THEPOWERGAME
Υπέρ της φορολόγησης των αμερικανικών big tech τάχθηκε πρόσφατα η Ελλάδα. Ειδικότερα με βάση τη θέση της χώρας που κατέθεσε ο πρώην υπηρεσιακός υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Σωκράτης Κάτσικας στο συμβούλιο υπουργών τηλεπικοινωνιών της ΕΕ, η χώρα μαζί με τον Ευρωπαϊκό Νότο τάχθηκε υπέρ της επιβολής δικαιώματος (φόρου) στους παρόχους υπηρεσιών πάνω από το Internet (Over The Top ή OTT players).
H επιβολή του συγκεκριμένου δικαιώματος, που πολλοί αναφέρουν ως «δίκαιη συνεισφορά (fair share)», στόχο θα έχει την ενίσχυση της ανάπτυξης των τηλεπικοινωνιακών δικτύων νέας γενιάς στην Ευρώπη. Οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι «γκρινιάζουν» ότι επενδύουν υπέρογκα ποσά για την ανάπτυξη δικτύων υπερυψηλών ταχυτήτων βασισμένων σε οπτικές ίνες και 5G, και οι μεγάλες αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες (big tech), όπως η Google, η Apple και η Amazon είναι οι εταιρείες κερδίζουν υπέρμετρα από τις επενδύσεις αυτές.
Έρευνα της εταιρείας Sandvine έδειξε ότι το 48% της κίνησης στο διαδίκτυο προκαλείται από έξι αμερικανικές εταιρείες. Πρόκειται για την Google, την Netflix, την Meta (Facebook), την Microsoft, τη Apple και την Amazon. Το σύνολο των προαναφερόμενων επιχειρήσεων προσφέρουν υπηρεσίες video οι οποίες είναι οι πιο «δαπανηρές» σε εύρος ζώνης ή χωρητικότητα δικτύων. Εκτιμάται ότι η λήψη και μετάδοση video στο διαδίκτυο, προκαλεί το 65% της συνολικής κίνησης του διαδικτύου στον πλανήτη.
Η θέση της Ελλάδα ξάφνιασε την αγορά. Ταυτίζεται με τους μεγάλους παρόχους τηλεπικοινωνιών της Ευρώπης, π.χ. Deutsche Telekom, Telefonica, Orange, Vodafone κ.λπ. και είναι αντίθετη με εκείνη των big tech,από τις οποίες αναμένει επενδύσεις (Micorsoft, Google κ.λπ.). Οι αμερικανικές εταιρείες από την άλλη πλευρά, φυσικά δεν θέλουν να ακούσουν τίποτε για την επιβολή του συγκεκριμένου φόρου. Θεωρούν δε ότι θα στρεβλώσει την αγορά, χωρίς να επιφέρει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Παραδόξως, με τη θέση αυτή ταυτίστηκε το μεγαλύτερο μέρος των Ευρωπαϊκών Χωρών στο συμβούλιο υπουργών που έγινε στις αρχές του μήνα στις Βρυξέλλες. Οι 18 από τις 28 χώρες ταυτίστηκαν με τη θέση των μεγάλων αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών. Αντίθετα η επιβολή ενός δικαιώματος fair share, ανάλογα με την κίνηση που δημιουργεί ένα οργανισμός στο δίκτυο, στηρίχθηκε από πολύ λίγες χώρες -κυρίως του Ευρωπαϊκού νότου, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα, Κύπρος και τέλος Ουγγαρία.
Τρεις χώρες δεν πήραν θέση ή τήρησαν ουδέτερη στάση. Πρόκειται για την Πορτογαλία, την Ρουμανία και την Πορτογαλία. Έτσι κατά της επιβολής του δικαιώματος fair share τάχθηκαν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Γερμανία. Το τελευταίο είναι λίγο οξύμωρο, καθώς η Deutsche Telekom, στην οποία το Γερμανικό κράτος κατέχει το 30% των μετοχών και είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος της, πρωτοστατεί στην Ευρώπη για την επιβολή του συγκεκριμένου φόρου.
Μάλιστα θέση κατά της επιβολής του δικαιώματος fair share στις αμερικανικές big tech τάχθηκε και η Γερμανική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών (BNetzA) τάχθηκε επίσης κατά της επιβολής του δικαιώματος. Την ίδια θέση έλαβε και το Σώμα Ευρωπαίων Ρυθμιστών (BEREC), που αποτελεί η ένωση όλων των Ρυθμιστικών Αρχών για τις τηλεπικοινωνίες στην Ευρώπη. Φανατικός τέλος πολέμιος που μέτρου ηταν και η Ολλανδική κυβέρνηση που φιλοξενεί μεγάλο μέρος των επενδύσεων των big tech.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μόνη χώρα στον πλανήτη που έχει ξεκινήσει μια μορφή «δίκαιης συνεισφοράς» για μεγάλους παραγωγούς περιεχομένου είναι η Κορέα. Ωστόσο, σύμφωνα με την Κομισιόν, οι αναφορές και οι απόψεις των ειδικών, με ορισμένες εξαιρέσεις, τείνουν να υποστηρίξουν ότι το πείραμα της Νότιας Κορέας αποτυγχάνει και οδηγεί σε: μειωμένη ποικιλομορφία διαδικτυακού περιεχομένου, πιο αργό ψηφιακό μετασχηματισμό, υψηλότερες τιμές για τους τελικούς χρήστες που αγοράζουν περιεχόμενο στο Διαδίκτυο, μείωση της ποιότητας υπηρεσιών Διαδικτύου και μείωση των επενδύσεων σε υποδομές δικτύου. Γι’ αυτό τόσο ενώσεις καταναλωτών, όσο και ακαδημαϊκοί φορείς, ζήτησαν από την κυβέρνηση της Νότιας Κορέας να καταργήσει το νέο νομικό πλαίσιο που πληρώνει την χρήση αυτός που στέλνει την πληροφορία (big tech) και όχι αυτός που την δέχεται (χρήστης).
Με αυτά τα δεδομένα πλέον θεωρείται απίθανο να υποστηριχθεί απ’ εδώ και στο εξής η επιβολή ενός τέτοιου δικαιώματος. Η πολιτική αυτή στηρίχθηκε ιδιαίτερα από τον Γάλλο Επίτροπο για την Εσωτερική Αγορά Τιερί Μπριτόν.