THEPOWERGAME
Κάθε φορά που το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο ακριβαίνουν, τα μάτια των πολιτικών στρέφονται με απληστία στα κέρδη των εταιρειών ενέργειας. Από τότε που οι τιμές της ενέργειας άρχισαν να αυξάνονται πέρυσι, η Βουλγαρία, η Ιταλία, η Ρουμανία και η Ισπανία εισήγαγαν νέους φόρους στη βιομηχανία.
Στις 8 Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνέστησε στις κυβερνήσεις να προσπαθήσουν να «κρατήσουν ένα μέρος των αποδόσεων» που πραγματοποιούν οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας.
Και στην Αμερική 12 Δημοκρατικοί γερουσιαστές, μεταξύ των οποίων και η Elizabeth Warren, κάποτε υποψήφια για την προεδρία, πρότειναν φόρο σε κάθε βαρέλι πετρελαίου που παράγουν ή εισάγουν μεγάλες επιχειρήσεις, ίσο με το ήμισυ της διαφοράς μεταξύ της τρέχουσας τιμής του πετρελαίου και του μέσου όρου της περιόδου 2015-19.
Η παρόρμηση να επιβληθούν «έκτακτοι φόροι επί των ακούσιων κερδών» είναι ιδιαίτερα ισχυρή σήμερα, επειδή η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία προκάλεσε την εκτόξευση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και στη συνέχεια την σπειροειδή τους αύξηση, δημιουργώντας την εντύπωση ότι οι επιχειρήσεις επωφελούνται από την αιματοχυσία.
Οι κυβερνήσεις, έχοντας συσσωρεύσει τεράστια χρέη κατά τη διάρκεια της πανδημίας, πρέπει τώρα να βρουν περισσότερα μετρητά για να προστατεύσουν τους φτωχούς καταναλωτές από την εκτίναξη των λογαριασμών ενέργειας και να ενισχύσουν τις αμυντικές δαπάνες.
Και το τυπικό επιχείρημα κατά των έκτακτων φόρων – ότι ακόμη και όταν έχουν αναδρομική ισχύ, κινδυνεύουν να αποτρέψουν μελλοντικές επενδύσεις- έχει γίνει λιγότερο ισχυρό τώρα που το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου προσπαθεί να απομακρυνθεί σταδιακά από την καύση των ορυκτών καυσίμων.
Η επιβολή έκτακτων φόρων είναι ωστόσο λάθος. Ας ξεκινήσουμε από το γεγονός ότι οι αγορές ενέργειας διανύουν κύκλους άνθησης και ύφεσης. Τα έτη που επέλεξε η κ. Warren ως σημείο αναφοράς δεν ήταν καλά: σε δύο από αυτά, το 2015 και το 2016, το καθαρό περιθώριο εκμετάλλευσης της παγκόσμιας εισηγμένης ενεργειακής βιομηχανίας ήταν αρνητικό.
Υπήρξε ένα ακόμη έτος ζημιών εκμετάλλευσης το 2020, κατά το οποίο η τιμή του πετρελαίου έπεσε για λίγο κάτω από το μηδέν λόγω της πανδημίας.
Εάν οι εταιρείες πρέπει να υπομείνουν τις κακές εποχές αλλά διαπιστώνουν ότι κομμάτια των κερδών τους «κατάσχονται» όταν οι τιμές αυξάνονται, η επιχειρηματικές τους δραστηριότητες χάνουν τη βιωσιμότητά τους.
Αυτό μπορεί να ακούγεται ελκυστικό για τους ακτιβιστές του κλίματος που θέλουν να διώξουν από την αγορά επιχειρήσεις όπως η ΒΡ, το αφεντικό της οποίας δήλωσε πρόσφατα ότι οι υψηλές τιμές είχαν μετατρέψει την εταιρεία σε «μηχανή μετρητών», όμως η σημερινή ενεργειακή κρίση δείχνει ότι ο κόσμος χρειάζεται μια προσεκτικά διαχειριζόμενη σταδιακή μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και όχι μια ξαφνική διακοπή των επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα, ιδίως αν η Ευρώπη πρόκειται να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Για ορισμένες εργασίες, όπως η θέρμανση σπιτιών με λέβητες φυσικού αερίου οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν μπορούν να αντικαταστήσουν αμέσως το φυσικό αέριο.
Ακόμη και αν υπήρχε η υποδομή για τη λειτουργία ολόκληρων οικονομιών με ηλεκτρική ενέργεια, η αποθήκευση μπαταριών δεν μπορεί να καλύψει τα κενά όταν ο άνεμος δεν φυσάει και ο ήλιος δεν λάμπει. Τα πυρηνικά εργοστάσια εξασφαλίζουν σταθερή παροχή αλλά χρειάζονται χρόνια για να κατασκευαστούν.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δηλώνει ότι οι παραγωγοί ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι οποίοι επωφελούνται επίσης από τις υψηλές τιμές, θα πρέπει κι αυτοί να πληρώσουν. Αυτό είναι διπλά λανθασμένο.
Εάν ακόμη και οι εταιρείες καθαρής ενέργειας δουν τα κέρδη τους να κατάσχονται σε περιόδους έλλειψης, τότε θα αμβλυνθεί το κίνητρο για την επίλυση του προβλήματος της διαλείψεως των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, για παράδειγμα με την κατασκευή καλύτερων μπαταριών ή την αποθήκευση ενέργειας ως υδρογόνο.
Και δεν είναι μόνο οι ελλείψεις ενέργειας που πρέπει να καλυφθούν καθώς οι οικονομίες κινούνται προς το καθαρό μηδέν. Ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να βρει τρόπους να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις σε όλα τα είδη, από τα ορυκτά που χρησιμοποιούνται στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα μέχρι το ξύλο μπάλσα που χρησιμοποιείται στις ανεμογεννήτριες.
Είναι φαντασίωση να πιστεύει κανείς ότι οι τεράστιες επενδύσεις που είναι απαραίτητες θα πραγματοποιηθούν αν οι πιο καινοτόμες επιχειρήσεις ανησυχούν ότι τα κέρδη τους θα μπορούσαν να κατασχεθούν όταν οι επενδύσεις τους αποδώσουν.
Το πιο ακανθώδες επιχείρημα είναι ότι οι εταιρείες επωφελούνται από τον πόλεμο. Οι φόροι επί των ακούσιων κερδών δικαιώνουν το όνομά τους όταν οι επιχειρήσεις επωφελούνται όχι από σοφές αποφάσεις, αλλά από απρόβλεπτα γεγονότα που δεν σχετίζονται με τις επενδυτικές τους επιλογές.
Ωστόσο, η γεωπολιτική αποτελεί κορυφαίο μέλημα των μεγάλων ενεργειακών εταιρειών, οι οποίες πρέπει να τοποθετούν αγωγούς διασυνοριακά και να προβλέπουν τις παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες πολύ νωρίτερα.
Δεν υπάρχει τίποτα το ασυνήθιστο στο ότι μια σύγκρουση επηρεάζει τα κέρδη τους, και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για την Ευρώπη από το ρωσικό φυσικό αέριο είναι προφανείς εδώ και χρόνια.
Η κατάσχεση των απολαβών τους για την προμήθεια ενέργειας κατά τη διάρκεια της σημερινής κρίσης θα καταστήσει την επόμενη εφοδιαστική κρίση – ακόμη και μια προβλέψιμη – ακόμη χειρότερη.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com