THEPOWERGAME
Το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα εκτιμά ότι κάθε χρόνο ξεπλένονται από 800 δισεκατομμύρια έως και 2 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσω των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών συστημάτων. Πρόκειται για ένα εκπληκτικό 2-5% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ομοσπονδία (EBF), που έχει κάτω από την ομπρέλα της 32 εθνικές τραπεζικές ενώσεις στην Ευρώπη και εκπροσωπεί 5.981 τράπεζες, με περίπου 2,6 εκατομμύρια υπαλλήλους, συνεργάζεται με τη SAS για να βοηθήσει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε όλο τον κόσμο να περιορίσουν αυτό το φαινόμενο.
«Η ραγδαία εξέλιξη των επιχειρήσεων και της τεχνολογίας καθιστά τις συμβατικές μεθόδους καταπολέμησης ξεπλύματος μαύρου χρήματος (AML) αναποτελεσματικές και απαιτεί μια πιο καινοτόμο προσέγγιση για την αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος,» δήλωσε ο Wim Mijs, διευθύνων σύμβουλος της EBF. «Το μέλλον του AML βασίζεται στη χρήση καινοτόμων τεχνολογιών και κοινών λύσεων, που, στην πράξη, ενισχύουν την κρίση των ειδικών και αποκαλύπτουν την πλήρη εικόνα για την αντιμετώπιση πολύπλοκων εγκληματικών δικτύων. Είμαστε βέβαιοι ότι η συνεργασία με τη SAS θα μας βοηθήσει να προετοιμάσουμε τα μέλη μας και την ευρύτερη τραπεζική κοινότητα για αυτή τη νέα πραγματικότητα».
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό αναφορών ύποπτης δραστηριότητας, τα στοιχεία της Europol δείχνουν ότι μεταξύ 2009 και 2014 κατασχέθηκε μόλις το 1,1% των περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν με εγκληματικό τρόπο. Για τον περιορισμό αυτής της ανησυχητικής τάσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εισήγαγε μια νέα δέσμη κανονισμών για την καταπολέμηση ξεπλύματος μαύρου χρήματος (AML), με ισχύ από τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους. Μεταξύ άλλων, για πρώτη φορά, οι τράπεζες και άλλες χρηματοοικονομικές οντότητες θα πρέπει να συμμορφώνονται με έναν άμεσα εφαρμοστέο κανονισμό, ενώ τα επόμενα χρόνια θα λειτουργήσει μια νέα Ευρωπαϊκή Αρχή για την καταπολέμηση του ξεπλύματος μαύρου χρήματος.
Κάτι παραπάνω από μια «άσκηση» Συμμόρφωσης
Τον Ιανουάριο, η Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF), διακυβερνητικό παρατηρητήριο για την ανάπτυξη πολιτικών για την καταπολέμηση του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, προειδοποίησε ότι η πανδημία COVID-19 επέτρεψε στους εγκληματίες να εκμεταλλευτούν τα κενά στις ψηφιακές ταυτότητες.
Την ίδια περίπου περίοδο, οι SAS, KPMG και Ένωση Πιστοποιημένων Ειδικών κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ACAMS) πραγματοποίησαν έρευνα σε περισσότερα από 850 μέλη της Ένωσης παγκοσμίως για να αξιολογήσουν το πως οι επαγγελματίες συμμόρφωσης προσαρμόζουν τις στρατηγικές τους για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος εν μέσω της πανδημίας. Σύμφωνα με τη μελέτη που προέκυψε, η οποία δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο:
- Το ένα τρίτο των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ανέφερε ότι, εξαιτίας της COVID-19, επιτάχυναν την υιοθέτηση Τεχνητής Νοημοσύνης και μηχανικής μάθησης για την καταπολέμηση του ξεπλύματος μαύρου χρήματος.
- Ένα άλλο 39% ανέφερε ότι τα σχέδια τους για υιοθέτηση της Τεχνητής Νοημοσύνης και της μηχανικής μάθησης συνεχίστηκαν με αμείωτους ρυθμούς, παρά την αναστάτωση που έφερε η πανδημία.
«Η έρευνά μας δείχνει ότι ο κλάδος βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Οι τράπεζες εν γένει αναγνωρίζουν την τεχνητή νοημοσύνη ως ένα εργαλείο που αλλάζει τους κανόνες στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος, ωστόσο οι περισσότερες προσπαθούν ακόμη να κατανοήσουν την τεχνολογία και πώς μπορούν να την αξιοποιήσουν καλύτερα» δήλωσε ο Stu Bradley, Senior Vice President of Fraud and Security Intelligence της SAS. «Σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ομοσπονδία, ανυπομονούμε να τους δείξουμε το δρόμο, με πρακτικές που θα αναβαθμίσουν τις διαδικασίες τους και θα τις οδηγήσουν πέρα από τη συμβατική κάλυψη των υποχρεώσεών τους απέναντι στις κανονιστικές αρχές. Με τη σωστή προσέγγιση, η καταπολέμηση ξεπλύματος μαύρου χρήματος μπορεί να επιφέρει μια συνολική μεταμόρφωση στις διευρυμένες λειτουργίες καταπολέμησης απάτης και διαχείρισης κινδύνων των τραπεζών».