THEPOWERGAME
Σκεφτείτε τον ακόλουθο γρίφο. Το 2021 οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων άντλησαν το ποσό-ρεκόρ των 150 δισ. δολαρίων σε νέα μετρητά. Παρά την επιβράδυνση της αγοράς, έσπασαν το ρεκόρ για άλλη μια φορά το 2022, συγκεντρώνοντας περισσότερα από 160 δισ. δολάρια. Τμήματα από αυτά έχουν ήδη δαπανηθεί, αλλά σχεδόν 300 δισ. δολάρια «ζεστά και μετρητά» περιμένουν να χρησιμοποιηθούν. Πράγματι, οι δαπάνες μειώθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022. Οι νεοσύστατες επιχειρήσεις φαίνονται φθηνές. Γιατί, λοιπόν, οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων κρατάνε πεισματικά τα χρήματά τους;
Όπως συμβαίνει με πολλούς άλλους γρίφους στον τομέα των χρηματοοικονομικών, η απάντηση ξεκινά από τη γρήγορη αύξηση των παγκόσμιων επιτοκίων από τις αρχές του περασμένου έτους. Τα υψηλότερα επιτόκια προκάλεσαν κατακόρυφη πτώση της αξίας των μετοχών, καθώς οι επενδυτές μετέφεραν κεφάλαια σε ασφαλέστερα περιουσιακά στοιχεία, όπως μετρητά και κρατικά ομόλογα. Ο δείκτης Nasdaq, ο οποίος εστιάζει στην τεχνολογία, έχει, κατά το τελευταίο έτος, χάσει περισσότερο από το ένα πέμπτο της αξίας του. Το 2022 το ποσό των κεφαλαίων που αντλήθηκαν από τις εισαγωγές στο Χρηματιστήριο έπεσε σε χαμηλό 32 ετών. Η επιβράδυνση των δημόσιων αγορών, όπως αυτή που βρίσκεται σε εξέλιξη, μειώνει τις αναμενόμενες αποδόσεις για τους επενδυτές στις ιδιωτικές αγορές, μειώνοντας την αποτίμηση στην οποία οι νεοφυείς επιχειρήσεις «βγαίνουν» στις δημόσιες αγορές. Επομένως, οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων απαιτούν χαμηλότερες τιμές προκειμένου να επενδύσουν εξαρχής.
Η «απαίτηση» αυτή πλήττει ιδιαίτερα τη χρηματοδότηση των νεοσύστατων επιχειρήσεων που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο και που σε κανονικές εποχές μπορεί να βρίσκονται κοντά σε δημόσια εγγραφή. Ορισμένες επιχειρήσεις, που διαθέτουν μετρητά από τη συγκέντρωση κεφαλαίων το 2021, επιλέγουν να περιμένουν, μειώνοντας τον ρυθμό των νέων συμφωνιών. Ο μικρότερος αριθμός που συνεχίζει τα σχέδια πρέπει να ελπίζει ότι θα αποφύγει έναν φοβερό “down-round”, κατά τον οποίο μια νεοσύστατη επιχείρηση συγκεντρώνει μετρητά σε χαμηλότερη αποτίμηση απ’ ό,τι σε προηγούμενο γύρο -μια απογοήτευση για τους εργαζόμενους και τους πρώτους επενδυτές, που αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν απώλειες στις μετοχές τους. Εν τω μεταξύ, οι επενδυτές επιδεικνύουν λιγότερη προθυμία να ρισκάρουν σε πιο επικίνδυνες ευκαιρίες. Δεν μπορούν πλέον να υπολογίζουν ότι ένας άλλος χρηματοδότης θα τους ακολουθήσει σε μια συμφωνία και θα βοηθήσει στην επιτυχία της, είτε με τεχνογνωσία είτε με μετρητά.
Το δεύτερο μέρος της απάντησης είναι πιο ευαίσθητο. Θεωρητικά, οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων θα μπορούσαν να ξοδέψουν τα χρήματα που έχουν στα χέρια τους. Είναι, άλλωστε, ήδη δεσμευμένα στα funds τους. Για ορισμένες επιχειρήσεις αυτό θα σήμαινε ότι θα απέφευγαν επίσης να χάσουν τις αμοιβές διαχείρισης που ισχύουν μόνο για τα επενδυμένα κεφάλαια, όχι για εκείνα που απλώς υποσχέθηκαν στα κεφάλαιά τους, έπειτα από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα.
