THEPOWERGAME
Οι επισκέπτες της Τουρκίας ανακαλύπτουν, συχνά με έκπληξη, ότι σε μια χώρα που υποτίθεται ότι μαστίζεται από οικονομική δυσπραγία, τα εστιατόρια, στις μεγάλες πόλεις τουλάχιστον, είναι συχνά κατάμεστα. Ωστόσο, τα φαινόμενα απατούν. Ένας σημαντικός λόγος για την αναπάντεχη αυτή τύρβη είναι ότι οι Τούρκοι της μεσαίας τάξης προτιμούν να ξοδέψουν τα κέρδη τους σήμερα, παρά να βλέπουν τον πληθωρισμό, που επισήμως ανέρχεται στο 55%, αλλά πιστεύεται ότι είναι πολύ υψηλότερος, να ροκανίζει τις αποταμιεύσεις τους αύριο.
Μειώνοντας τα επιτόκια, ακόμα και με τις τιμές να καλπάζουν, και επιτρέποντας την καταπόντιση της λίρας, ο πρόεδρος της Τουρκίας, Recep Tayyip Erdogan, ήλπιζε ότι θα ενίσχυε την οικονομία της χώρας, κάνοντας τις εξαγωγές φθηνότερες και ενθαρρύνοντας την εγχώρια παραγωγή. Το μείγμα πολιτικής, που επαναδιατυπώθηκε ως «νέο οικονομικό πρόγραμμα» της Τουρκίας, θα έφερνε τον πληθωρισμό σε μονοψήφια ποσοστά πριν από τις φετινές προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, υποσχέθηκε ο υπουργός Οικονομικών του. Ωστόσο, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν σύμφωνα με το σχέδιο.
Οι εισαγωγές, οι οποίες είναι πλέον πολύ ακριβότερες, αλλά αναγκαίες, έχουν επισκιάσει τις εξαγωγές, με αποτέλεσμα η Τουρκία να έχει το μεγαλύτερο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Ο πληθωρισμός μπορεί να έχει μειωθεί από το υψηλό 85% πέρυσι, χάρη, όχι στις κυβερνητικές πολιτικές, αλλά μάλλον στη επίδραση της βάσης σύγκρισης. Εντούτοις, παραμένει μακράν ο υψηλότερος στο πλαίσιο των χωρών του ΟΟΣΑ. Η ανάπτυξη συνεχίζεται, αλλά αυτό οφείλεται λιγότερο στις εξαγωγές και περισσότερο σε μια μη βιώσιμη αύξηση της κατανάλωσης. Το οικονομικό μοντέλο του κ. Erdogan φαίνεται να έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του.
Η κακή κατάσταση της οικονομίας, η οποία επιδεινώθηκε από τους σεισμούς που κόστισαν τη ζωή σε πάνω από 50.000 ανθρώπους στα νότια της χώρας στις αρχές Φεβρουαρίου, έχει καταστήσει ζοφερότερες τις προοπτικές του κ. Erdogan για τις εκλογές. Οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο ηγέτης της Τουρκίας υπολείπεται του κοινού υποψηφίου της αντιπολίτευσης για την προεδρία, Kemal Kılıçdaroğlu, κατά τέσσερις ή περισσότερες μονάδες. Για έναν ισχυρό λαϊκιστή, ο οποίος απολαμβάνει τα προνόμια ενός δουλικού ειδησεογραφικού δικτύου και τον έλεγχο των θεσμών της χώρας, αυτή η διαφορά δεν είναι ανυπέρβλητη, αλλά παραμένει η μεγαλύτερη που έχει αντιμετωπίσει ποτέ ο κ. Erdogan πριν από οποιεσδήποτε σημαντικές εκλογές.
Το πώς σκοπεύει να την καλύψει παραμένει ασαφές. Οι εκλογές έχουν οριστεί για τις 14 Μαΐου, με επαναληπτικές στις 28 Μαΐου, εάν κανένας υποψήφιος δεν συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία στην προεδρική αναμέτρηση. Και παρ’ όλο που στην Τουρκία τείνουν να συμβαίνουν περισσότερα σε δύο μήνες απ’ ό,τι στις περισσότερες άλλες χώρες σε δύο χρόνια, ο κ. Erdogan φαίνεται να ξεμένει από ιδέες, ιδίως όσον αφορά την οικονομία. Βλέποντας μια ιστορική ευκαιρία, η αντιπολίτευση συσπειρώνεται. Στις 22 Μαρτίου το κυριότερο κουρδικό κόμμα της χώρας δήλωσε ότι, παρά τους αρχικούς φόβους ότι θα το έκανε, δεν θα κατεβάσει δικό του υποψήφιο για την προεδρία, υποδηλώνοντας ότι θα υποστηρίξει τον κ. Kılıçdaroğlu και θα αποφύγει τη διάσπαση της ψήφου της αντιπολίτευσης.
