THEPOWERGAME
Όλα θα κυλήσουν ομαλά. Από τις 16 Οκτωβρίου τα μεγαλοστελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας διενεργούν στη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού στο Πεκίνο το πενταετές συνέδριό τους.
Όλα τα φλιτζάνια του τσαγιού θα βρίσκονται στην προκαθορισμένη θέση χωρίς την παραμικρή παρέκκλιση. Ούτε ένας ψίθυρος διαμαρτυρίας δεν πρόκειται να ακουστεί. Το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε ανέκαθεν εμμονή με τον έλεγχο. Αλλά υπό τον πρόεδρο Xi Jinping αυτή η εμμονή έχει γίνει ακόμα εντονότερη. Μετά από τρεις δεκαετίες εξωστρέφειας και μεταρρυθμίσεων υπό την ηγεσία των προηγούμενων ηγετών της, η Κίνα, έχει, σε πολλές πτυχές της, γίνει πιο κλειστή και πιο αυταρχική υπό τον κ. Xi. Η επιτήρηση έχει διευρυνθεί.
Η λογοκρισία έχει γίνει σκληρότερη. Οι κομματικοί πυρήνες αντιμετωπίζουν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις με «πυγμή». Η διατήρηση της νομής του κόμματος στην εξουσία υπερισχύει κάθε άλλης σκέψης.
Αυτό φαίνεται και στον τρόπο που ο κ. Xi διαχειρίστηκε την Covid-19. Το αρχικό lockdown της Κίνας έσωσε πολλές ζωές. Ωστόσο, πολύ καιρό αφότου ο υπόλοιπος κόσμος έχει μάθει να ζει με τον ιό, η Κίνα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει κάθε κρούσμα ως απειλή για την κοινωνική σταθερότητα.
Όταν εμφανίζονται λοιμώξεις, περιοχές και πόλεις αποκλείονται. Οι υποχρεωτικές εφαρμογές παρακολούθησης των κινήσεων ανιχνεύουν πότε οι πολίτες έχουν βρεθεί κοντά σε μολυσμένο άτομο και στη συνέχεια αποκλείονται από δημόσιους χώρους.
Εννοείται ότι όποιος έχει επισημανθεί με αυτόν τον τρόπο απαγορεύεται να εισέλθει στο Πεκίνο, για να μην ξεσπάσει καμία επιδημία σε αυτή την πολιτικά ευαίσθητη στιγμή.
Ορισμένοι ελπίζουν ότι, μετά το τέλος του συνεδρίου, ενδέχεται να παρουσιαστεί κάποιο σχέδιο για τη χαλάρωση της πολιτικής μηδενικού Covid, αλλά ακόμα δεν υπάρχει κανένα σημάδι για τα απαραίτητα πρώτα βήματα αποφυγής των μαζικών θανάτων, όπως περισσότεροι εμβολιασμοί, ιδίως των ηλικιωμένων.
Η κομματική προπαγάνδα υποδηλώνει ότι οποιαδήποτε χαλάρωση απέχει πολύ, ανεξάρτητα από τη δυστυχία και το οικονομικό χάος που προκαλούν τα lockdowns. Η πολιτική δεν έχει καταφέρει να προσαρμοστεί, επειδή κανείς δεν τολμάει να πει ότι ο κ. Xi κάνει λάθος, και ο κ. Xi δεν θέλει η Κίνα να εξαρτάται από τα ξένα εμβόλια, ακόμα και αν αυτά είναι καλύτερα από τα εγχώρια.
Ένας τόσο εμμονικός έλεγχος έχει ευρύτερες συνέπειες για την Κίνα και τον κόσμο. Στο εσωτερικό ο κ. Xi λαμβάνει όλες τις μεγάλες αποφάσεις, ενώ ένας αυστηρός μηχανισμός καταστολής επιβάλλει τη θέλησή του. Στο εξωτερικό, επιδιώκει να διαμορφώσει μια παγκόσμια τάξη πιο φιλική προς τους μονάρχες.
