THEPOWERGAME
ΟΤΑΝ το ΝΤΕΝΒΕΡ, επικαλούμενο οικονομικές και περιβαλλοντικές ανησυχίες, αποσύρθηκε από τη διοργάνωση των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1976, δύο χρόνια μετά την ανάθεση, όλοι σοκαρίστηκαν.
Τότε η διοργάνωση των αγώνων θεωρούνταν προνόμιο, αλλά τώρα το Ντένβερ φαίνεται να ήταν μπροστά από την εποχή του. Η άκρατη προθυμία των ενδιαφερόμενων πόλεων έχει μειωθεί, ενώ οι ψηφοφόροι διώχνουν γρήγορα την ιδέα από το μυαλό τους.
Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ) αναγκάστηκε να μεταρρυθμίσει τη διαδικασία υποβολής υποψηφιοτήτων. Οι πόλεις δεν είναι πλέον υποχρεωμένες να συντάσσουν προτάσεις που κοστίζουν δεκάδες εκατομμύρια δολάρια.
Η ΔΟΕ επιλέγει τις υποσχόμενες υποψήφιες και ορίζει την «επικρατέστερη». Οι γύροι ψηφοφορίας αποκλεισμού έχουν αντικατασταθεί από μια πιο συνεργατική διαδικασία, η οποία αυτή την εβδομάδα ανέδειξε το Μπρίσμπεϊν ως την πόλη που θα φιλοξενήσει τους θερινούς Ολυμπιακούς και Παραολυμπιακούς Αγώνες του 2032.
Γιατί όμως είναι ελάχιστες οι πόλεις που επιθυμούν πλέον να φιλοξενήσουν; Πρόκειται οι αλλαγές της ΔΟΕ να αναζωπυρώσουν το ενδιαφέρον;
Η φιλοξενία των Ολυμπιακών Αγώνων έχει έρθει και έχει φύγει από τη μόδα και στο
παρελθόν. Η πιο συνηθισμένη γκρίνια είναι το κόστος.
Από τους πρώτους σύγχρονους αγώνες το 1896 έως το τέλος της δεκαετίας του 1960 οι αγώνες διεξάγονταν σε μεγάλες πόλεις της Αμερικής και της Ευρώπης που διέθεταν ήδη την απαραίτητη υποδομή.
Οι επιλογές αυτές συγκράτησαν τις δαπάνες. Αλλά οι Αγώνες γρήγορα μεγάλωσαν. Μεταξύ του 1956 και του 19720 ο αριθμός των αθλητών υπερδιπλασιάστηκε.
Το κόστος για το Μόντρεαλ, το οποίο φιλοξένησε τους θερινούς αγώνες του 1976, ήταν τόσο υπέρογκο που η πόλη εξόφλησε το τελικό χρέος της για τις εγκαταστάσεις μόλις το 2006.
Το Λος Άντζελες ανέλαβε τους Αγώνες του 1984 χωρίς αντίπαλο και διαπραγματεύτηκε τη χρήση των υφιστάμενων υποδομών. Οι Αγώνες υπήρξαν κερδοφόροι και ξαφνικά ανέκτησαν ξανά την αίγλη τους.
Αναδυόμενες αγορές, όπως η Νότια Κορέα (1988), η Ελλάδα (2004) και η Κίνα (2008), τους είδαν ως μια ευκαιρία για να προβάλλουν την ανάπτυξη και τη ζωτικότητά
τους.
Όσο όμως αυξανόταν ο αριθμός των υποψήφιων διοργανωτών, τόσο αυξανόταν και
ο κατάλογος των απαιτήσεων της ΔΟΕ.
Οι οικοδεσπότες έπρεπε όχι μόνο να κατασκευάσουν αθλητικά στάδια παγκοσμίου επιπέδου, αλλά και ξενοδοχεία και μετρό. Τα έσοδα από τα ραδιοτηλεοπτικά δικαιώματα αυξήθηκαν, αλλά όχι τόσο γρήγορα ώστε να καλύψουν το κόστος.
Ο προϋπολογισμός για την υποψηφιότητα του Λονδίνου για τους αγώνες του 2012 αυξήθηκε από το αρχικό ποσό των 2,4 δισ. λιρών (3,3 δισ. δολάρια) σε περισσότερα από 9,3 δισ. λίρες.