Προς το παρόν, ο κ. Erdogan δείχνει, τουλάχιστον στον έξω κόσμο, ότι είναι πρόθυμος να δείξει «διαγωγή κοσμιoτάτη». Στις 17 Μαρτίου ενέκρινε την αίτηση της Φινλανδίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, την οποία είχε μπλοκάρει από πέρυσι (η Σουηδία, μια άλλη υποψήφια για ένταξη στο ΝΑΤΟ, την οποία η Τουρκία κατηγορεί ότι φιλοξενεί Κούρδους μαχητές, περιμένει ακόμα την έγκρισή του). Η Τουρκία απαγόρευσε επίσης τη διαμετακόμιση προς τη Ρωσία μέσω του εδάφους της αγαθών που υπόκεινται σε κυρώσεις, μια μεγάλη πηγή τριβής με τους συμμάχους της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Πιο πρόσφατα, ο κ. Erdogan ζήτησε από τον Mehmet Simsek, έναν από τους αρχιτέκτονες της ανάπτυξης της Τουρκίας στις αρχές της δεκαετίας του 2000, να επανενταχθεί στην ομάδα του. Ο κ. Simsek, ο οποίος είχε αντικατασταθεί από τσάρος της οικονομίας της κυβέρνησης από τον γαμπρό του κ. Erdogan το 2018, αρνήθηκε.
Ένας λόγος γι’ αυτήν την αλλαγή συμπεριφοράς μπορεί να είναι οι σεισμοί του περασμένου μήνα, οι οποίοι ισοπέδωσαν ολόκληρες πόλεις και κωμοπόλεις στη νότια Τουρκία, εκτοπίζοντας περίπου 3,3 εκατομμύρια ανθρώπους. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης, η ανοικοδόμηση αναμένεται να κοστίσει περισσότερα από 100 δισ. δολάρια. Δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων αυτών θα πρέπει να προέλθει από δυτικές χώρες, ο κ. Erdogan έχει κάθε λόγο να θέλει να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τους ξένους επενδυτές και συμμάχους.
Η καθυστερημένη αντίδραση της κυβέρνησης στους σεισμούς μείωσε την υποστήριξη προς τον κ. Erdogan και το κόμμα του, Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚ). Ωστόσο, η κλίμακα της τραγωδίας μετέτρεψε επίσης αυτό που μέχρι τώρα θα ήταν μια δυνατή και επιθετική προεκλογική εκστρατεία σε μια πιο ζοφερή υπόθεση-ευλογία για την αντιπολίτευση. Ο κ. Erdogan έχει συνηθίσει να κάνει προεκλογική εκστρατεία ως πρόεδρος σε καιρό πολέμου, επικαλούμενος απειλές για την εθνική ασφάλεια, όπως μια βίαιη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, για να κατηγορήσει τους αντιπάλους του για προδοσία και τις δυτικές κυβερνήσεις και χρηματοδότες για συνωμοσία κατά της Τουρκίας. Με τις εικόνες του σεισμού και των ξένων και τουρκικών ομάδων να εργάζονται δίπλα-δίπλα για τη διάσωση των επιζώντων ακόμα νωπές στο μυαλό των περισσότερων ψηφοφόρων, μπορεί να υπάρχει λιγότερο περιθώριο για τέτοιου είδους παραλήρημα.
Ωστόσο, αν υποθέσουμε ότι ο κίνδυνος απώλειας της εξουσίας γίνει εντονότερος, ο κ. Erdogan μπορεί να αρχίσει να ξαναβρίσκει τον παλιό «καλό» του εαυτό. Μια επιλογή μπορεί να είναι μια νέα αντιπαράθεση με την Ελλάδα για τα θαλάσσια σύνορα, λέει ο Selim Koru, αναλυτής στο Ίδρυμα Ερευνών Οικονομικής Πολιτικής της Τουρκίας. Οι εκλογές στην Ελλάδα, που επίσης αναμένονται τον Μάιο, καθιστούν πιο πιθανό τον κίνδυνο μιας σύγκρουσης, στην καλύτερη περίπτωση με λόγια και στη χειρότερη με όπλα. Η εσωτερική πολιτική μπορεί να επικρατήσει έναντι της ψυχραιμίας. «Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτοί οι τύποι θα αποχωρήσουν ήσυχα», λέει ο κ. Koru, αναφερόμενος στον κ. Erdogan και την αυλή του.
