THEPOWERGAME
Ένα αίσθημα ανησυχίας σαρώνει τη Γηραιά Ήπειρο. Καινοτόμοι, χαμηλού κόστους Κινέζοι παραγωγοί τα βάζουν με τις σεβάσμιες βιομηχανίες της Ευρώπης και προκαλούν ανησυχία στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Η Ευρώπη παίζει μικρό μόνο ρόλο στην τεχνολογική επανάσταση: η χρηματιστηριακή αξία των «υπέροχων επτά» τεχνολογικών κολοσσών της Αμερικής είναι περίπου ίση με τη συνολική χρηματιστηριακή αξία των 27 μελών της ΕΕ. Σε συνέντευξή του στον Economist την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος Emmanuel Macron προσέφερε τη δική του διάγνωση. Δεν μπορεί να υπάρξει μεγάλη δύναμη χωρίς οικονομική ευημερία και τεχνολογική κυριαρχία, αλλά «η Ευρώπη δεν παράγει αρκετό κατά κεφαλήν πλούτο» και πρέπει να γίνει ένα ελκυστικό μέρος για επενδύσεις και καινοτομία. Κάτι τέτοιο απαιτεί τεράστιες ποσότητες κεφαλαίων -κι ένα καλά κουρδισμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα, που διοχετεύει τις αποταμιεύσεις σε πολλά υποσχόμενες επενδυτικές ευκαιρίες σε ολόκληρη την ήπειρο.
Το πρόβλημα είναι ότι η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση παραμένει αναποτελεσματική και «δεμένη» στα εθνικά σύνορα. Η προώθηση των τραπεζικών μεταρρυθμίσεων και των μεταρρυθμίσεων της κεφαλαιαγοράς είναι επομένως σημαντικότερη από ποτέ.
Πριν από μια δεκαετία οι ευρωπαϊκές τράπεζες είχαν γονατίσει. Η κρίση δημόσιου χρέους στον Νότο αποκάλυψε έναν φαύλο βρόγχο αναποτελεσματικότητας. Επειδή οι τράπεζες κατείχαν πολλά κρατικά χρέη και οι κυβερνήσεις έπρεπε να διασώσουν τις τράπεζες που αντιμετώπιζαν δυσκολίες, τα προβλήματα του ενός τομέα μολύναν τον άλλον. Οι δανειστές κατέστησαν ζημιογόνοι, μη αγαπητοί από τους επενδυτές και φορτωμένοι με μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Σήμερα αυτά τα επισφαλή δάνεια έχουν αποσυρθεί και τα κέρδη έχουν ανακάμψει. Φέτος η τιμή της μετοχής της UniCredit, ενός από τους μεγαλύτερους δανειστές της Ιταλίας, ξεπέρασε την αντίστοιχη της Meta. Οι μεγάλες τράπεζες υπόκεινται πλέον σε ευρωπαϊκή εποπτεία και ρύθμιση και όχι σε ένα συνονθύλευμα εθνικών μέτρων. Ωστόσο, οι τραπεζικές διεργασίες στην ήπειρο παραμένουν δυσκίνητες και περιορισμένες.
Η τραπεζική ένωση της Ευρώπης, που προτάθηκε για πρώτη φορά το 2012, παραμένει ατελής, κυρίως επειδή δεν έχει ακόμη δημιουργηθεί ένα κοινό σύστημα ασφάλισης καταθέσεων. Ένα από τα αποτελέσματα είναι ότι ο βρόγχος συνεχίζει να διατηρεί τη δύναμή του. Ένα άλλο είναι ότι η διασυνοριακή δραστηριότητα και ενοποίηση είναι ελάχιστη. Οι ρυθμιστικές αρχές φοβούνται ότι αν μια τράπεζα καταρρεύσει, θα είναι υπεύθυνες για τα δάνεια που έχουν χορηγηθεί σε επισφαλείς δανειολήπτες εκτός των συνόρων τους. Χωρίς ένα κοινό σύστημα ασφάλισης καταθέσεων, οι κυβερνήσεις απαιτούν από τις τράπεζες να χρησιμοποιούν καθεστώτα περίφραξης για να συσσωρεύουν ρευστότητα που θα μπορούσε να είχε αξιοποιηθεί πιο κερδοφόρα αλλού. Η ώρα να προωθηθεί ένα τέτοιο σύστημα είναι σίγουρα τώρα, όταν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι παντού χαμηλά και ακόμα και οι τράπεζες του Νότου είναι σε καλή κατάσταση.
