THEPOWERGAME
Ο Δρ. Μοχαμεντ Ελ Εριάν, κορυφαίος οικονομικός σύμβουλος της Allianz και πρόεδρος του Queens College στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, θεωρεί πως οι σημερινές συνθήκες στην ελληνική οικονομία διαφέρουν σε σχέση με μια δεκαετία πριν όσο η μέρα με τη νύχτα καθώς έχει σημειωθεί μεγάλη βελτίωση στη χώρα. Σε συνέντευξη που έδωσε στο powergame.gr στο πλαίσιο του 26ου συνεδρίου του Economist στο Grand Resort Lagonissi, o διακεκριμένος οικονομολόγος εξηγεί πως η Ε.Ε έχει τεράστια πλεονεκτήματα από μια κοινή ενεργειακή πολιτική καθώς απαραίτητη προϋπόθεση στην αντιμετώπιση κοινών κρίσεων είναι η συνεργασία των κρατών.
Οπαδός της θεωρίας παιγνίων, ο κ. Ελ Εριάν κρίνει πως οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να δαμάσουν τον πληθωρισμό και έτσι να θέσουν υπό έλεγχο την προοπτική μελλοντικών ανατιμήσεων σε έναν κόσμο που, όμως, οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν ήδη αποσυνδεθεί από αυτές του πετρελαίου.
Ένα από τα βασικά σημεία που διατυπώσατε στο πάνελ του 26ου Economist Government Roundtable ήταν η αναγκαιότητα των κυβερνήσεων να συνεργαστούν προκειμένου να ξεπεράσουν τους σημερινούς κινδύνους στην παγκόσμια οικονομία. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όμως, εξακολουθεί να υπάρχει απόσταση μεταξύ των κρατών-μελών ως προς τη διαχείριση των δημοσιονομικών και των ενεργειακών προκλήσεων. Πόσα εξαρτώνται από τη συνεργασία των κυβερνήσεων σήμερα;
Ας εξετάσουμε πρώτα την κατάσταση σε παγκόσμιο επίπεδο. Εκεί ήταν απαραίτητη μια συνεργασία κυβερνήσεων που τελικά δεν ευοδώθηκε. Έχουμε περάσει μια σειρά κοινών κρίσεων. Η πανδημία, η διαταραχή των εφοδιαστικών αλυσίδων, η επίδραση του πολέμου στην Ουκρανία, τα προβλήματα στις αγορές εργασίας κ.ο.κ. Η παγκόσμια οικονομία ήταν αντιμέτωπη με μια αλληλουχία κρίσεων. Και ένα κοινό σοκ απαιτεί συντονισμένες ενέργειες για να ξεπεραστεί. Έτσι απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συνεργασία. Χωρίς συντονισμένες ενέργειες, η έκβαση των πραγμάτων γίνεται ανορθόδοξη.
Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτέλεσε η πανδημία. Ορισμένα μέρη του κόσμου απέκτησαν άπλετη πρόσβαση στα εμβόλια και άλλα καμία. Το αποτέλεσμα είναι πως διαρκώς έχουμε νέες μεταλλάξεις του ιού SARS-CoV-2. Είμαστε εξαιρετικά αλληλεξαρτώμενοι για να μην έχουμε μια κοινή προσέγγιση. Παρομοίως όσο και αν μια χώρα προσπάθησε να θωρακιστεί από τις διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, χωρίς να λαμβάνει κανέναν άλλο υπόψη, τόσο πιο βαθύ έγινε το χάσμα με τον υπόλοιπο κόσμο.
Πιστεύω στη θεωρία παιγνίων διότι αναγκάζεται κανείς να προσδιορίσει τις καταστάσεις. Πρώτος κανόνας είναι να αναγνωρίσει κανείς τον τύπο του «παιχνιδιού»: είναι ανταγωνιστικό ή συλλογικό. Ο κόσμος βρίσκεται σε μια κατάσταση που απαιτεί συνεργασία. Όμως καθένας πορεύεται ανεξάρτητα. Γι’ αυτό η έκβαση είναι τόσο άσχημη.