Όσον αφορά την οικονομία, οι επιλογές του Τούρκου ηγέτη είναι πιο περιορισμένες. Τους τελευταίους τρεις μήνες η κυβέρνηση αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά 55%, υπερδιπλασίασε τη βασική σύνταξη και ψήφισε νόμο που καθιστά εκατομμύρια Τούρκους επιλέξιμους για πρόωρη συνταξιοδότηση. Ο κ. Erdogan ενδέχεται να ανακοινώσει περαιτέρω παροχές κατά τη διάρκεια του ιερού μήνα του Ραμαζανιού, ο οποίος άρχισε στις 23 Μαρτίου. Η μεγαλύτερη ελπίδα του, ωστόσο, είναι ότι η οικονομία, η οποία αναπτύχθηκε εντυπωσιακά, κατά 5,6% πέρυσι, κυρίως χάρη στα αστεία φθηνά δάνεια και την έξαρση της καταναλωτικής ζήτησης, θα συνεχίσει να βρίσκεται σε δίνη μέχρι τις εκλογές.
Ο κ. Erdogan κρατά όλους τους μοχλούς της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής στα χέρια του, αλλά τους κινεί προς αντίθετες κατευθύνσεις. Οι μειώσεις του επιτοκίου αναφοράς κατά περισσότερες από δέκα ποσοστιαίες μονάδες από το 2021 οδήγησαν τη λίρα σε νέα βουτιά πέρυσι, αλλά επέτρεψαν στις εξαγωγές να φτάσουν στο ρεκόρ των 254 δισ. δολαρίων. Οι εισαγωγές, ωστόσο, εκτινάχθηκαν στα 364 δισ. δολάρια, επίσης νέο υψηλό ρεκόρ. Τον Ιανουάριο το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το μέτρο του ισοζυγίου πληρωμών της Τουρκίας με τον υπόλοιπο κόσμο, διογκώθηκε στα 10 δισ. δολάρια.
Ωστόσο, για να αποτρέψουν την περαιτέρω πτώση της λίρας, οι Τούρκοι αξιωματούχοι έχουν περιορίσει τα τραπεζικά δάνεια, ενώ πούλησαν δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια συναλλαγματικών αποθεμάτων, αφήνοντας τα ταμεία της κεντρικής τράπεζας σχεδόν άδεια. Η λίρα, η οποία έχει χάσει το εντυπωσιακό 80% της αξίας της έναντι του δολαρίου μέσα σε πέντε χρόνια, έχει πλέον σταθεροποιηθεί, αλλά μόνο εις βάρος των ίδιων των εξαγωγέων, που αναμενόταν να ωφεληθούν από το μοντέλο του κ. Erdogan. Οι Τούρκοι εξαγωγείς λένε τώρα ότι το νόμισμα είναι υπερτιμημένο και συμπιέζει τα κέρδη. «Έχουν εθιστεί στη συναλλαγματική ισοτιμία», λέει ο Cevdet Akcay, οικονομολόγος. «Ήταν εκστασιασμένοι, αλλά τώρα διαμαρτύρονται ξανά».
Οι απλοί Τούρκοι, εν τω μεταξύ, πληρώνουν τον λογαριασμό του πειράματος του κ. Ερντογάν, με τη μορφή της κρίσης του κόστους ζωής. Εκτός από τη διαχείριση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, η κυβέρνηση δεν έχει κάνει σχεδόν τίποτα για να συγκρατήσει την αύξηση των τιμών. Στις 23 Μαρτίου η κεντρική τράπεζα της χώρας διατήρησε αμετάβλητο το επιτόκιο αναφοράς, στο 8,5%. Προσαρμοσμένη για πληθωρισμό, η πίστωση στην Τουρκία είναι φθηνότερη απ’ οπουδήποτε αλλού στον κόσμο.
Η οικονομία τρέχει με δανεικό χρόνο, λέει η Selva Demiralp του Πανεπιστημίου Koc της Κωνσταντινούπολης. «Προσπαθούν να διατηρήσουν το σημερινό σύστημα μέχρι τις εκλογές, πριν εκραγεί», λέει για τον κ. Erdogan και το υπουργικό του συμβούλιο. «Χωρίς επιστροφή στις εργοστασιακές ρυθμίσεις, η Τουρκία μπορεί σύντομα να αντιμετωπίσει μια νέα νομισματική κρίση και μια νέα αύξηση των τιμών καταναλωτή. Ο έλεγχος του πληθωρισμού θα είναι αρκετά δύσκολος για τη νέα κυβέρνηση», λέει ο κ. Akcay. «Για την παρούσα, είναι αδύνατος».
© 2023 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com