THEPOWERGAME
To AlphaFold έχει επιδείξει «αναμφισβήτητα, τα πιο επωφελή αποτελέσματα που είχε παγκοσμίως η τεχνητή νοημοσύνη μέχρι σήμερα». Το ξεκάθαρα μεροληπτικό σχόλιο -που αναφέρεται στα οφέλη που έχουν να δρέψουν οι φαρμακευτικές εταιρείες από την ΑΙ- ανήκει στον διευθύνοντα σύμβουλο της Google DeepMind, κυπριακής καταγωγής, Ντέμη Χασάμπη -έναν πολυτάλαντο επιχειρηματία με background στην πληροφορική και το… σκάκι.
Το AlphaFold είναι το λογισμικό τεχνητής νοημοσύνης της Google DeepMind, της ερευνητικής εταιρείας της μητρικής Google, που μπορεί να προβλέψει πώς θα είναι η τρισδιάσταση δομή των πρωτεϊνών με βάση το χημικό προφίλ του εξεταζόμενου. Στη βάση αυτού χτίστηκε η τελευταία ανακάλυψη, το AlphaMissense, το πρόγραμμα ΑΙ που μπορεί να προβλέψει ανάμεσα σε εκατομμύρια γενετικές μεταλλάξεις ποιες είναι ακίνδυνες και ποιες μπορούν να οδηγήσουν στηn εκδήλωση ασθενειών.
Πώς μπορεί να είναι χρήσιμο κάτι τέτοιο; Επιταχύνοντας την έρευνα και τη διάγνωση σπάνιων παθήσεων και εξασφαλίζοντας περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας για τις κλινικές δοκιμές των φαρμάκων. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα κρίσιμο. Εννέα στα δέκα νέα φάρμακα που δοκιμάζονται αποτυγχάνουν και, σύμφωνα με την Deloitte, το κόστος ανάπτυξης ανά φάρμακο ανέρχεται σε 2,3 δισ. δολάρια! Οι δυνατότητες βελτίωσης αυτού του σκορ προφανώς ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τις φαρμακευτικές εταιρείες, ώστε να αυξήσουν την παραγωγικότητα και τα κέρδη τους (αυτήn τη στιγμή οι επενδύσεις σε έρευνα και τεχνολογία των φαρμακευτικών αποδίδουν μόλις 1,2%). Και βέβαια, με απώτερο σκοπό να επιταχύνουν τις ανακαλύψεις νέων φαρμάκων.
Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να περιορίσει τα κόστη την ανάπτυξης φαρμάκων προ-κλινικών δοκιμών κατά δύο πέμπτα! Κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει μία αγορά 50 δισ. δολαρίων μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Διακόσιες startups για τα φάρμακα
Γι’ αυτήn την αγορά διαγκωνίζονται περί τις 200 start ups, με βάση έρευνα της CB Insights. Πρώτη ανάμεσα σε αυτές είναι η Isomorphic Labs, η start up της Google DeepMind. Τελευταία, μάλιστα, έχει γίνει μία σειρά συμφωνιών και εξαγορών στον συγκεκριμένο κλάδο. Η BioNTech, η γερμανική εταιρεία που συν-ανέπτυξε με την Pfizer ένα από τα επικρατέστερα εμβόλια για τον κορονοϊό, απέκτησε τη βρετανική start up AI, InstaDeep, έναντι 682 εκατ. δολαρίων. Η φαρμακευτική Eli Lilly υπέγραψε το Μάιο συμφωνία 250 εκατ. δολαρίων με την κινεζική Xtalpi, με έδρα τη Σεντζέν. Τον Ιούλιο η Nvidia επένδυσε 50 εκατ. δολάρια στη βρετανική Recursion.
Η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης δεν μπορεί φυσικά να εγγυηθεί την επιτυχία. Οι κλινικές δοκιμές για το πρώτο σκεύασμα που σχεδιάστηκε με τη χρήση AI και ανακοινώθηκε το 2020 από την Exscientia, που βρίσκεται στην Οξφόρδη της Βρετανίας, και την εταιρεία Sumitomo Pharma, δεν ήταν επιτυχείς. Τον Μάιο η BenevolentAI, με έδρα το Λονδίνο, ανακοίνωσε ότι απολύει 180 ανθρώπους, μετά την αποτυχία του βασικού υποψήφιου φαρμάκου που ανέπτυσσε.
Εξαγορά της DeepMind από την Google
Η DeepMind, την οποία δημιούργησε ο Ντέμης Χασάμπης, εξαγοράστηκε από την Google το 2014 έναντι 450 εκατ. ευρώ, με τον ίδιο να αναλαμβάνει τη θέση του CEO. Προκειμένου να προχωρήσει η συμφωνία, η Google δέχθηκε να δημιουργήσει μια επιτροπή δεοντολογίας, προκειμένου να ελέγχει την κατεύθυνση που παίρνει η τεχνολογία της, ώστε να βρίσκεται στην υπηρεσία της ανθρωπότητας.
Τα τελευταία χρόνια ο τομέας της εταιρείας DeepMind Health είχε μεταξύ άλλων αναπτύξει συνεργασία με το βρετανικό σύστημα υγείας NHS, προκειμένου να δημιουργήσει εφαρμογές που θα βοηθήσουν τους γιατρούς του να παρακολουθεί τις λοιμώξεις στα νεφρά.
Σύμφωνα, πάντως, με τον συνιδρυτή της Google DeepMind, Μουσταφά Σουλεϊμάν, ακόμη και αυτή η πολλά υποσχόμενη γενετική τεχνητή νοημοσύνη «είναι απλώς μια φάση». Ο Σουλεϊμάν, ο οποίος συνίδρυσε κι εκείνος και διευθύνει μία από τις startups AI του χώρου, την Inflection AI, είπε σε συνέντευξή του στο MIT Technology Review πως «αυτό που θα ακολουθήσει είναι το διαδραστικό AI: bots που μπορούν να εκτελέσουν εργασίες, που τους ορίζετε καλώντας άλλο λογισμικό και άλλους ανθρώπους να ολοκληρώσουν τα πράγματα». Οραματίστηκε μάλιστα ότι σε αντίθεση με τη «στατική» τεχνητή νοημοσύνη, η διαδραστική θα μπορούσε να είναι πιο δυναμική και να αναλαμβάνει ενέργειες από μόνη της, εφόσον της δοθεί η άδεια. Μένει να φανεί πόσος καιρός μπορεί να χρειαστεί ώστε να βρεθούν κατάλληλα πρωτόκολλα για τέτοιες μορφές συναποφάσεων, ειδικά στον τομέα της έρευνας, που σχετίζεται με τον χώρο της υγείας.