THEPOWERGAME
Η απαλλαγή από τα παλιά ελαστικά αποτελεί εδώ και καιρό πρόβλημα. Κάθε χρόνο περισσότερα από ένα δισεκατομμύριο φτάνουν στο τέλος της διαδρομής τους. Μέχρι πρόσφατα, τα περισσότερα πετάγονταν σε χώρους υγειονομικής ταφής ή συσσωρεύονταν σε αποθήκες, οι οποίες περιστασιακά έπιαναν φωτιά. Οι αυστηρότεροι περιβαλλοντικοί νόμοι σημαίνουν ότι πολλές χώρες επιμένουν πλέον στην ανακύκλωση των ελαστικών, η οποία, κατά κάποιον τρόπο, συμβαίνει. Ορισμένες από τις μεθόδους μπορεί να είναι καλύτερες από την απόρριψή τους, αλλά δεν είναι ιδιαίτερα «πράσινες».
Η ανάκτηση ενέργειας είναι μια κοινή μέθοδος. Περιλαμβάνει την καύση ελαστικών σε αποτεφρωτήρα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή ως συμπληρωματικό καύσιμο για την παροχή θερμότητας σε κλιβάνους τσιμέντου και άλλες βιομηχανικές διεργασίες. Αυτή, όμως, η πρακτική παράγει ρύπανση που θερμαίνει τον πλανήτη. Τα ελαστικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν ολόκληρα ή τεμαχισμένα σε κατασκευαστικά έργα, όπως η κατασκευή αναχωμάτων ή η επισκευή δρόμων. Υπάρχουν, ωστόσο, ανησυχίες σχετικά με τις χημικές ουσίες που εκπλένονται και μολύνουν το έδαφος.
Ορισμένες επιχειρήσεις, ως εκ τούτου, έχουν αρχίσει να διερευνούν μια εναλλακτική, θετικά συμμετρική ιδέα. Δεδομένου ότι τα ελαστικά κατασκευάζονται κυρίως από υδρογονάνθρακες, θα πρέπει να είναι κατ’ αρχήν δυνατόν τα παλιά ελαστικά να μετατρέπονται σε καύσιμο χαμηλών εκπομπών άνθρακα, το οποίο θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη λειτουργία των οχημάτων από τα οποία προέρχονται.
Μία από τις πιο φιλόδοξες εταιρείες που κυνηγούν αυτήν την ιδέα είναι η Wastefront, η οποία εδρεύει στο Όσλο της Νορβηγίας. Αργότερα φέτος η εταιρεία θα ξεκινήσει την κατασκευή μιας γιγαντιαίας μονάδας ανακύκλωσης ελαστικών στο Σάντερλαντ της βορειοανατολικής Αγγλίας. Σε δύο χρόνια, όταν το εργοστάσιο θα είναι πλήρως λειτουργικό, θα είναι σε θέση να μετατρέψει 8 εκατ. παλιά ελαστικά σε νέα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων περίπου 25.000 τόνων ενός γλοιώδους μαύρου υγρού που ονομάζεται έλαιο προερχόμενο από ελαστικά (TDO).
Η διαδικασία λειτουργεί με την αποδόμηση του ελαστικού στα τρία κύρια συστατικά του. Το ένα είναι ο χάλυβας, ο οποίος χρησιμοποιείται για τη στήριξη της δομής του ελαστικού και μπορεί εύκολα να ανακυκλωθεί. Το δεύτερο είναι ο άνθρακας σε μορφή σκόνης, που μοιάζει με αιθάλη και χρησιμοποιείται για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας του ελαστικού. Το τρίτο είναι το καουτσούκ. Κάποιο από αυτό είναι φυσικό καουτσούκ, που λαμβάνεται από τον χυμό των καουτσουκόδεντρων, ενώ κάποιο είναι συνθετικό, το οποίο παρασκευάζεται σε εργοστάσια από αργό πετρέλαιο.
Για να γίνει η αποδόμηση, τα ελαστικά πρώτα τεμαχίζονται και αφαιρούνται τα χαλύβδινα στηρίγματα. Στη συνέχεια, το υπόλοιπο υλικό περνάει από μια διαδικασία που ονομάζεται πυρόλυση, η οποία περιλαμβάνει την έκθεση του υλικού σε υψηλές θερμοκρασίες απουσία αέρα. Η διαδικασία προκαλεί την αποσύνθεση του καουτσούκ σε ένα μείγμα αερίων υδρογονανθράκων, τα οποία απομακρύνονται. Αυτό που απομένει είναι καθαρή αιθάλη.
Μόλις το αέριο που απομακρύνεται κρυώσει, ένα μέρος του υγροποιείται σε TDO. Τα υπόλοιπα αέρια, που περιλαμβάνουν μεθάνιο, διοχετεύονται πίσω για να καούν, τροφοδοτώντας τον αντιδραστήρα. Έτσι, λέει ο Vianney Valès, επικεφαλής της Wastefront, δημιουργείται ένα σύστημα κλειστού κυκλώματος που αποτρέπει τις εκπομπές. Η συνολική παραγωγή της διαδικασίας κατά βάρος είναι 40% TDO, 30% αιθάλη, 20% χάλυβας και 10% αέριο.
Η αιθάλη μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί για την κατασκευή νέων ελαστικών, κάτι που ενδιαφέρει τους κατασκευαστές ελαστικών επειδή βοηθά τις προσπάθειες της βιομηχανίας να γίνει ουδέτερη ως προς τον άνθρακα. Η παραγωγή νέας αιθάλης απαιτεί τη μερική καύση υπολειμμάτων βαρέως πετρελαίου ή άνθρακα, η οποία παράγει πολλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Το ανακτημένο TDO είναι παρόμοιο με το φρέσκο αργό πετρέλαιο και είναι κατάλληλο για την παραγωγή ντίζελ. Για να γίνει αυτό, η Wastefront συνεργάζεται με τη Vitol, μια ελβετική εταιρεία που είναι ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος έμπορος πετρελαίου στον κόσμο και η οποία λειτουργεί ορισμένα διυλιστήρια σε όλο τον κόσμο.
Αν και δεν είναι εντελώς ουδέτερο ως προς τον άνθρακα, το ντίζελ που παράγεται από TDO προκαλεί 80%-90% μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, του κύριου αερίου του θερμοκηπίου, σε σύγκριση με το συμβατικό καύσιμο. Η μελλοντική αγορά για καθαρότερα καύσιμα είναι πιθανό να παραμείνει σημαντική, παρ’ όλο που τα ηλεκτρικά οχήματα αντικαθιστούν σταθερά τα οχήματα με κινητήρες εσωτερικής καύσης. Τα οχήματα που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα θα παραμείνουν στους δρόμους για τις επόμενες δεκαετίες, ιδίως τα μεγάλα εμπορικά οχήματα, όπως τα φορτηγά, τα οποία είναι πιο δύσκολο να ηλεκτροδοτηθούν και τα οποία καίνε μεγάλες ποσότητες ντίζελ. Το καύσιμο θα είναι επίσης απαραίτητο για τα τρένα και τα πλοία. Έτσι, οτιδήποτε συμβάλλει στον καθαρισμό των συνολικών εκπομπών κατά τη διάρκεια μιας μακράς μετάβασης προς την ηλεκτροκίνηση των μεταφορών είναι χρήσιμο -ιδιαίτερα αν συρρικνώνει ένα σωρευτικό πρόβλημα αποβλήτων.
© 2023 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com