THEPOWERGAME
Όταν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που επρόκειτο να ενταχθούν στην ΕΕ το 2003 τάχθηκαν υπέρ της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ, ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας, Jacques Chirac, δήλωσε υπεροπτικά ότι «έχασαν μια καλή ευκαιρία να το βουλώσουν».
Η οργισμένη αντίδρασή τους έδειξε ότι πίστευαν το ίδιο γι’ αυτόν. Η Ευρώπη αρέσκεται να τονίζει τη συλλογική της δύναμη, η οποία γεννήθηκε από μια ολοένα και στενότερη ένωση που περιλαμβάνει κοινές φιλοδοξίες στην εξωτερική πολιτική και όνειρα για έναν ευρωπαϊκό στρατό.
Ωστόσο, κάθε χώρα χρειάζεται επίσης άδεια για τις διπλωματικές της εξορμήσεις. Ενώ μερικές φορές αυτές οι πολιτικές είναι ορθές (όπως η εναντίωση σε ατυχείς εισβολές στη Μέση Ανατολή, όπως αποδείχθηκε), ενίοτε καταλήγουν να παρασύρουν ολόκληρη τη λέσχη σε μάχες που θα προτιμούσε να αποφύγει.
Αν η Ευρώπη θέλει να έχει γεωπολιτική σημασία, δεν μπορεί να επιτρέπει σε κάθε μέλος της να δημιουργεί κρίσεις ως οντότητα.
Οι μεγάλοι της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ είναι σήμερα αναστατωμένοι και διχασμένοι σχετικά με την Ουκρανία. Η Ρωσία και η Αμερική, στην αντιπαράθεσή τους για τη χώρα, φαίνεται να θεωρούν την Ευρώπη περισσότερο ως ένα βολικό μέρος συνάντησης παρά ως εταίρο που πρέπει να συμπεριληφθεί, γεγονός που ώθησε τον πρόεδρο της Γαλλίας Emmanuel Macron να ανανεώσει αυτή την εβδομάδα τις εκκλήσεις του για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αυτονομία.
Η Γερμανία βρίσκεται σε διαφωνία με τους εταίρους της σχετικά με το πώς να απαντήσει στη Ρωσία. Ευτυχώς για όσους «μάγους» της πολιτικής δεν έχουν με τι να ασχοληθούν αυτή την περίοδο, μια άλλη, λιγότερο αντιληπτή, διαμάχη υπερδυνάμεων σιγοβράζει.
Η Κίνα προσπαθεί να στραγγαλίσει τη λιθουανική οικονομία. Η σύγκρουση φέρνει αντιμέτωπη την πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου με το 21ο μεγαλύτερο μέλος της ΕΕ.
Η Λιθουανία τιμωρείται κυρίως επειδή επέτρεψε στην Ταϊβάν (την οποία η Κίνα θεωρεί μέρος της επικράτειάς της) να χρησιμοποιεί τη λέξη «Ταϊβάν» για να περιγράψει την ανεπίσημη πρεσβεία της, αντί για «Γραφείο Αντιπροσωπείας της Ταϊπέι», όπως κάνει αλλού, κατόπιν επιμονής της Κίνας.
Η τιμωρία ήταν άμεση. Σε μια νέα μορφή γραφειοκρατικής επίθεσης, η Λιθουανία εξαφανίστηκε ξαφνικά ως επιλογή από τα κινεζικά τελωνειακά έντυπα, μπλοκάροντας έτσι όλες τις εισαγωγές από τη μικρή χώρα της Βαλτικής.
Αυτό ήταν απρεπές, σίγουρα, αλλά δεν προκάλεσε παρά μόνο μια συγκρατημένη συμπάθεια στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Η όποια υποστήριξη, υπήρξε περισσότερο από συνήθεια παρά από πεποίθηση.
Ιδιωτικά οι διπλωμάτες απηχούσαν τον Chirac: Η Λιθουανία μίλησε χωρίς να έχει τη δικαιοδοσία να το κάνει. Τι στο καλό νόμιζε ότι έκανε, τέλος πάντων; Άλλες χώρες της ΕΕ είχαν ζήσει για δεκαετίες με τα «μαγειρέματα» της Ταϊπέι.
Ίσως ευτυχώς για τη Λιθουανία, η οργή της Κίνας σύντομα μετατράπηκε σε τραγελαφική υπεραντίδραση. Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης επιδόθηκαν σε αρνητικά σχόλια. Τον Νοέμβριο η πρεσβεία της Λιθουανίας στο Πεκίνο υποβαθμίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες σε χαμηλότερο διπλωματικό καθεστώς.
Το προσωπικό, φοβούμενο για την ασφάλειά του, χρειάστηκε να απομακρυνθεί. Η όλη κατάσταση οδήγησε διπλωμάτες από άλλες χώρες της ΕΕ (και πιθανώς πέραν αυτής) να αναρωτιούνται αν θα ήταν οι επόμενοι.
Στη συνέχεια, εταιρείες από όλη την Ευρώπη, των οποίων οι εξαγωγές προς την Κίνα περιείχαν απλώς λιθουανικά εξαρτήματα, έγιναν επίσης στόχος γραφειοκρατικής παρενόχλησης.
Αυτό θεωρήθηκε – ή τουλάχιστον θα μπορούσε να ερμηνευτεί – ως επίθεση στην περίφημη ενιαία αγορά της λέσχης. Το γεγονός ότι ταλαιπώρησε τους Γερμανούς κατασκευαστές εξαρτημάτων αυτοκινήτων πιθανώς βοήθησε να τραβήξει την προσοχή των εκεί πολιτικών, και επομένως και άλλων.