Οι τράπεζες δεν είναι η μόνη πηγή χρηματοδότησης. Πολλά περισσότερα πρέπει επίσης να γίνουν για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς, η οποία μπορεί να συμβάλει στην κατανομή των κινδύνων. Οι εθνικές αγορές είναι υπανάπτυκτες: σύμφωνα με το ΔΝΤ, σε σύγκριση με τα δύο τρίτα στην Αμερική, μόνο το 30% της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων αποτελείται από διαπραγματεύσιμους τίτλους στη ζώνη του ευρώ. Κατά συνέπεια, οι τεράστιες αποταμιεύσεις των Ευρωπαίων είναι κλειδωμένες σε τραπεζικές καταθέσεις, οι μικρές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν χρηματοδότηση και οι επιχειρηματίες αναλαμβάνουν υπερβολικό κίνδυνο. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, ένα σοκ μιας ποσοστιαίας μονάδας στην ανάπτυξη του εθνικού ΑΕΠ οδηγεί σε πτώση της κατανάλωσης κατά 0,8 μονάδες στην ΕΕ, αλλά μόνο κατά 0,18 μονάδες στην Αμερική, όπου το πρόβλημα μοιράζεται μεταξύ των επενδυτών, των πιστωτών και της κυβέρνησης. Δεν είναι περίεργο που οι Αμερικανοί είναι πιο δραστήριοι.
Αν και το 2015 υποβλήθηκε πρόταση για μια ευρωπαϊκή ένωση κεφαλαιαγορών, δεν έχουν γίνει πολλά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι κανονισμοί που αφορούν θέματα όπως η αφερεγγυότητα, η φορολογία και η δημοσιοποίηση πρέπει να εναρμονιστούν, ώστε ένας επενδυτής να μη βλέπει καμία διαφορά μεταξύ ενός τίτλου στην Ελλάδα και ενός τίτλου στη Γερμανία. Σε σύγκριση με την επιβολή δασμών στα κινεζικά αυτοκίνητα, κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε εντυπωσιακό, ούτε εύκολο. Δηλώνει όμως την ατολμία της δημόσιας πολιτικής.
Οι δασμοί εξαπατούν τους Ευρωπαίους καταναλωτές αυξάνοντας το κόστος των κατά τα άλλα καλών και φθηνών προϊόντων. Συγκριτικά, οι χρηματοπιστωτικές μεταρρυθμίσεις διοχετεύουν τις μεγάλες αποταμιεύσεις της Ευρώπης σε κερδοφόρες επενδύσεις. Θα πρέπει να ενθαρρύνουν την καινοτομία και να καταστήσουν την οικονομία πιο ανθεκτική, κατανέμοντας ευρύτερα τον κίνδυνο. Η Ευρώπη δικαίως ανησυχεί ότι μένει πίσω καθώς η Αμερική και η Κίνα προηγούνται στον αγώνα για τεχνολογική υπεροχή. Βέβαια, όπως και με τις δύο υπερδυνάμεις, το μέγεθος μετράει. Για να συμβαδίσει, η Ευρώπη πρέπει να εκμεταλλευτεί το μέγεθός της στο έπακρο.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com
Διαβάστε επίσης:
Ρωσία: Γιατί ο Πούτιν θέλει έναν οικονομολόγο υπουργό Άμυνας
Μπλόκο στα bonus ΝΟΚ και από τον Δήμο Αθηναίων
Τι σημαίνει για την Ευρώπη η αναβολή της συμφωνίας BP – Adnoc με τη NewMed Energy