Στην Ε.Ε, δεν υπήρχε άλλη επιλογή από τη συνεργασία των κυβερνήσεων καθώς αυτοσκοπός είναι όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ενοποίηση. Υπάρχουν τεράστια πλεονεκτήματα σ’ αυτό. Δίχως αμφιβολία η Ευρώπη θα πρέπει να έχει μια κοινή ενεργειακή πολιτική. Θα έχει τη δυνατότητα να διαπραγματεύεται εκ μέρους των κρατών-μελών και ας λύνει μετά εσωτερικά τα προβλήματά της. Με τις διμερείς συμφωνίες, αντίθετα, καταλήγεις σε μια κατάσταση που την παρομοιάζω με σπαγγέτι. Γίνονται όλα τόσο μπερδεμένα και περίπλοκα. Χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να χαράξει η Ε.Ε μια κοινή στρατηγική για τα εμβόλια και μπορεί να συνεχίσει σε αυτό το μονοπάτι σε άλλους τομείς.
Αν και οι τιμές του πετρελαίου και των βιομηχανικών εμπορευμάτων έχουν υποχωρήσει εξαιτίας φόβων για ύφεση, οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση λόγω χειραγώγησης της προσφοράς. Πώς εκτιμάτε πως θα εξελιχθεί ο πληθωρισμός το φθινόπωρο και τον χειμώνα; Θα υπάρξει αποκλιμάκωση των ανοδικών τάσεων στις τιμές;
Και πάλι να σας παραπέμψω στη θεωρία παιγνίων όπου θα πρέπει να αναρωτηθεί κανείς εάν ο πληθωρισμός θα κάνει τον κύκλο του όχι σε μια αλλά σε πολλαπλές φάσεις. Είναι σπριντ 100 μέτρων ή μαραθώνιος; Είναι το τελευταίο. Ξεκίνησε με το σοκ στις τιμές των εμπορευμάτων. Σήμερα βρίσκονται σε εξέλιξη οι επόμενες φάσεις διότι οι κεντρικές τράπεζες άργησαν να αντιδράσουν. Είναι πολύ νωρίς ακόμη για να προσβλέπει κανείς σε εκτόνωση του πληθωρισμού. Και όταν έρθει αυτή η στιγμή απομένει να διευκρινιστεί, πρώτον, σε τι επίπεδα θα σταθεροποιηθεί και, δεύτερον, με τι κόστος εις βάρος της ζήτησης. Τρίτον θα φανεί ποιες θα είναι οι συνέπειες από το πλήγμα στη ζήτηση.
Επειδή η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) καθυστέρησε με την αύξηση των επιτοκίων της, η αποσυμπίεση των τιμών θα ξεκινήσει από υψηλότερα επίπεδα, θα είναι βραδύτερη, θα συσχετιστεί με μεγαλύτερες επιπτώσεις στη ζήτηση και η ζημία θα έχει μεγαλύτερο βάθος χρόνου απ’ ότι θα είχε συμβεί διαφορετικά.
Στην περίπτωση της Ευρώπης υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για τις προμήθειες φυσικού αερίου και αυτός είναι λόγος που είναι οι τιμές του έχουν αποσυνδεθεί από αυτές του πετρελαίου. Υπάρχουν περισσότερες εναλλακτικές για το πετρέλαιο αλλά το φυσικό αέριο εξαρτάται από ένα δίκτυο αγωγών που συνδέει την Ευρώπη με τη Ρωσία. Και δεν υπάρχουν επαρκείς υποδομές για υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG).
Θα έχει τη δυνατότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό με αυτήν την αβεβαιότητα;
Η ΕΚΤ μπορεί να περιορίσει τις πολλαπλές συνέπειες του πληθωρισμού αλλά δεν μπορεί να ελέγξει το αρχικό σοκ από την αύξηση των τιμών. Αλλά το μείζον ερώτημα είναι πόσο αναμένεται να διαρκέσει ο πληθωρισμός και από αυτό θα εξαρτηθεί από το εάν θα μεταφερθεί αυτό το σοκ των ανατιμήσεων από τον έναν παίκτη της οικονομίας στον άλλον. Εάν επικρατήσει η άποψη πως οι κεντρικές τράπεζες απέτυχαν να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό τότε κάθε παραγωγός ή έμπορος δεν θα μεταφέρει μόνον τις ανατιμήσεις που έγιναν αλλά και τις μελλοντικές. Μετά οι εργαζόμενοι θα απαιτήσουν υψηλότερους μισθούς. Οπότε η ΕΚΤ μπορεί να σταματήσει αυτές τις αλυσιδωτές αντιδράσεις.
