THEPOWERGAME
Ακόμα κι όταν τον Ιανουάριο τα ρωσικά στρατεύματα συγκεντρώνονταν στα σύνορα της Ουκρανίας, η πρωθυπουργός της Φινλανδίας Sanna Marin επέμενε ότι ήταν «πολύ απίθανο» η χώρα της να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια της θητείας της. Σε λιγότερο από τρεις μήνες και μία εισβολή αργότερα, η Φινλανδία οδεύει ολοταχώς προς ένταξη.
Στις 2 Απριλίου η κ. Marin δήλωσε στους Φινλανδούς ότι η χώρα θα πρέπει να λάβει απόφαση «αυτή την άνοιξη». Όπως εξήγησε, «η Ρωσία δεν είναι ο γείτονας που νομίζαμε ότι ήταν».
Η Φινλανδία, μετά από δύο ολέθριους πολέμους με τη Σοβιετική Ένωση, και σε αντίθεση με το μεγαλύτερο μέρος της ανατολικής Ευρώπης, διατήρησε την ανεξαρτησία και τη δημοκρατία της κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Το τίμημα γι’ αυτό ήταν η ουδετερότητα.
Η Φινλανδία αγόραζε όπλα τόσο από την Ανατολή όσο και από τη Δύση, αλλά έμεινε έξω από συμμαχίες. Αυτή η ρύθμιση, και ο τρόπος με τον οποίο η σοβιετική πίεση στρέβλωσε την εσωτερική πολιτική της Φινλανδίας, έγινε γνωστή με τον υποτιμητικό όρο Φινλανδοποίηση.
Όταν διαλύθηκε η ΕΣΣΔ, η Φινλανδία, μαζί με τη Σουηδία, έκανε το άλμα της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση που την συνέδεσε πιο στενά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και μετά την πρώτη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2014, οι δύο χώρες ενέτειναν τις κοινές ασκήσεις και άλλες μορφές συνεργασίας με το ΝΑΤΟ.
Η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει πλέον γείρει τη ζυγαριά. Όταν ο ανταποκριτής μας επισκέφθηκε το Ελσίνκι τον Φεβρουάριο, μια εβδομάδα πριν από την εισβολή, ο ένας αξιωματούχος μετά τον άλλον τόνιζαν τον συντηρητισμό της φινλανδικής πολιτικής.
«Απέχουμε ακόμη πολύ από μια εθνική συναίνεση», δήλωσε ένας από αυτούς, προσθέτοντας ότι δεν ήταν σαφές αν η υποστήριξη μιας υποψηφιότητας για το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να αποκτήσει δυναμική. «Μήπως έχουμε απλώς μια εθνική αφύπνιση;» αναρωτήθηκε. Στην πραγματικότητα, αυτό είναι που σε μεγάλο βαθμό έχει συμβεί.
Το 2019 λίγο περισσότεροι από τους μισούς Φινλανδούς ήταν αντίθετοι με την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Στις 28 Φεβρουαρίου, τέσσερις ημέρες μετά την εισβολή, οι δημοσκοπήσεις έδειξαν για πρώτη φορά πλειοψηφική υποστήριξη. Η τελευταία, στις 30 Μαρτίου, έδειξε 61% υπέρ, 16% κατά και 23% αναποφάσιστους.
Το ποσοστό αυτό περιλαμβάνει πλειοψηφίες μεταξύ των υποστηρικτών όλων των κομμάτων, εκτός της Αριστερής Συμμαχίας. Και είναι ευρέως αποδεκτό ότι αν ο Sauli Niinisto, ο δημοφιλής πρόεδρος της Φινλανδίας, έδινε την επίσημη υποστήριξή του, η στήριξη θα αυξανόταν περαιτέρω.
Τόσο η κ. Marin όσο και ο κ. Niinisto σιωπούν προς το παρόν, για να επιτρέψουν στην πολιτική διαδικασία να εξελιχθεί. «Ο Απρίλιος, ο Μάιος και ο Ιούνιος είναι σημαντικοί -και από πολλές απόψεις ιστορικοί μήνες στη Φινλανδία», δηλώνει ο Henri Vanhanen, ειδικός σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και σύμβουλος του κεντροδεξιού κόμματος Kokoomus.
Στις 14 Απριλίου δημοσιεύθηκε κυβερνητική έκθεση στην οποία περιγράφονται οι αλλαγές θέσης της Φινλανδίας σε θέματα ασφάλειας μετά τη ρωσική εισβολή.
Στη συνέχεια, το Κοινοβούλιο συζητεί το θέμα. Μετά από αυτό, μια δεύτερη κυβερνητική έκθεση θα μπορούσε να διατυπώσει επίσημη σύσταση σχετικά με την ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Μια ειδική κοινοβουλευτική ομάδα παρακολούθησης, αποτελούμενη από αρχηγούς κομμάτων και προέδρους επιτροπών, θα διαδραματίσει βασικό ρόλο στη σηματοδότηση της πολιτικής συναίνεσης.
