THEPOWERGAME
Μεταξύ 2021 και 2023 δύο τμήματα της φαρμακοβιομηχανίας βρίσκονταν σε αντίθετη τροχιά. Ο δείκτης των αμερικανικών μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών αυξήθηκε κατά ένα τρίτο, ξεπερνώντας την ευρύτερη χρηματιστηριακή αγορά χάρη στις ισχυρές πωλήσεις των blockbuster φαρμάκων. Ο δείκτης των μικρότερων εταιρειών βιοτεχνολογίας βυθίστηκε κατά περίπου το ίδιο ποσό, επιβαρυνόμενος από την άνοδο των επιτοκίων και την υποχώρηση του κλίματος ευφορίας της εποχής της πανδημίας για όλα τα ιατρικά πράγματα. Οι μη εισηγμένες νεοσύστατες εταιρείες βιοτεχνολογίας, όπως και οι περισσότερες νέες εταιρείες, αγωνίστηκαν να προσελκύσουν κεφάλαια. Πέρυσι άντλησαν μόλις 17 δισ. δολάρια σε επενδύσεις, από 37 δισ. δολάρια δύο χρόνια νωρίτερα. Λιγότερες εισήχθησαν στο χρηματιστήριο, ενώ χρεοκόπησαν περισσότερες.
Φέτος οι γίγαντες εξακολουθούν να παραμένουν ισχυροί. Στις 30 Απριλίου η Eli Lilly, κατασκευάστρια μιας δημοφιλούς θεραπείας απώλειας βάρους, ανακοίνωσε άλλη μια δόση ισχυρών τριμηνιαίων αποτελεσμάτων. Στις 2 Μαΐου η Novo Nordisk, η δανέζικη αντίπαλος με το δικό της επιτυχημένο φάρμακο κατά της παχυσαρκίας, έκανε το ίδιο. Μαζί οι δύο εταιρείες αξίζουν 1,2 τρισ. δολάρια, από 350 δισ. δολάρια πριν από τρία χρόνια. Ωστόσο, βελτιώσεις παρατηρούνται και στις μικρές νεοφυείς επιχειρήσεις βιοτεχνολογίας, γεγονός που μεταφράζεται σε καλά νέα για τους επενδυτές, τους ασθενείς και τη φαρμακοβιομηχανία στο σύνολό της.
Τους πρώτους τρεις μήνες του 2024 οι επενδυτές εισέφεραν 5,1 δισ. δολάρια σε νεοσύστατες επιχειρήσεις βιοτεχνολογίας, το μεγαλύτερο ποσό των τελευταίων επτά τριμήνων. Από τον Ιανουάριο μέχρι σήμερα οκτώ εταιρείες ξεκίνησαν αρχικές δημόσιες προσφορές, συγκεντρώνοντας συνολικά 1,5 δισ. δολάρια, έναντι 2,5 δισ. δολαρίων για όλες εκείνες που εισήχθησαν στο χρηματιστήριο το 2023. Άλλες εννέα έχουν πωληθεί σε μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες για 1 δισ. δολάρια ή περισσότερα -η πιο ενεργή έναρξη έτους εδώ και μια δεκαετία. Τον Φεβρουάριο η Novartis, ένας ελβετικός φαρμακευτικός τιτάνας, δήλωσε ότι σκόπευε να αγοράσει τη MorphoSys, μια γερμανική εταιρεία που ειδικεύεται στον καρκίνο, έναντι 2,9 δισ. δολαρίων. Τον επόμενο μήνα η AstraZeneca, ένας βρετανο-σουηδικός κολοσσός, εξαγόρασε δύο εταιρείες βιοτεχνολογίας για πάνω από 3 δισ. δολάρια. Η IQVIA, μια εταιρεία ερευνών, αναμένει φέτος 180-200 δισ. δολάρια σε συμφωνίες βιοτεχνολογίας και φαρμάκου, από 85 δισ. δολάρια το 2022.
Ένας λόγος γι’ αυτήν την αναζωογόνηση είναι το επώδυνo ξεκαθάρισμα των τελευταίων δύο ετών. Πολλές επιχειρήσεις με δυσοίωνες προοπτικές εξαλείφθηκαν. Ο αριθμός των πτωχεύσεων στον τομέα της βιοτεχνολογίας το 2023 ήταν ο υψηλότερος της τελευταίας δεκαετίας. Αυτές που παρέμειναν είναι, κατά μέσο όρο, πιο ανθεκτικές. Οι πιο προσγειωμένες αποτιμήσεις τους τις καθιστούν επίσης πιο ελκυστικούς στόχους εξαγοράς για τις πλούσιες σε μετρητά μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες. Η IQVIA υπολογίζει ότι δεκαπέντε από τις μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες του κόσμου έχουν στη διάθεσή τους συλλογικά 800 δισ. δολάρια για συγχωνεύσεις και εξαγορές.
