THEPOWERGAME
Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση στην Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει μοχλό για την αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης και κινητήρια δύναμη για οικονομική ανάπτυξη σύμφωνα με το νέο κείμενο πολιτικής της ΔιαΝΕΟσις με τίτλο «Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση στην Ελλάδα στη μετα-κορονοϊό εποχή».
Βάση για μια τέτοια εξέλιξη αποτελούν τα δυνατά σημεία της ανάλυσης SWOT και κυρίως ο πρόσφατος Κώδικας Ψηφιακής Διακυβέρνησης, η Βίβλος του Ψηφιακού Μετασχηματισμού (ΒΨΜ), το νέο διοικητικό σχήμα για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση που συμπεριλαμβάνει εκτελεστικούς βραχίονες υπό κοινό συντονισμό (π.χ. ΕΔΥΤΕ, ΗΔΙΚΑ, ΚτΠ), τα σημαντικά υλοποιημένα έργα πληροφορικής και το νομοθετικό πλαίσιο διαφάνειας στη διακυβέρνηση και ανοικτότητας δημόσιων δεδομένων.
Μάλιστα, στην Έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη επισημαίνεται ως βασική αρχή η ανοικτότητα και η διαφάνεια (openness/transparency by default), με τον διαμοιρασμό δεδομένων ανάμεσα σε δημόσιους φορείς, η εμπλοκή των ενδιαφερόμενων μερών στη σχεδίαση και την παροχή υπηρεσιών, και η παροχή δυνατότητας σε πολίτες και επιχειρήσεις για τον έλεγχο πρόσβασης των δεδομένων τους και τη διόρθωσή τους, καθώς και για την παρακολούθηση διοικητικών διαδικασιών που τους αφορούν.
Η ενημέρωση των πολιτών και επιχειρήσεων θα πρέπει να γίνεται αυτόματα για κάθε πρόσβαση ή αλλαγή που αφορά στα δεδομένα τους (Πισσαρίδης κ.ά., 2020).
Δυστυχώς, παραμένουν σημαντικές αδυναμίες, όπως αυτές που έχουν αναλυθεί στην προηγούμενη μελέτη της διαΝΕΟσις (Σπινέλλης, κ.ά., 2018), με κύριες το κενό ανάμεσα στην ψηφιακή στρατηγική, το σχέδιο δράσης και την υλοποίηση (αποτελεί ακόμη στοίχημα η κάλυψή του μέσω της ΒΨΜ), καθώς και την απουσία αρχιτεκτονικής λογισμικού σε υψηλό επίπεδο, η οποία έχει ως συνέπεια τη μη επαναχρησιμοποίηση ήδη υλοποιημένων λύσεων ή τη μη αρμονική συνεργασία εφαρμογών που καλύπτουν πολλούς τομείς της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
Επιπλέον δεν έχουν καθιερωθεί απλά πρότυπα και διαδικασίες συνεργασίας και εξουσιοδοτήσεων ώστε οι φορείς να μπορούν να ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες. Επίσης, σημαντικές αδυναμίες είναι η απουσία ανασχεδιασμού διεργασιών και ο κατακερματισμός εφαρμογών σε συνδυασμό με τη φύλαξη και την επεξεργασία δεδομένων σε διαφορετικά πληροφοριακά συστήματα (απομονωμένα σιλό), χωρίς τη δυνατότητα μεταξύ τους διαλειτουργικότητας ή διασύνδεσης, καθώς και η ασάφεια στις αρμοδιότητες των εμπλεκόμενων φορέων.
Αναμένεται να αποδειχθεί ο θετικός αντίκτυπος που δύναται να έχει ο Κώδικας Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ο οποίος στοχεύει στην αντιμετώπιση ορισμένων εξ αυτών των αδυναμιών, μέσω της συγκέντρωσης και επικαιροποίησης της σχετικής νομοθεσίας.
Επίσης, παρουσιάζονται ακόμη περιπτώσεις μη εναρμόνισης και μη συντονισμού από δράσεις ακόμη και ίδιων υπουργείων, όπως λ.χ. η μη αξιοποίηση του ήδη υφιστάμενου Εθνικού Μητρώου Επικοινωνίας από τη δράση ενημέρωσης υποψηφίων πανελλαδικών εξετάσεων για τα αποτελέσματα και τη σχολή εισαγωγής τους.
Παράλληλα, από το εξωτερικό περιβάλλον αναδύονται αξιόλογες ευκαιρίες, αφού τα μέτρα για τον περιορισμό της πανδημίας έδρασαν καταλυτικά για την επίσπευση και προώθηση της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης gov.gr και για τις δράσεις που ακολούθησαν. Όντως, τέθηκαν προτεραιότητες για τη γρήγορη, οικονομική υλοποίηση των πιο δημοφιλών ψηφιακών υπηρεσιών (quick-wins) όπως η ψηφιακή υπεύθυνη δήλωση και η εξουσιοδότηση.
Η συνήθης πρακτική ανάπτυξης μονολιθικών συστημάτων, με έμφαση στην τυπική ικανοποίηση όλων των προδιαγραφών, αντί για την ουσιαστική ικανοποίηση αυτών, εγκαταλείφθηκε.
