THEPOWERGAME
Τα παχύσαρκα άτομα αντιμετωπίζουν διακρίσεις σε πολλά κομμάτια της ζωής τους και ο χώρος εργασίας δεν αποτελεί εξαίρεση. Μελέτες έχουν δείξει εδώ και καιρό ότι οι παχύσαρκοι εργαζόμενοι, που ορίζονται ως εκείνοι με δείκτη μάζας σώματος (BMI) 30 ή περισσότερο, κερδίζουν σημαντικά λιγότερα από τους πιο αδύνατους συναδέλφους τους. Στην Αμερική αρκετές πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις μελετούν νόμους κατά αυτής της μεταχείρισης. Στις 22 Νοεμβρίου μια τέτοια απαγόρευση τέθηκε σε ισχύ και στη Νέα Υόρκη.
Ωστόσο, το κόστος των διακρίσεων λόγω βάρους μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι πιστεύαμε. «Υπάρχουν συντριπτικά στοιχεία», έγραψε το Institute for Employment Studies, ένα βρετανικό κέντρο μελετών, σε πρόσφατη έκθεσή του, «που καταδεικνύουν ότι μόνο οι παχύσαρκες γυναίκες βιώνουν τη μισθολογική ποινή της παχυσαρκίας». Εξέφραζε μια άποψη που προβάλλεται ευρέως σε ακαδημαϊκές εργασίες. Για να την ελέγξει, ο Economist ανέλυσε στοιχεία που αφορούσαν 23.000 εργαζομένους από την αμερικανική Έρευνα για τη Χρήση του Χρόνου, που διενεργήθηκε από το Γραφείο Στατιστικών Εργασίας. Η ανάλυση των αριθμών μάς δείχνει ότι, στην πραγματικότητα, η παχυσαρκία βλάπτει τις αποδοχές τόσο των γυναικών όσο και των ανδρών.
Τα στοιχεία που αναλύσαμε καλύπτουν άνδρες και γυναίκες ηλικίας μεταξύ 25 και 54 ετών που εργάζονται με πλήρη απασχόληση. Σε συνολικό επίπεδο, είναι αλήθεια ότι ο δείκτης μάζας σώματος των ανδρών δεν σχετίζεται με τους μισθούς τους. Αυτό όμως αλλάζει για τους άνδρες με πανεπιστημιακά πτυχία. Γι’ αυτούς, η παχυσαρκία συνδέεται με μισθολογική ποινή σχεδόν 8%, ακόμα και αφού ληφθούν υπόψη οι ξεχωριστές επιδράσεις της ηλικίας, της φυλής, της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης και της οικογενειακής κατάστασης. Όταν επαναλάβαμε την ανάλυσή μας, χρησιμοποιώντας ένα διαφορετικό σύνολο δεδομένων που καλύπτει σχεδόν 90.000 άτομα, από το υπουργείο Υγείας και Κοινωνικών Υπηρεσιών, πήραμε παρόμοια αποτελέσματα.
Το συμπέρασμα -ότι οι μορφωμένοι εργαζόμενοι τιμωρούνται ιδιαίτερα για το βάρος τους- ισχύει και για τα δύο φύλα. Επιπλέον, όσο υψηλότερο είναι το μορφωτικό επίπεδο τόσο μεγαλύτερη είναι η ποινή. Διαπιστώσαμε ότι οι παχύσαρκοι άνδρες με πτυχίο κερδίζουν 5% λιγότερα από τους λεπτότερους συναδέλφους τους, ενώ εκείνοι με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών κερδίζουν 14% λιγότερα. Οι παχύσαρκες γυναίκες εξακολουθούν να βρίσκονται σε χειρότερη θέση: γι’ αυτές τα αντίστοιχα νούμερα είναι 12% και 19% αντίστοιχα.
Το επάγγελμα κάνει επίσης τη διαφορά. Όταν αναλύσαμε τους αριθμούς για τα επιμέρους επαγγέλματα και κλάδους, διαπιστώσαμε τις μεγαλύτερες ανισότητες σε θέσεις εργασίας υψηλής ειδίκευσης. Οι παχύσαρκοι εργαζόμενοι στην υγειονομική περίθαλψη, για παράδειγμα, κερδίζουν 11% λιγότερα από τους πιο αδύνατους συναδέλφους τους. Όσοι εργάζονται σε διευθυντικές θέσεις, κερδίζουν κατά μέσο όρο περίπου 9% λιγότερα. Εν τω μεταξύ, σε τομείς όπως οι κατασκευές και η γεωργία, η παχυσαρκία συνδέεται με υψηλότερους μισθούς.
Τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ότι το συνολικό κόστος των μισθολογικών διακρίσεων που επωμίζονται οι υπέρβαροι εργαζόμενοι στην Αμερική είναι μεγάλο. Ας υποθέσουμε ότι οι παχύσαρκες γυναίκες, αλλά όχι οι άνδρες, αντιμετωπίζουν μισθολογική ποινή 7% (ο μέσος όρος για όλες αυτές τις γυναίκες στο δείγμα μας) και ότι αυτό είναι το ίδιο ανεξάρτητα από το επίπεδο εκπαίδευσής τους. Τότε, ένας αδρομερής υπολογισμός υποδηλώνει ότι επωμίζονται συνολικό κόστος περίπου 30 δισ. δολαρίων ετησίως. Αν όμως συνυπολογίσετε τόσο τις διακρίσεις που αντιμετωπίζουν οι άνδρες όσο και την υψηλότερη μισθολογική ποινή που υφίστανται οι πιο μορφωμένοι (οι οποίοι τείνουν επίσης να κερδίζουν περισσότερα), το συνολικό κόστος γι’ αυτήν τη διευρυμένη ομάδα υπερδιπλασιάζεται, σε 70 δισ. δολάρια ετησίως.
Τι μπορεί να γίνει; Αρκετές πόλεις, όπως το Σαν Φρανσίσκο και η Ουάσινγκτον, έχουν ήδη απαγορεύσει τις διακρίσεις λόγω εμφάνισης. Κάποιες ακόμα πολιτείες -συμπεριλαμβανομένων της Μασαχουσέτης, της Νέας Υόρκης, του Νιου Τζέρσεϊ και του Βερμόντ- εξετάζουν παρόμοια νομοσχέδια. Η απαγόρευση που άρχισε να εφαρμόζει η πόλη της Νέας Υόρκης στις 22 Νοεμβρίου αφορά τις διακρίσεις με βάση το βάρος στην απασχόληση, τη στέγαση και τα δημόσια καταλύματα, όπως τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια. Δυστυχώς, είναι απίθανο να καταφέρει πολλά. Όταν περιορίσαμε την ανάλυσή μας στους εργαζόμενους στο Μίσιγκαν, όπου μια παρόμοια απαγόρευση ισχύει εδώ και σχεδόν 50 χρόνια, διαπιστώσαμε ότι η μισθολογική ποινή για την παχυσαρκία δεν ήταν χαμηλότερη απ’ ό,τι στην Αμερική ως σύνολο. Η απαγόρευση των προκαταλήψεων είναι ένα πράγμα. Η εξάλειψή τους από την κοινωνία είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.
© 2023 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com