putin μπορεί να πήρε περισσότερα απ’ όσα υπολόγιζε. Η κρατική επιχορήγηση έχει πυροδοτήσει μια εξαιρετικά καυτή αγορά ακινήτων, εκτοξεύοντας τις τιμές των κατοικιών στα ύψη. Ως εκ τούτου, το Κρεμλίνο βρέθηκε να πληρώνει έναν τεράστιο και ταχέως αυξανόμενο λογαριασμό.
Το 2020, όταν η Ρωσία κατακλύστηκε από τον Covid-19, οι αξιωματούχοι αύξησαν τα επιδόματα για όσους αγόραζαν νεόδμητα ακίνητα, σε μια προσπάθεια να ενισχύσουν την οικονομία. Στην αρχή οι τράπεζες προσέφεραν στους αιτούντες στεγαστικά δάνεια ένα προνομιακό επιτόκιο της τάξης του 6%, περίπου δύο ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το επιτόκιο της αγοράς, με το κράτος να καλύπτει τη διαφορά. Παρόμοιες εκπτώσεις, οι οποίες προηγουμένως ήταν διαθέσιμες μόνο σε οικογένειες, προσφέρθηκαν στη συνέχεια σε εργαζόμενους στις Τεχνολογίες της Πληροφορίας και σε άτομα που μετακόμιζαν σε μέρη όπως η Αρκτική, η Σιβηρία και η κατεχόμενη Ουκρανία. Παρ’ όλα αυτά, ο όγκος των ενυπόθηκων δανείων άρχισε να αυξάνεται πραγματικά όταν η οικονομία της Ρωσίας μπήκε σε πολεμική φάση. Πέρυσι οι τράπεζες εξέδωσαν ενυπόθηκα δάνεια αξίας 7,7 τρισ. ρουβλίων (88 δισ. δολάρια ή 4% του ΑΕΠ), από συνολικά 4,3 τρισ. το 2020. Τα περισσότερα υποστηρίχθηκαν από επιδοτήσεις.
Αυτή η εξέλιξη αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι Ρώσοι δεν έχουν πολλές επενδυτικές ευκαιρίες: οι κυρώσεις επιβαρύνουν το χρηματιστήριο και οι συναλλαγματικοί έλεγχοι καθιστούν δύσκολη τη μεταφορά χρημάτων στο εξωτερικό. Ο πληθωρισμός, ο οποίος επανήλθε δυναμικά στα μέσα το 2023, έπαιξε επίσης ρόλο -και όχι μόνο δίνοντας στους Ρώσους ένα κίνητρο για να επενδύσουν χρήματα σε ακίνητα. Όταν η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας (CBR) άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια, η ελκυστικότητα του προγράμματος αυξήθηκε. Καθώς η CBR ανέβασε το επιτόκιο αναφοράς της στο 16%, η κυβέρνηση διατήρησε το προνομιακό της επιτόκιο σε χαμηλά επίπεδα, ανεβάζοντάς το μόλις στο 8%. Τον Ιούνιο η διαφορά μεταξύ του κυβερνητικού επιτοκίου και του επιτοκίου της αγοράς για ένα ενυπόθηκο δάνειο ήταν άνω των δέκα ποσοστιαίων μονάδων.
Κατά συνέπεια, ο λογαριασμός για το το Κρεμλίνο είναι δυσβάσταχτος. Το υπουργείο Οικονομικών έχει ήδη δαπανήσει σχεδόν μισό τρισεκατομμύριο ρούβλια για το πρόγραμμα. Το κόστος θα μπορούσε σύντομα να ανέβει υψηλότερα αν στις 26 Ιουλίου, όπως αναμένουν οι περισσότεροι αναλυτές, η CBR αυξήσει τα επιτόκια στο 18%. Η έκρηξη των επιδοτούμενων δανείων προκάλεσε επίσης μια στεγαστική φούσκα. Πέρυσι χτίστηκαν 110 εκατ. τετραγωνικά μέτρα κατοικιών, σε σύγκριση με έναν μέσο όρο μόλις 59 εκατ. τον χρόνο από το τέλος του κομμουνισμού. Ταυτόχρονα, οι τιμές εκτοξεύονται στα ύψη. Το Ινστιτούτο Αστικής Οικονομίας με έδρα τη Μόσχα υπολογίζει ότι μεταξύ 2020 και 2023 στις μεγαλύτερες πόλεις οι τιμές αυξήθηκαν κατά 172%. Η Elvira Nabiullina, η διοικητής της CBR, είναι τρομοκρατημένη. Κατηγόρησε τις επιδοτήσεις της κυβέρνησης για την «υπερθέρμανση» της αγοράς κατοικίας και δήλωσε ότι θα αποτελέσουν «προπληθωριστικό κίνδυνο» αν το Κρεμλίνο δεν τις περιορίσει.
Υπό την πίεση της CBR και του υπουργείου Οικονομικών, το Κρεμλίνο έχει αρχίσει τις περικοπές. Τον Δεκέμβριο αύξησε την ελάχιστη κατάθεση που απαιτείται για ένα δάνειο από 20% σε 30%. Νωρίτερα αυτόν τον μήνα τερμάτισε το πιο δημοφιλές πρόγραμμά του, το οποίο αφορούσε τους αγοραστές νεόδμητων κατοικιών. Σύμφωνα με έναν αναλυτή που επικαλέστηκαν κρατικά μέσα ενημέρωσης, ο αριθμός των νέων ενυπόθηκων δανείων κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους θα μπορούσε να μειωθεί κατά περίπου 50%.
Ως αποτέλεσμα, ο κατασκευαστικός κλάδος της Ρωσίας θα υποφέρει. Το ίδιο και οι τράπεζες, οι οποίες απολαμβάνουν κέρδη-ρεκόρ λόγω της ραγδαίας αύξησης των χαρτοφυλακίων ενυπόθηκων δανείων. Προς το παρόν, όμως, η αγορά κατοικίας φαίνεται ότι θα καταφέρει να αποφύγει την κατάρρευση. Ο Vasily Astrov του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών Μελετών της Βιέννης λέει ότι το πιθανότερο να συμβεί είναι «επιβράδυνση και ενδεχομένως στασιμότητα», παρά μια μεγάλη πτώση των τιμών. Η καυτή πολεμική οικονομία της Ρωσίας, η οποία οδήγησε φέτος σε αλματώδη αύξηση των μισθών, μπορεί να αποδειχθεί ικανή να διατηρήσει μια εύρωστη αγορά ακινήτων ακόμα και εν όψει των υψηλότερων επιτοκίων και της μειωμένης κρατικής στήριξης. Μέχρι στιγμής η οικονομία έχει αψηφήσει τους αμφισβητίες. Και οι Ρώσοι φαίνονται πρόθυμοι να ποντάρουν το σπίτι τους σε αυτήν.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης
“Στεγνώνουν” τα ελληνικά νησιά: Η λειψυδρία χτυπά το Αιγαίο
Πενταετές road map για τις startups χαράζει η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν
Τα EV, η Ευρώπη και η αλματώδης αύξηση των κινεζικών εργοστασίων τσιπ