THEPOWERGAME
Σε γενικές γραμμές, ένα σύστημα αναπαραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), σαν το ChatGPT της OpenAI, καταναλώνει 33 φορές περισσότερη ενέργεια για να ολοκληρώσει μια εντολή σε σχέση μ’ ένα τυπικό λογισμικό. Αυτή η τεράστια ανάγκη για ενέργεια θέτει νέες προκλήσεις για τους τεχνολογικούς κολοσσούς που επιθυμούν να περάσουν ένα προφίλ φιλικό προς το περιβάλλον. Όμως εάν οι εκτιμήσεις για την εξάπλωση των εφαρμογών ΑΙ επιβεβαιωθούν, τότε οι εκπομπές ρύπων θα αυξηθούν περαιτέρω και τα δίκτυα ηλεκτροδότησης θα επιβαρυνθούν ακόμη πιο πολύ, σε μια περίοδο που ήδη επιδεινώνεται η κλιματική κρίση.
Με την ΑΙ να χαρακτηρίζεται η νέα βιομηχανική επανάσταση, οι τεχνολογικοί κολοσσοί επιχειρούν να διαμορφώσουν τα νέα κριτήρια που θα επηρεάζουν τη μέτρηση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος που αφήνουν οι δραστηριότητές τους. Αποκλειστικές πληροφορίες των Financial Times αποκαλύπτουν πως εταιρείες τεχνολογίας -συμπεριλαμβανομένων των Amazon, Meta Platforms και Google- κάνουν λόμπινγκ στο Greenhouse Gas Protocol (GHGP) και έχουν χρηματοδοτήσει έρευνες που υποστηρίζουν τις θέσεις τους για τη ρύπανση η οποία προκαλείται στο περιβάλλον. Κάθε δέκα χρόνια επανεξετάζονται και αναθεωρούνται οι κανόνες για τη μέτρηση των εκπομπών ρύπων.
Το GHG Protocol θεσμοθετήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2001 και καθιερώνει ένα «πλαίσιο για τον προσδιορισμό και τη διαχείριση των εκπομπών ρύπων από δραστηριότητες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, των εφοδιαστικών αλυσίδων, των προϊόντων, των πόλεων και των πολιτικών». Τον δρόμο άνοιξε το Πρωτόκολλο του Κιότο το 1992, μια διεθνής συνθήκη στο πλαίσιο της Σύμβασης για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC) του ΟΗΕ για τη μείωση των εκπομπών ρύπων.
Από την εκτενή έρευνα των Financial Times προκύπτει, ωστόσο, πως οι τεχνολογικοί κολοσσοί διαφωνούν μεταξύ τους για τον τρόπο που θα πρέπει να χαραχθούν οι νέοι κανόνες. Μια ομάδα που συμμετέχουν οι Amazon και Meta προωθεί ένα πλαίσιο που οι επικριτές του φοβούνται πως δεν θα αντικατοπτρίζει τις πραγματικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και έτσι δεν θα καταβάλλουν το ανάλογο τίμημα για τις εκπομπές ρύπων.
Ανταγωνιστική πρόταση της Google προϋποθέτει την αντιστάθμιση των εκπομπών ρύπων με τη χρήση ενέργειας που έχει παραχθεί από μέσα που είναι συγκρίσιμα μεταξύ τους, αναφέρουν οι Financial Times. To πρόβλημα είναι πως οι εταιρείες τεχνολογίας έχουν επενδύσει σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αλλά δεν μπορούν να ελέγξουν πλήρως τη ρύπανση που προκαλούν τα κέντρα επεξεργασίας δεδομένων στα τοπικά δίκτυα.
Όπως αναφέρεται από την εξειδικευμένη ενημερωτική ιστοσελίδα The Conversation, η Μicrosoft, η οποία έχει επενδύσει πάνω από 10 δισ. δολάρια στην OpenAI και έχει αναπτύξει τις ανάλογες εφαρμογές Copilot για τα Windows, ανακοίνωσε πως οι εκπομπές ρύπων της αυξήθηκαν περίπου κατά 40% από το 2020 ‘έως το 2023. Δηλαδή έφθασαν πέρυσι τους 17,1 εκατ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από τους 12,2 εκατ. τόνους το 2020. Στα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται οι άμεσες και έμμεσες εκπομπές ρύπων, δηλαδή όσων συσχετίζονται με τη λειτουργία των κέντρων επεξεργασίας δεδομένων, αλλά και των εκπομπών που παράγονται από τη χρήση των προϊόντων της.
Παρομοίως, οι εκπομπές ρύπων κατηγορίας «Scope 3» αυξήθηκαν πάνω από 65% μέσα σε μια διετία, από 5 εκατ. τόνους CO2 σε 8,4 εκατ. τόνους CO2, ενώ της Google διογκώθηκαν κατά σχεδόν 50% το 2023 από το 2019. Σε παγκόσμια κλίμα, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) εκτιμά πως η ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνουν τα κέντρα επεξεργασίας δεδομένων θα υπερδιπλασιαστεί έως το 2026, για να φθάσει περίπου την ετήσια κατανάλωση της Ιαπωνίας.
Διαβάστε επίσης
Πώς η Τσεχία γίνεται κέντρο παραγωγής μικροτσίπ στην Ευρώπη
Ελεύθεροι επαγγελματίες: Έρχονται 6 αλλαγές στη φορολογία
Πόσες κρατικές συμβάσεις υπεγράφησαν την τελευταία τριετία