Ανυπομονούν να χρησιμοποιήσουν αυτά τα χρήματα, ιδίως καθώς πολλές από τις προσοδοφόρες πατέντες τους πρόκειται να λήξουν. Η Evaluate, πάροχος δεδομένων, εκτιμά ότι το 2028 επώνυμα φάρμακα με συνδυασμένες ετήσιες πωλήσεις 100 δισ. δολαρίων θα χάσουν την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, το οποίο σημαίνει ότι κινδυνεύουν να αντικατασταθούν από φτηνά εναλλακτικά γενόσημα (βλ. διάγραμμα 1). Την τελευταία δεκαετία το αντίστοιχο ποσό ήταν, κατά μέσο όρο, 33 δισ. δολάρια. Ταυτόχρονα, η εξεύρεση νέων θεραπειών γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Ο Jack Scannell, επικεφαλής της Etheros Pharmaceuticals, μιας εταιρείας βιοτεχνολογίας, ανέλυσε τους προϋπολογισμούς έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) των μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών και τις εγκρίσεις των ρυθμιστικών αρχών. Διαπιστώνει ότι στη δεκαετία του 1960 1 δισ. δολάρια σε έρευνα και ανάπτυξη (σε τιμές 2008) είχαν αποτέλεσμα περίπου δέκα νέες εγκρίσεις φαρμάκων. Σήμερα με το ίδιο 1 δισ. δολάρια δεν επιτυγχάνεται ούτε μία (βλ. διάγραμμα 2).
Η απάντηση των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών ήταν να παραμείνουν στο μάρκετινγκ και τη διανομή και να αναθέσουν σε τρίτους μεγάλο μέρος της καινοτομίας στον τομέα της βιοτεχνολογίας. Το 2023 το 57% όλων των νέων φαρμάκων που θα εγκριθούν στην Αμερική θα προέρχονται από μικρές εταιρείες, από 40% οκτώ χρόνια νωρίτερα. Οι νεοσύστατες εταιρείες είναι υπεύθυνες για περισσότερες από τρεις στις τέσσερις νέες κλινικές δοκιμές σε πρώιμο στάδιο και δύο στις τρεις σε προχωρημένο (βλ. διάγραμμα 3). Ο Kasim Kutay, διευθύνων σύμβουλος της Novo Holdings, η οποία κατέχει πλειοψηφικό μερίδιο στη Novo Nordisk και συμμετοχές σε άλλες εταιρείες υγειονομικής περίθαλψης όλων των μεγεθών, πιστεύει ότι η μοναδική εστίαση των πιο σβέλτων εταιρειών βιοτεχνολογίας σε μια συγκεκριμένη περιοχή νόσου μπορεί να τους δώσει καλύτερες πιθανότητες επιτυχίας στην ανάπτυξη φαρμάκων σε σύγκριση με τις εκτεταμένες μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες.
Αυτές οι πιθανότητες θα μπορούσαν να βελτιωθούν ακόμα περισσότερο χάρη στην τεχνητή νοημοσύνη. Οι φαρμακοβιομηχανίες παίζουν με τη μηχανική μάθηση εδώ και χρόνια. Η εταιρεία συμβούλων BCG έχει εντοπίσει περίπου 200 εταιρείες που ιδρύθηκαν την τελευταία δεκαετία και χρησιμοποιούν αλγόριθμους για την εύρεση υποσχόμενων μορίων. Πολλές από αυτές έχουν να επιδείξουν ελάχιστα αποτελέσματα. Η Benevolentai και η Exscientia, δύο νεοσύστατες επιχειρήσεις από τη Βρετανία, ανακοίνωσαν πρόσφατα απογοητευτικά αποτελέσματα από κλινικές δοκιμές για τα φάρμακα που ανακάλυψαν με τεχνητή νοημοσύνη (για τη θεραπεία του εκζέματος και του καρκίνου, αντίστοιχα).
Ωστόσο, οι πρόσφατες ραγδαίες εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη δημιουργούν ελπίδες ότι μπορεί να κάνει την Ε&Α πιο παραγωγική, αυτήν τη φορά πραγματικά. Ο Christoph Meier της BCG προβλέπει ένα κύμα φαρμάκων που θα προέρχονται από την τεχνητή νοημοσύνη. Τον Ιανουάριο η Isomorphic Labs, μια νεοσύστατη εταιρεία που προήλθε από το εργαστήριο τεχνητής νοημοσύνης της Google, υπέγραψε συμφωνίες με την Eli Lilly και τη Novartis αξίας σχεδόν 3 δισ. δολαρίων για τη χρήση της πλατφόρμας της για την ανακάλυψη θεραπειών με μικρά μόρια. Τον Απρίλιο η Xaira, μια νεοφυής επιχείρηση ανακάλυψης φαρμάκων από τεχνητή νοημοσύνη, συγκέντρωσε 1 δισ. δολάρια, σε έναν από τους μεγαλύτερους γύρους χρηματοδότησης στην ιστορία της βιοτεχνολογίας. Η Insilico, μια άλλη νεοφυής επιχείρηση που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη, λέει ότι το λογισμικό της εντόπισε έναν νέο φαρμακευτικό στόχο και σχεδίασε ένα μόριο κατάλληλο για δοκιμές σε ανθρώπους σε μόλις 18 μήνες και με κόστος 2,7 εκατ. δολάρια.
Αυτό το ποσό είναι ευτελές σε σύγκριση με τα δισεκατομμύρια που ξοδεύουν οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες στις μέρες μας για ένα χαρτοφυλάκιο φαρμάκων, από τα οποία μόνο ένα στα δέκα τείνει να εγκριθεί. Εάν η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να μειώσει το ποσοστό αποτυχίας ακόμα και κατά μερικές ποσοστιαίες μονάδες, θα μπορούσε να έχει τεράστιο οικονομικό αντίκτυπο, λέει ο Pratap Khedkar, επικεφαλής της εταιρείας συμβούλων τεχνολογίας υγείας ZS. Κάτι τέτοιο θα ήταν ευεργετικό για τις εταιρείες βιοτεχνολογίας, τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, αλλά κυρίως για τους ασθενείς.
© 2024 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com