Παράλληλα, η έκδοση μιας σειράς πράξεων νομοθετικού περιεχομένου (ΠΝΠ) και υπουργικών αποφάσεων διευκόλυναν την ευέλικτη προσαρμογή των δράσεων πληροφορικής της δημόσιας διοίκησης, αν και ορισμένες διατάξεις ίσχυαν κατά την περίοδο των περιορισμών κατά παρέκκλιση και δεν υποκατέστησαν στη συνέχεια τις αντίστοιχες διατάξεις της έντυπης διαδικασίας.
Ακόμη, η επερχόμενη ανάπτυξη δικτύων 5G και υψηλής χωρητικότητας αναμένεται να δημιουργήσει την υποδομή για την περαιτέρω ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης και των επιχειρήσεων (τόσο η ίδια η υποδομή όσο και μέσω της δημιουργίας του Ταμείου Φαιστός), ενώ η Εθνική Ακαδημία Ψηφιακών Ικανοτήτων στοχεύει να αποτελέσει τον κεντρικό κόμβο συντονισμού όλων των φορέων παροχής ψηφιακής εκπαίδευσης, δημόσιων και ιδιωτικών, με επιδίωξη την κλιμάκωση των ψηφιακών δράσεων για την απόκτηση ψηφιακών ικανοτήτων από το σύνολο του πληθυσμού (ΒΨΜ, 2021).
Προϋπόθεση επιτυχίας, βεβαίως, είναι να ξεπεραστούν απειλές του περιβάλλοντος που έχουν αποτελέσει στο παρελθόν τροχοπέδη για την ανάπτυξη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
To Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Ελλάδα 2.0) αποτελεί έναν ιδιαίτερα κομβικό και κρίσιμο παράγοντα που δύναται να συνεισφέρει σημαντικά στην περαιτέρω ανάπτυξη τόσο της ψηφιακής διακυβέρνησης, όσο και στον κλάδο της πληροφορικής (capacity building) της χώρας.
Καθιστά δυνατή την υλοποίηση των έργων των στρατηγικών αξόνων παρέμβασης της ΒΨΜ με πόρους από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΜΑΑ).
Συγκεκριμένα, οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, που έχουν προϋπολογιστεί για την ψηφιακή μετάβαση (πυλώνας 2), για έργα υποδομών και ψηφιακής διακυβέρνησης, ανέρχονται στα 2.136 εκατ. ευρώ.
Το Σχέδιο Ελλάδα 2.0, ωστόσο, συνεισφέρει και σε άλλους τομείς της ψηφιακής διακυβέρνησης, με επιπλέον πόρους για την υλοποίηση έργων σε άλλους πυλώνες του που ανέρχονται συνολικά στο ¼ περίπου του συνολικού προϋπολογισμού του, πολλαπλασιάζοντας το άνω ποσό, όπως π.χ. ψηφιακός μετασχηματισμός σε διάφορους τομείς όπως εκπαίδευση, υγεία, δικαιοσύνη, φορολογία κ.ά.
Οι παραπάνω παρεμβάσεις αποτελούν ευκαιρία για τη βελτίωση της θέσης της Ελλάδας στην Ευρώπη και σταδιακά αναμένεται να αποτυπωθούν και στον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας DESI.
Σημειώνεται ότι η αξιοποίηση των ευκαιριών που παρουσιάζονται εδώ, εξαρτάται από την υιοθέτηση κατάλληλων δράσεων και πρακτικών για την αντιστάθμιση των απειλών που έχουν και στο παρελθόν οδηγήσει στην αναποτελεσματική διάθεση αντίστοιχων πόρων.
«Εκφράζουμε την έντονη ανησυχία μας για την έμφαση που δίνεται στο Σχέδιο Ελλάδα 2.0 στην υλοποίηση έργων και πληροφοριακών συστημάτων αξίας δεκάδων εκατομμυρίων, έναντι της σταδιακής και ευέλικτης ανάπτυξης υπηρεσιών με αξία για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα προτείνουμε στις συμφωνίες-πλαίσιο υλοποίησης των έργων να δοθεί βαρύτητα σε καινοτόμες πρακτικές και λύσεις, να υιοθετηθούν βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και να ληφθεί εγκαίρως μέριμνα για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της κάθε λύσης και της διαλειτουργικότητάς της».
Το κείμενο υπογράφουν οι κ.κ. Διομήδης Σπινέλλης, Καθηγητής, Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Μιχαήλ Μιχαλόπουλος, Στέλεχος του Δημόσιου Τομέα, Πληροφορικός—Διδάκτωρ Μηχανικός ΕΜΠ, Νίκος Βασιλάκης, επικεφαλής τομέα Στρατηγικού Σχεδιασμού & Συντονισμού, Διεύθυνση Ψηφιακής Διακυβέρνησης, στο Εθνικό Δίκτυο Υποδομών Τεχνολογίας & Έρευνας (ΕΔΥΤΕ), Νάνσυ Πουλούδη, Καθηγήτρια, Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Νίκη Τσούμα, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της ΗΔΙΚΑ ΑΕ.