THEPOWERGAME
Ο τεχνολογικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας χρονολογείται από την εποχή που η αμερικανική κυβέρνηση κατηγορούσε κινεζικές εταιρείες όπως η Huawei για κατασκοπεία. Από τις αρχές Αυγούστου 2022, η ένταση μεταξύ των δύο πλευρών κλιμακώθηκε όταν η Νάνσι Πελόζι, τότε πρόεδρος της Βουλής των ΗΠΑ, επισκέφθηκε την Ταϊβάν. Στη συνέχεια, η Ουάσιγκτον ενέτεινε τις πιέσεις εφαρμόζοντας τον Οκτώβριο μία σειρά μέτρων και περιορισμών με στόχο να μη φτάσει η τεχνογνωσία για τις πιο προηγμένες μορφές τεχνολογίας στο Πεκίνο και να μην εξελιχθεί η Κίνα στον κλάδο της τεχνητής νοημοσύνης.
Η διαμάχη χωρίζει τον πλανήτη σε δύο στρατόπεδα. Τον Μάρτιο του 2023, Ιαπωνία και Ολλανδία ανακοίνωσαν ότι υιοθετούν και αυτές τους περιορισμούς στις εξαγωγές εξοπλισμού για την κατασκευή προηγμένων ημιαγωγών. Το πλήγμα για την Κίνα ήταν ισχυρό. ΗΠΑ, Ιαπωνία και Ολλανδία παρέχουν σχεδόν το 90% του εξοπλισμού που χρησιμοποιούν παγκοσμίως τα εργοστάσια που κατασκευάζουν τσιπάκια.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν σκοπό να απομονώσουν το Πεκίνο, πιστεύοντας ότι η Κίνα δεν θα μπορούσε μόνο με τις δικές της δυνάμεις να ακολουθήσει την τεχνολογική εξέλιξη και τις εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης. Με τον νόμο «CHIPS and Science Act» η αμερικανική κυβέρνηση δίνει 280 δισ. δολάρια για την ανάπτυξη του κλάδου κατασκευής ημιαγωγών στις ΗΠΑ και τον επαναπατρισμό εταιρειών. Ο στόχος είναι οι ΗΠΑ να αφήσουν πίσω την Κίνα στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τα τσιπάκια που κατά κύριο λόγο κατασκευάζουν εταιρείες αμερικανικών συμφερόντων ή η TSMC της Ταϊβάν, η οποία είναι παγκόσμιος ηγέτης των ημιαγωγών αλλά χρησιμοποιεί αμερικανική τεχνολογία.
Η Κίνα βγήκε στην αντεπίθεση το περασμένο καλοκαίρι ανακοινώνοντας μία δέσμη μέτρων που, μεταξύ άλλων, απαγορεύουν κάθε συνεργασία με αμερικανική εταιρεία ημιαγωγών σε κινεζικό έδαφος. Αποτέλεσμα ήταν να ακυρωθούν deals, όπως της Intel για την εξαγορά της κινεζικής Tower Semiconductor έναντι 5,4 δισ. δολαρίων. Προηγουμένως, στα τέλη Μαΐου, το Πεκίνο είχε απαγορεύσει σε κινεζικές εταιρείες να αγοράσουν τσιπάκια της αμερικανικής Micron, η οποία έχει τζίρο 3,3 δισ. δολάρια στην Κίνα. Επιπλέον, η Κίνα επέβαλε ελέγχους στις εξαγωγές γάλλιου και γερμάνιου, δύο μετάλλων που είναι απαραίτητα στην κατασκευή ημιαγωγών και που η ασιατική χώρα είναι παγκόσμιος ηγέτης στην παραγωγή τους.
Παρατηρητές του πολέμου υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν τα εργοστάσια ούτε το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό για να αντικαταστήσουν όσα χάνουν από την Κίνα, που συνεπάγεται ότι σε έναν γενικευμένο τεχνολογικό πόλεμο θα είναι ευάλωτες. Γι’ αυτό χρηματοδοτούν την ανάπτυξη του κλάδου με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια, δείχνοντας ότι ετοιμάζονται για την τελική αναμέτρηση.
Τελευταία, η Μέση Ανατολή εξελίσσεται στο επόμενο πεδίο που θα φιλοξενήσει τη μάχη ΗΠΑ-Κίνας για την κυριαρχία στον κλάδο της τεχνολογίας. Πριν από περίπου ένα μήνα, η αμερικανική εταιρεία Nvidia, εκτελώντας χρέη εκπροσώπου του Λευκού Οίκου, ανακοίνωσε ότι η αμερικανική κυβέρνηση περιορίζει τις εξαγωγές των πιο προηγμένων ημιαγωγών προς ορισμένες χώρες της Μέσης Ανατολής, χωρίς να ονομάζει ποιες.
Η Nvidia έχει ωφεληθεί περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο από τη μανία για την τεχνητή νοημοσύνη που έχει κυριεύσει τον πλανήτη μέσα στο 2023. Η εταιρεία που παράγει τα πιο ανεπτυγμένα τσιπάκια, τις μικροσκοπικές κάρτες που παίζουν το ρόλο εγκεφάλου στα πιο προηγμένα τεχνολογικά προϊόντα στον κόσμο, έχει δει την χρηματιστηριακή της αξία να ξεπερνά τα 1 τρισ. δολάρια. Είναι μόλις η έκτη εταιρεία στον πλανήτη που το καταφέρνει.
Η ανακοίνωση της Nvidia δείχνει στους αναλυτές ότι ο τεχνολογικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας θα επηρεάσει σταδιακά ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία και πολλά κράτη θα κληθούν να πάρουν το μέρος του ενός ή του άλλου.