Για τον σκοπό αυτό, η Κίνα ακολουθεί μια προσέγγιση δύο ταχυτήτων. Από τη μια, εργάζεται για να συνταχθεί με τους διεθνείς οργανισμούς και να επαναπροσδιορίσει τις αρχές που τους διέπουν ενώ, σε διμερές επίπεδο, στρατολογεί χώρες ως υποστηρικτές.
Το οικονομικό της βάρος βοηθάει τις φτωχότερες χώρες να γίνουν πελάτες. Η ροπή της προς τις παραβάσεις της επιτρέπει να προσελκύσει απολυτάρχες. Η άνοδος της αποτελεί παράδειγμα για τις χώρες που είναι δυσαρεστημένες με το αμερικανοκρατούμενο status quo.
Στόχος του κ. Xi δεν είναι να κάνει τις άλλες χώρες να μοιάσουν περισσότερο στην Κίνα, αλλά να προστατεύσει τα συμφέροντα της Κίνας και να εδραιώσει τον κανόνα ότι καμία κυρίαρχη κυβέρνηση δεν χρειάζεται να υποκύψει στον ορισμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οποιασδήποτε άλλης. Όπως υποστηρίζει η ειδική μας έκθεση, ο κ. Xi θέλει η παγκόσμια τάξη να κάνει λιγότερα, και μπορεί να το πετύχει.
Η Δύση, δικαίως, βρίσκει όλες αυτές τις κινήσεις ανησυχητικές. Κανένα δεσποτικό καθεστώς στην ιστορία δεν είχε τους πόρους της σύγχρονης Κίνας, και σε αντίθεση με τον ηγέτη μιας οποιασδήποτε δημοκρατίας, ο κ. Xi μπορεί απλά να κουνήσει το δαχτυλάκι του και να τους κατανείμει κατά βούληση.
Αν θέλει η Κίνα να κυριαρχήσει σε τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη ή τα φάρμακα, τα δημόσια και ιδιωτικά κονδύλια διοχετεύονται στην έρευνα. Το μέγεθος και η μονομέρεια μπορούν να φέρουν αποτελέσματα: Η Κίνα είναι πιθανώς μπροστά από τη Δύση σε τομείς όπως το 5G και οι μπαταρίες.
Όσο η οικονομία της γίνεται ισχυρότερη, τόσο θα μεγαλώνει και το γεωπολιτικό της εκτόπισμα. Αυτό θα ισχύει ιδιαίτερα αν μπορέσει να κυριαρχήσει σε ορισμένες βασικές τεχνολογίες, οδηγήσει άλλες χώρες στο να εξαρτώνται από αυτήν και θέσει πρότυπα που να τις δεσμεύουν.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι δυτικές κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν πλέον την κινεζική καινοτομία ως ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Πολλές ενισχύουν τις επιδοτήσεις για βιομηχανίες όπως η κατασκευή chips. Η κυβέρνηση του προέδρου Joe Biden έχει προχωρήσει πολύ περισσότερο, επιδιώκοντας ανοιχτά να παραλύσει την κινεζική τεχνολογική βιομηχανία.
Στις 7 Οκτωβρίου απαγόρευσε την πώληση chip υψηλής τεχνολογίας στην Κίνα, τόσο από αμερικανικές όσο και από ξένες εταιρείες που χρησιμοποιούν αμερικανικό εξοπλισμό. Η κίνηση αυτή θα επιβραδύνει την πρόοδο της Κίνας σε τομείς που η Αμερική θεωρεί απειλητικούς, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και οι υπερυπολογιστές.
Θα βλάψει επίσης τους Κινέζους καταναλωτές και τις ξένες επιχειρήσεις, οι οποίες μπορεί τελικά να βρουν τρόπους να παρακάμψουν τους νέους κανόνες. Εν ολίγοις, ως εργαλείο μπορεί να μην είναι και τόσο αποτελεσματικό.
Υποδηλώνει επίσης ότι ο κ. Biden υπερεκτιμά τα πλεονεκτήματα του μοντέλου της Κίνας που κινείται από πάνω προς τα κάτω και υποτιμά το πιο ελεύθερο μοντέλο του δημοκρατικού κόσμου. Η εμμονή του κ. Xi με τον έλεγχο μπορεί να κάνει το Κομμουνιστικό Κόμμα ισχυρότερο, αλλά, παράλληλα, κάνει την Κίνα πιο αδύναμη από ό,τι θα ήταν διαφορετικά.