Η σπασμωδική αντίδραση της Κίνας βοήθησε να αναζωπυρωθεί ο ισχυρισμός της Λιθουανίας ότι η διένεξη είναι μια δοκιμή για τη διεθνή τάξη που λειτουργεί βάσει κανόνων, και συνεπώς μια υπόθεση που η υπόλοιπη ΕΕ πρέπει να στηρίξει.
Αυτό συμβαίνει, έστω και με ακόμη διστακτικό ενθουσιασμό. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία ασχολείται με το εξωτερικό εμπόριο της ΕΕ, στοιχειoθετεί μια υπόθεση ότι η Κίνα παραβιάζει τις υποχρεώσεις της ως μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Αυτό θα μπορούσε (μια μέρα) να δημιουργήσει ένα ανεπαίσθητο ερυθρίασμα στο Πεκίνο. Ο επικεφαλής του μηχανισμού εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Josep Borrell, στις 14 Ιανουαρίου υποσχέθηκε αλληλεγγύη και ξεκαθάρισμα των πραγμάτων σε μια προτεινόμενη σύνοδο κορυφής Ευρώπης-Κίνας τον Μάρτιο.
Τα μεγάλα κράτη μέλη, των οποίων η διπλωματική ισχύς στηρίζει την ΕΕ, έχουν πλέον εμπλακεί. Η Γαλλία προωθεί ένα σχέδιο «κατά του εξαναγκασμού» που ελπίζει ότι θα αποτρέψει τους τραμπούκους όπως η Κίνα, το οποίο θέλει να προωθήσει κατά την εξάμηνη προεδρία της στις συνεδριάσεις των υπουργών της ΕΕ. (Το σχέδιο δεν είναι ούτε έτοιμο, ούτε έχει συμφωνηθεί.)
Ένας Γερμανός υπουργός επισκέφθηκε τη Λιθουανία για να εκφράσει την υποστήριξή του, αλλά ο Olaf Scholz, ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας, δεν έθεσε το θέμα στην συνάντηση γνωριμίας με τον πρόεδρο της Κίνας, Xi Jinping, τον Δεκέμβριο.
Κανείς δεν ακούει την κραυγή της ΕΕ
Μεγάλο μέρος της εξωτερικής πολιτικής περιλαμβάνει την αντιμετώπιση κρίσεων, αλλά η Ευρώπη δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τη δουλειά της αν οι κρίσεις αυτές δημιουργούνται από το εσωτερικό της.
Το να κατηγορούμε τη Λιθουανία για τον πονοκέφαλο που τώρα επωμίζονται εν μέρει οι σύμμαχοί της δεν είναι καθόλου δίκαιο: το πρόβλημα εδώ είναι η υπερβολική αντίδραση της Κίνας.
Η υπεράσπιση της Ταϊβάν είναι αξιέπαινη – αναμφισβήτητα μια πιο σθεναρή υπεράσπιση του τόπου θα ήταν μια λογική πολιτική της ΕΕ. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο χρειάστηκε να γίνει -ή δεν έγινε – δεν εμπνέει εμπιστοσύνη.
Στο βαθμό που οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι χρειάστηκε να παρέμβουν, οι αποφάσεις που ελήφθησαν από ένα κράτος μέλος λήφθηκαν στην πραγματικότητα εξ ονόματος του συνόλου, χωρίς όμως οι υπόλοιποι να ερωτηθούν. Αυτό δεν το λες και στρατηγικό σχεδιασμό με εκτόπισμα.
Η Ευρώπη φιλοδοξεί να χρησιμοποιήσει τα περιορισμένα της μέσα για να ωθήσει την Κίνα να αλλάξει τους τρόπους της. Μια επενδυτική συμφωνία που επιθυμούσαν και οι δύο πλευρές μπήκε στο ράφι πέρυσι μετά από μια σειρά κυρώσεων και αντι-κυρώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Σιντζιάνγκ.
Η προσεκτική διπλωματία είναι μια συνεχής διαδικασία βημάτων προς τα εμπρός και υποχωρήσεων. Αλλά η Κίνα, όπως και άλλοι πριν από αυτήν, επιδίδεται στη διαίρεση της Ευρώπης κατά τη διακριτική της ευχέρεια.
Πολλές ανατολικοευρωπαϊκές χώρες πριν από μια δεκαετία την προσέγγιζαν με ένα τρόπο που σχεδιάστηκε για να παρακάμψει τις δομές της Ε.Ε., γνωστό ως «16+1» (από τον οποίο η Λιθουανία αποχώρησε πέρυσι και ο οποίος φαίνεται να φυλλορροεί).
Είναι σαν κάποιες χώρες να αντιμετωπίζουν την ΕΕ ως μια ακόμη λέσχη που τις βοηθάει να προωθήσουν ίδια συμφέροντα – ενώ περιμένουν αλληλεγγύη όταν τα πράγματα πάνε στραβά.
Η Λιθουανία θα επιβιώσει από την ταλαιπωρία της κινεζικής οργής. Τα εμπορευματοκιβώτια που επιστράφηκαν από τα κινεζικά λιμάνια αγοράστηκαν από την Ταϊβάν, η οποία έχει πλέον λιθουανικό ρούμι αρκετό για μια ολόκληρη ζωή.
Η χώρα της Βαλτικής έλαβε υποσχέσεις για σημαντικές επενδύσεις από ταϊβανέζικες εταιρείες κατασκευής μικροτσίπ. Οπότε, η χώρα και ύψωσε τη φωνή της και απέφυγε την καταστροφή.
Αυτά ακούγονται καλά νέα, αλλά το συμβάν αποτελεί μία ακόμα υπενθύμιση του πόσο δύσκολη είναι η εξωτερική πολιτική για τη λέσχη των 27.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com