Μια επιτροπή υπουργών της κυβέρνησης και ο κ. Niinisto θα πάρουν στη συνέχεια τη σκυτάλη. Η τελική απόφαση παραμένει στο κοινοβούλιο, αν και το αν θα χρειαστεί πλειοψηφία δύο τρίτων εξαρτάται από τη συνταγματική του επιτροπή.
Η απόφαση αναμένεται ευρέως να ληφθεί πριν από τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη στις 29 Ιουνίου, και ίσως ήδη από τις αρχές Μαΐου.
Τα δύο κύρια κυβερνητικά κόμματα, οι Σοσιαλδημοκράτες της κ. Marin και το κόμμα του Κέντρου, είχαν στο παρελθόν διχαστεί ως προς το ΝΑΤΟ. Αλλά η συναίνεση διαμορφώνεται γρήγορα.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Helsingin Sanomat, από τους 200 νομοθέτες, 96 τάσσονται τώρα υπέρ της ένταξης και μόλις 14 κατά. «Ο φινλανδικός λαός ηγείται», λέει η Elina Valtonen, βουλευτής και αντιπρόεδρος του Kokoomus, η θέση του οποίου υπέρ του ΝΑΤΟ το έχει οδηγήσει σε πρωτοφανή δημοτικότητα στις δημοσκοπήσεις (οι εκλογές θα διεξαχθούν τον ερχόμενο Απρίλιο).
«Είμαι αρκετά σίγουρη ότι θα καταθέσουμε τη συμφωνία προσχώρησης… σε λίγες εβδομάδες», προσθέτει η κ. Valtonen.
Για τη Φινλανδία, η οποία αποφεύγει τις δραματικές αλλαγές, η διαδικασία είναι αστραπιαία. Ένας λόγος γι’ αυτό είναι η ανησυχία για την τρωτότητα της χώρας κατά τη διάρκεια της υποψηφιότητας για ένταξη.
Στις 12 Μαρτίου το υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας δήλωσε ότι η ένταξη της Φινλανδίας θα είχε «σοβαρές στρατιωτικές και πολιτικές συνέπειες», συμπεριλαμβανομένων «μέτρων αντιποίνων». Ενδείξεις γι’ αυτά μπορεί ήδη να έχουν κάνει την εμφάνισή τους.
Στις 8 Απριλίου ένα ρωσικό αεροπλάνο φέρεται να παραβίασε τον εναέριο χώρο της Φινλανδίας, ενώ οι δικτυακοί τόποι των υπουργείων Εξωτερικών και Άμυνας της χώρας δέχθηκαν ωμές κυβερνοεπιθέσεις (οι οποίες ενδέχεται να σχετίζονταν με μια ομιλία του προέδρου της Ουκρανίας, Volodymyr Zelensky, στο κοινοβούλιο της Φινλανδίας την ίδια ημέρα).
Για να περιορίσει τις πιθανότητες ρωσικής ανάμειξης, ο κ. Niinisto δήλωσε ότι δεν θα χρειαστεί εθνικό δημοψήφισμα για το ΝΑΤΟ.
Μόλις υποβληθεί η υποψηφιότητα, η Φινλανδία θα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη: θα υπόκειται στην οργή της Ρωσίας, αλλά δεν θα καλύπτεται ακόμη από τη ρήτρα αμοιβαίας άμυνας του άρθρου πέντε του ΝΑΤΟ. Μια απάντηση σε αυτό είναι οι διαδικασίες να κινηθούν γρήγορα.
Στις 3 Απριλίου ο Jens Stoltenberg, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, δήλωσε ότι η ένταξη της Φινλανδίας ή της Σουηδίας θα μπορούσε να γίνει «με σχετικά γρήγορο τρόπο». Κανείς, ούτε καν η φιλοπουτινική κυβέρνηση του Viktor Orban στην Ουγγαρία, δεν αναμένεται να ασκήσει βέτο.
Ο κ. Stoltenberg έχει επίσης υπαινιχθεί προσωρινές εγγυήσεις ασφαλείας. Ήταν «βέβαιος», δήλωσε στις 6 Απριλίου, ότι «θα βρούμε τρόπους να αντιμετωπίσουμε τις ανησυχίες… σχετικά με την περίοδο μεταξύ της επικείμενης αίτησης και της τελικής επικύρωσης».
Στην πράξη, η ενσωμάτωση οποιασδήποτε χώρας δεν θα ήταν δύσκολη. Και οι δύο είναι τόσο κοντά στο ΝΑΤΟ όσο μπορεί να είναι ένα μη μέλος. Ο κ. Vanhanen λέει ότι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ του έχουν πει ότι η Φινλανδία είναι στην πραγματικότητα πιο «διαλειτουργική με το ΝΑΤΟ» – ικανή να διεξάγει κοινές επιχειρήσεις μαζί με άλλους συμμάχους- από ό,τι ορισμένα πραγματικά μέλη.