Μπορεί η ΕΚΤ να δαμάσει τη νευρικότητα των αγορών σε ότι αφορά το μέγεθος του δημόσιου χρέους των κρατών-μελών της Ευρωζώνης;
Ναι, βέβαια έχει αυτή τη δυνατότητα. Αρκεί να της το επιτρέψουν καθώς υπάρχουν νομικές προκλήσεις. Σίγουρα έχει την προθυμία να το κάνει. Έχει ξεκαθαρίσει αρκετά πως ο κατακερματισμός των αγορών ομολόγων περιπλέκει τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής και ως εκ τούτου χρειάζεται ένα εργαλείο για να αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο πρόβλημα. Διαφορετικά δεν θα είναι τόσο αποτελεσματική η πολιτική της. Μέχρι σήμερα, βέβαια, κάθε νομική πρόκληση έχει ξεπεραστεί και γι΄ αυτόν τον λόγο στην πραγματικότητα η αντίδραση των αγορών είναι πολύ πιο ήπια απ’ ό,τι θα ήταν διαφορετικά.
Πόσο εκτεθειμένη είναι η Ελλάδα στις αγορές δημοσίου χρέους σε σχέση με μια δεκαετία πριν;
Η διαφορά σήμερα με μια δεκαετία πριν είναι όσο η μέρα με τη νύχτα. Τόσο ως προς τη διαχείριση των συνθηκών στο εσωτερικό της χώρας ως προς τη διαχείριση της οικονομίας, όσο και ως προς την ετοιμότητα της Ευρωζώνης με τα εργαλεία που διαθέτει σήμερα. Η Ελλάδα είναι πια επαρκώς θωρακισμένη.
Πώς εξηγείτε τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα στις αγορές εργασίας της Δύσης; Και τις δυο πλευρές του Ατλαντικού παρατηρούνται σοβαρές ελλείψεις σε διάφορους κλάδους από τα αεροδρόμια μέχρι τη φιλοξενία. Ποια είναι η θεωρία σας;
Η ερμηνεία πως ο κόσμος δεν επέστρεφε στην εργασία διότι εισέπραττε επιδόματα ανεργίας διαψεύστηκε. Αυτό ακούγονταν αρκετά στις ΗΠΑ αλλά το ομοσπονδιακό κράτος σταμάτησε να δίνει επιδόματα λόγω πανδημίας από πέρσι τον Σεπτέμβριο. Το ζήτημα, όμως, δεν λύθηκε.
Μέρος του προβλήματος είναι πως οι εταιρείες απέλυσαν ένα μεγάλο μέρος του προσωπικού τους και είναι δύσκολο να τους επαναπροσλάβουν άμεσα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα αεροδρόμια και τις αεροπορικές εταιρείες, όπου οι προσλήψεις είναι χρονοβόρες. Δεύτερον ένα τμήμα του πληθυσμού, ιδίως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, αποχώρησαν ολοσχερώς από την αγορά εργασίας. Όσοι βρίσκονται στην ηλικία των ’50 ή των ΄60 θεώρησαν πως έχει μεγαλύτερο νόημα να μείνει κανείς σπίτι του και να μην γυρίσει στη δουλειά. Τρίτον οι υπηρεσίες φροντίδας των παιδιών στις ΗΠΑ και τη Βρετανία είναι ανεπαρκείς, με αποτέλεσμα αρκετές γυναίκες να πρέπει να κάνουν δύσκολες επιλογές ανάμεσα στην οικογένεια και τη δουλειά. Πολλές δεν επέστρεψαν στην εργασία τους.
Τέταρτον και τελευταίο είναι πως ορισμένοι εργοδότες δεν έχουν προσαρμοστεί και δεν έχουν αποδεχτεί την αλλαγή του τρόπου εργασίας, επιμένοντας στη φυσική παρουσία των υπαλλήλων τους αντί ενός υβριδικού τρόπου απασχόλησης. Γι΄ αυτό και υπάρχουν υψηλότερα ποσοστά παραίτησης των εργαζομένων. Υπάρχει ένα χάσμα απόψεων ανάμεσα στις εταιρείες και τους υπαλλήλους, ιδιαίτερα τους νεότερους, για τον τρόπο εργασίας.