Παρά τις δαπάνες, οι ολυμπιακές υποψηφιότητες ήταν κάποτε δημοφιλείς μεταξύ των
ψηφοφόρων. Στο τέλος του 2012, οκτώ στους δέκα Λονδρέζους δήλωναν ότι οι θερινοί
αγώνες άξιζαν το υπερβολικό κόστος.
Αλλά το κλίμα έχει αλλάξει. Η διαδικασία ανάθεσης των Αγώνων του 2024 είναι ιδιαίτερα διδακτική.
Το 2015 η Βοστόνη ήταν ο επικρατέστερος υποψήφιος, μέχρι που η εκστρατεία κατά των Ολυμπιακών Αγώνων έστρεψε το κοινό εναντίον της ιδέας.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκάλεσε μια ρήτρα στη σύμβαση της ΔΟΕ που όριζε ότι σε περίπτωση υπέρβασης του κόστους οι τοπικοί φορολογούμενοι θα ήταν υπεύθυνοι για την κάλυψη του. Όταν ο δήμαρχος της Βοστόνη αποσύρθηκε, η Ρώμη, το Αμβούργο και η Βουδαπέστη απέσυραν επίσης τις υποψηφιότητες τους.
Τελικά έμειναν μόνο το Παρίσι και το Λος Άντζελες. Η ΔΟΕ προχώρησε σε μια κίνηση εξοικονόμησης πόρων αναθέτοντας τους αγώνες του 2024 στο Παρίσι και του 2028 στο Λος Άντζελες.
Μια δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο έδειξε ότι το 80% των Ιαπώνων αντιτίθεται στους φετινούς αγώνες στο Τόκιο.
Πολλοί ανησυχούν όχι μόνο για το κόστος, αλλά και για τον κίνδυνο που αφορά τη δημόσια ασφάλεια, καθώς τα κρούσματα της Covid-19 έχουν πάρει την ανιούσα. Ακόμη και αυταρχικά καθεστώτα, τα οποία ελάχιστα ενδιαφέρονται για τις αντιρρήσεις των ψηφοφόρων, μπορεί στο μέλλον να σκεφτούν διπλά τη φιλοξενία.
Οι Αγώνες μπορεί να τραβήξουν ανεπιθύμητη προσοχή. Η σκλήρυνση της στάσης της Δύσης απέναντι στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα έχει ενισχύσει τις εκκλήσεις για μποϊκοτάζ των χειμερινών αγώνων της Κίνας το επόμενο έτος.
Η ΔΟΕ υποσχέθηκε αλλαγές ενόψει της διαδικασίας ανάθεσης των αγώνων του 2032. Θα
λαμβάνει την απόφασή της 11 χρόνια νωρίτερα αντί για επτά όπως προηγουμένως.
Θα εξετάζει προτάσεις από ομάδες πόλεων ή ολόκληρες περιφέρειες, ενώ θα εγκαταλείψει τις
δαπανηρές προσχεδιασμένες υποψηφιότητες υπέρ του «συνεχούς διαλόγου» μεταξύ των
υποψήφιων διοργανωτών και μιας νέας επιτροπής που θα αποτελείται κυρίως από
υψηλόβαθμα στελέχη της ΔΟΕ.
Έτσι προέκυψε η αξιόπιστη επιλογή του Μπρίσμπεϊν, αν και ορισμένοι Γερμανοί πολιτικοί επέκριναν τη ΔΟΕ για έλλειψη διαφάνειας, όταν η υποψηφιότητά τους για τη διοργάνωση των Αγώνων στην περιφέρεια Ρήνου-Ρουρ απορρίφθηκε.
Στην πραγματικότητα, η νέα διαδικασία δίνει περισσότερο έλεγχο στη ΔΟΕ. Γεγονός που πιθανώς να οδηγήσει σε λιγότερα λάθη που κοστίζουν ακριβά, αλλά και σε περισσότερες κατηγορίες για μεροληψία.
Παράλληλα, ασκεί πολύ μεγαλύτερη πίεση στην ακεραιότητα των μελών της επιτροπής. Η ΔΟΕ έχει μετατραπεί από ζητιάνο σε επιλογέα.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com