Μια ειδική διαδικασία που σχεδιάστηκε το 2014 και ενεργοποιήθηκε για πρώτη φορά μετά την εισβολή της Ρωσίας σημαίνει ότι οι Φινλανδοί και Σουηδοί απεσταλμένοι κάθονται πλέον στο Βορειοατλαντικό Συμβούλιο, το όργανο λήψης αποφάσεων της συμμαχίας, σε κάθε συνεδρίαση που αφορά την κρίση.
Ο Anders Fogh Rasmussen, ο προκάτοχος του κ. Stoltenberg, δήλωσε ότι η αίτηση «θα μπορούσε να εγκριθεί λίγο-πολύ μέσα σε μια νύχτα», αν και ορισμένοι αξιωματούχοι λένε ότι η δήλωση έχει μια δόση υπερβολής.
Ωστόσο, στη Σουηδία, η συζήτηση κινείται πιο αργά. Το κύριο κυβερνητικό κόμμα της Σουηδίας, οι Σοσιαλδημοκράτες, αντιτίθεται στην ένταξη στο ΝΑΤΟ. Μόλις στις 8 Μαρτίου η πρωθυπουργός Magdalena Andersson δήλωσε ότι μια πρόταση ένταξης θα «αποσταθεροποιούσε την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στην Ευρώπη». Ωστόσο, η χώρα έχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ του ΝΑΤΟ από τον Δεκέμβριο του 2020.
Η τελευταία δημοσκόπηση, την 1η Απριλίου, έδειξε επίσης ότι η πλειοψηφία του κοινού (51%) τάσσεται για πρώτη φορά υπέρ, από 42% τον Ιανουάριο. Η αντίθεση μειώθηκε από 37% σε 27%. Οι γενικές εκλογές θα διεξαχθούν τον Σεπτέμβριο.
Στο παρελθόν, οι Σουηδοί ανησυχούσαν ότι μια σόλο υποψηφιότητα για το ΝΑΤΟ θα άφηνε τη Φινλανδία επικίνδυνα εκτεθειμένη. Τώρα είναι οι Φινλανδοί που αναρωτιούνται αν η Σουηδία θα συμβαδίσει. Οι ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών έχουν διαπλεχθεί τα τελευταία χρόνια. Έστειλαν μια κοινή ταξιαρχία σε μια άσκηση του ΝΑΤΟ τον Μάρτιο.
Είναι φυσικό η Φινλανδία να προηγείται, λέει ο Carl Bildt, πρώην πρωθυπουργός της Σουηδίας, δεδομένης της εμπλοκής της με τη Ρωσία: «Έχουν μια παράδοση να σκέφτονται πιο βαθιά τα θέματα ασφάλειας από ό,τι εμείς, για αρκετά προφανείς λόγους». Αλλά ο κ. Bildt είναι βέβαιος ότι, όπως ακριβώς η Φινλανδία έφτασε τη Σουηδία όταν και οι δύο χώρες εντάχθηκαν παράλληλα στην ΕΕ το 1995, η Σουηδία θα καλύψει το έδαφος.
«Για μένα είναι αδιανόητο να αντιμετωπίσουμε μια κατάσταση όπου οι δύο χώρες θα καταλήξουν σε διαφορετικά συμπεράσματα».
Κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του, το ΝΑΤΟ μοιραζόταν μόνο 196 χιλιόμετρα συνόρων με τη Ρωσία, στις ανώτατες παρυφές της Νορβηγίας. Όταν η Πολωνία προσχώρησε στο ΝΑΤΟ το 1999, το όριο αυτό αυξήθηκε σε 428 χιλιόμετρα, χάρη στα σύνορά της με το ρωσικό εξκλάβιο του Καλίνινγκραντ.
Και μετά την προσχώρηση των τριών βαλτικών κρατών το 2004, τα κοινά σύνορα εκτινάχθηκαν στα 1.233 χιλιόμετρα. Εάν η Φινλανδία κάνει το βήμα τις επόμενες εβδομάδες, όπως είναι πιθανό να συμβεί, τα κοινά σύνορα θα υπερδιπλασιαστούν με μια κίνηση.
Αυτό έχει επιπτώσεις και για τις δύο πλευρές. Μια χώρα που έχει τιμήσει τις σταθερές σχέσεις με τη Ρωσία εδώ και 74 χρόνια θα αντιμετωπίσει ένα νέο και διαρκές επίπεδο απειλής, όπως προειδοποίησε πρόσφατα ο κ. Niinisto.
Αλλά και η Ρωσία, επίσης, θα πρέπει να επανεξετάσει την ασφάλεια του Κόλπου της Φινλανδίας και των στρατηγικών λιμένων γύρω από το Μουρμάνσκ.
Η ειρωνεία είναι ότι ο πόλεμος που εξαπέλυσε ο Vladimir Putin στην Ουκρανία για να κρατήσει, υποτίθεται, το ΝΑΤΟ μακριά, φαίνεται ότι θα φέρει τη συμμαχία πιο κοντά από ποτέ.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com