Η διοχέτευση πόρων σε εθνικούς στόχους μπορεί να λειτουργήσει, αλλά, συχνά, είναι αναποτελεσματική: Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, οι αμερικανικές επιχειρήσεις παράγουν περίπου διπλάσια καινοτομία με την ίδια δαπάνη σε σχέση με τις αντίστοιχες κινεζικές. Η ύπαρξη ενός ηγέτη που μισεί να παραδέχεται τα λάθη του δυσκολεύει τη διόρθωσή τους.
Ακόμα και τη στιγμή που ο κ. Xi προσπαθεί να κάνει την Κίνα υπερδύναμη, οι αυταρχικές παρορμήσεις του ίδιου και του κόμματος την έχουν απομονώσει. Το μεγάλο τείχος προστασίας επιβραδύνει την εισροή ξένων ιδεών.
Ο μηδενικός Covid έχει περιορίσει την κίνηση εντός και εκτός της χώρας: Οι Κινέζοι ακαδημαϊκοί έχουν σχεδόν σταματήσει να συμμετέχουν σε συνέδρια στο εξωτερικό, τα στελέχη της χώρας ταξιδεύουν ελάχιστα, ο αριθμός των Ευρωπαίων ομογενών στην Κίνα έχει μειωθεί στο μισό.
Μια λιγότερο συνδεδεμένη Κίνα θα είναι λιγότερο δυναμική και δημιουργική. Από την άλλη, η κυβέρνηση επιδεινώνει την απομόνωση της Κίνας καθιστώντας την λιγότερο φιλόξενη για τους ξένους να ζήσουν ή να εργαστούν.
Για παράδειγμα, οι ξένες επιχειρήσεις πρέπει να καταστήσουν τα ευαίσθητα δεδομένα που στέλνουν στο εξωτερικό προσβάσιμα στο κράτος, στο οποίο συχνά ανήκουν οι κύριοι ανταγωνιστές τους, κάτι που τελικά του δίνει κίνητρο να προβούν σε έρευνα και ανάπτυξη εκτός Κίνας.
Τέλος, το αρνητικό παρελθόν της Κίνας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σημαίνει ότι έχει λίγους πραγματικούς φίλους και περιορίζει τη συνεργασία με χώρες που βρίσκονται στην αιχμή της τεχνολογίας.
Η γνώση είναι δύναμη…
Το γεγονός ότι η Κίνα είναι πιο αδύναμη απ’ ό,τι φαίνεται δεν αποτελεί παρηγοριά. Όπως έχει δείξει η Ρωσία του Vladimir Putin, ακόμα και πολύ πιο αδύναμες δυνάμεις μπορούν να γίνουν επικίνδυνες. Μια πιο απομονωμένη, εσωστρεφής Κίνα θα μπορούσε να γίνει ακόμα πιο εθνικιστικά πολεμοχαρής.
Η καλύτερη στάση για τη Δύσης είναι να αντισταθεί στην Κίνα όπου είναι απαραίτητο, αλλά κατά τα άλλα να επιτρέψει τη συνεργασία. Περιορίστε τις εξαγωγές της πιο ευαίσθητης τεχνολογίας, αλλά κρατήστε τον κατάλογο μικρό.
Αντισταθείτε στις προσπάθειες της Κίνας να καταστήσει την παγκόσμια τάξη πιο φιλική προς τους ολιγάρχες, αλλά αποφύγετε την έντονη πολεμική ρητορική. Υποδεχθείτε τους Κινέζους φοιτητές, τα στελέχη και τους επιστήμονες, αντί να τους αντιμετωπίζετε όλους ως πιθανούς κατασκόπους.
Να θυμόσαστε πάντοτε ότι ο αγώνας πρέπει να είναι εναντίον της τυραννίας και όχι εναντίον του κινεζικού λαού. Η ισορροπία θα είναι δύσκολη, αλλά η διαχείριση της πιο ισχυρής δικτατορίας στην ιστορία ανέκαθεν απαιτούσε όχι μόνο δύναμη αλλά και σοφία.
© 2022 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr.Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com