Αλλά οι δαπάνες με ιλιγγιώδεις ρυθμούς θα αποδειχθούν σχεδόν σίγουρα αυτοκαταστροφικές μακροπρόθεσμα. Οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων αντλούν περιοδικά χρήματα από ετερόρρυθμους εταίρους, όπως κληροδοτήματα και συνταξιοδοτικά ταμεία. Πολλοί από αυτούς θέλουν τώρα να μειώσουν την έκθεσή τους στο επιχειρηματικό κεφάλαιο, δεδομένου ότι οι δημόσιες αγορές έχουν δεχθεί πλήγμα και επιδιώκουν να διατηρήσουν τις κατανομές σε διάφορες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων σε χονδρική αναλογία. Ως αποτέλεσμα, μια χούφτα τηλεφωνούν σε funds επιχειρηματικού κεφαλαίου για να πουν πράγματα όπως «μη βιαστείτε να επιστρέψετε» για περισσότερα χρήματα, λέει ένας επενδυτής σε πολλά funds επιχειρηματικού κεφαλαίου.
Οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων ακούνε. Ο Harry Nelis, εταίρος στην Accel, μια εταιρεία επιχειρηματικών κεφαλαίων, εκτιμά ότι τα μετρητά που μπορεί να χρειάζονταν ένα χρόνο για να δαπανηθούν κατά τη διάρκεια της άνθησης της αγοράς, θα πρέπει τώρα να διαρκέσουν περίπου τρεις φορές περισσότερο. Και οι δαπάνες θα μπορούσαν να γίνουν ακόμα πιο αργές. Τα χρήματα που συγκεντρώνουν τα funds επιχειρηματικού κεφαλαίου δεν βρίσκονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Αντίθετα, τα funds πρέπει να αιτηθούν για κεφάλαιο στους ετερόρρυθμους εταίρους τους όταν θέλουν να χρηματοδοτήσουν μια επένδυση, αναγκάζοντάς τους να απελευθερώσουν μετρητά από άλλα σημεία του χαρτοφυλακίου τους, κάτι που δεν επιθυμούν να κάνουν σε περίοδο πίεσης. Τα funds γνωρίζουν καλά ότι θα θελήσουν να επιστρέψουν στους εταίρους τους για περισσότερα χρήματα στο μέλλον, γι’ αυτό προσπαθούν να αποφύγουν να τους εκνευρίσουν αιτούμενα κεφάλαιο σε ακατάλληλες στιγμές. Πράγματι, το 2001, κατά τη διάρκεια της επιβράδυνσης που ακολούθησε τη φούσκα των dotcom, ορισμένοι επενδυτές «επέστρεψαν» ακόμα και δεσμευμένα κεφάλαια στους ετερόρρυθμους εταίρους, έτσι ώστε οι εταίροι τους να μπορούν να ανακατανείμουν τα χρήματα όπως επιθυμούσαν.
Οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων έχουν κι άλλους λόγους να ανησυχούν για τις σχέσεις με τους ετερόρρυθμους εταίρους. Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης άνθησης, τα funds άρχισαν να χώνουν τη μύτη τους πολύ πέρα από τις συνήθεις ανησυχίες τους. Η Sequoia Capital, ένα διάσημο σχήμα στη Silicon Valley, εγκαινίασε ένα “superfund”, που περιλαμβάνει επενδύσεις που κυμαίνονται από παραδοσιακές συμμετοχές επιχειρηματικού κεφαλαίου μέχρι μετοχές δημόσιων αγορών. Ορισμένοι ετερόρρυθμοι εταίροι θεώρησαν ότι αυτού του είδους τα κεφάλαια ήταν παράλογα ευρύτατα, αλλά επέλεξαν να συμμετάσχουν ούτως ή άλλως, προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση σε εξειδικευμένα κεφάλαια. Δεν είναι περίεργο που οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων πατούν τώρα φρένο και προσπαθούν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις με τους ετερόρρυθμους εταίρους τους. Τουλάχιστον όσο οι συνθήκες της αγοράς παραμένουν άθλιες, οι φιλοδοξίες του κλάδου για την κατάκτηση του κόσμου θα παραμείνουν σε αναμονή.
© 2023 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com.