THEPOWERGAME
Η διαρκής αύξηση της συμμετοχής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο ενεργειακό σύστημα της χώρας και οι προβλέψεις για αλματώδη ενίσχυση της τάσης αυτής, φέρνουν στο προσκήνιο σειρά ζητημάτων που άπτονται των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους.
Κύρια θέση καταλαμβάνει η στοχαστικότητα αυτών των πηγών ενέργειας λόγω της εξάρτησης παραγωγής τους, όχι από τη βούληση των χειριστών, αλλά από τις μεταβολές των καιρικών φαινομένων και τον ημερήσιο ηλιακό κύκλο. Υφίστανται, ασφαλώς, μορφές ΑΠΕ απαλλαγμένες από το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, όπως εγκαταστάσεις γεωθερμίας, βιομάζας και υδροηλεκτρικοί σταθμοί, η αναλογία τους, ωστόσο, στην ημερήσια παραγωγή προβλέπεται να παραμείνει χαμηλή. Το πρόβλημα επιτείνεται λόγω της – προς ώρας – ανεπάρκειας διεθνών ηλεκτρικών διασυνδέσεων, οι οποίες έχουν μεν ήδη δρομολογηθεί, ή και δρομολογούνται, αφορούν ωστόσο, έργα μακρύτερου χρονικού ορίζοντα.
Άμεση διέξοδο στην ανωτέρω προβληματική παρέχει η μέσω συσσωρευτών αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας (ιδίως, η αποθήκευση που δεν συνδυάζεται με σταθμό ΑΠΕ, αλλά συνδέεται αυτόνομα στο ηλεκτρικό σύστημα), επιτελώντας ρόλο ενίσχυσης της σταθερότητας της παρεχόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και καταλύτη για την επιδιωκόμενη περαιτέρω αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο σύστημα, ιδίως στα κορεσμένα τμήματα αυτού.
Για τον λόγο αυτό, η συγκεκριμένη δραστηριότητα προωθείται στη χώρα μας, τόσο σε επίπεδο στρατηγικής χάραξης, όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Πράγματι, τον Ιούλιο του 2022 θεσπίσθηκε για πρώτη φορά ένα ad hoc νομικό πλαίσιο για την αδειοδότηση σταθμών μεμονωμένης αποθήκευσης, μέσω του Ν. 4951/2022, ενώ τον Αύγουστο του 2022 η δραστηριότητα συμπεριλήφθηκε στην υπουργική απόφαση που ρυθμίζει τη σειρά προτεραιότητας για τη χορήγηση όρων σύνδεσης στο ηλεκτρικό σύστημα. Μάλιστα, τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, αυτή η υπουργική απόφαση τροποποιήθηκε, απονέμοντας, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, στα σχετικά έργα, ακόμα ευνοϊκότερη σειρά προτεραιότητας για τη σύνδεσή τους. Ταυτόχρονα, η εξαγγελθείσα αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) προβλέπει την ενίσχυση του στόχου για αποθήκευση μέσω συσσωρευτών, μεταξύ άλλων μορφών αποθήκευσης ενέργειας, θέτοντας έναν στόχο για 5,6 GW έως το 2030.
Εξάλλου, η σημασία της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας υπογραμμίζεται και από την πρόκριση από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για χορήγηση, τόσο επενδυτικής, όσο και λειτουργικής κρατικής ενίσχυσης για τα σχετικά έργα, η οποία κρίθηκε από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως συμβατή με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Συγκεκριμένα, η επενδυτική ενίσχυση θα αφορά το εμπροσθοβαρές κόστος κατασκευής των σταθμών και η λειτουργική ενίσχυση θα αφορά την οικονομική στήριξη των πρώτων ετών λειτουργίας τους, ενώ αμφότερες θα αντληθούν από κατάλληλους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς, όπως ενδεικτικά το Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης (RRF). Οι ενδιαφερόμενοι προς τούτο επενδυτές, θα πρέπει να συμμετάσχουν στους μελλοντικούς μειοδοτικούς διαγωνισμούς της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ), που θα οργανωθούν αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη τεχνολογία. Κομβικής σημασίας θα είναι και η έκδοση της υπουργικής απόφασης, σχέδιο της οποίας έχει τεθεί προσφάτως σε δημόσια διαβούλευση, που θα καθορίζει τις προδιαγραφές των προαναφερθέντων διαγωνισμών και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα έργα θα είναι επιλέξιμα για συμμετοχή σε αυτούς. Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, πρόθεση του Υπουργείου είναι να αυξήσει κατά 90 εκατ. ευρώ το συνολικό κονδύλι που πρόκειται να διατεθεί.
Ως εναλλακτική δε, οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές μπορούν να επιλέξουν να μη συμμετάσχουν στους ως άνω διαγωνισμούς της ΡΑΕ, αλλά να απευθυνθούν απευθείας στην αγορά, είτε μέσω του χρηματιστηρίου ενέργειας, είτε δια της σύναψης διμερών συμβάσεων πώλησης (PPAs), συμβάλλοντας έτσι στον μηχανισμό ισχύος, σε συνδυασμό με την προσφορά επικουρικών υπηρεσιών, όπως η εξισορρόπηση και η αποσυμφόρηση του ηλεκτρικού συστήματος.
Ωστόσο, οι επενδυτές στον τομέα της αποθήκευσης ενέργειας καλούνται να αντιμετωπίσουν ορισμένες προκλήσεις που άπτονται, τόσο της σύμφυτης έννοιας του επιχειρηματικού ρίσκου, όσο όμως και του ρυθμιστικού κινδύνου. Πράγματι, κατά το πρώτο σκέλος, οι επενδυτές έρχονται αντιμέτωποι με το λεγόμενο «ρίσκο κανιβαλισμού» της αγοράς, όπου η συνεχιζόμενη επαύξηση των έργων αποθήκευσης μειώνει αντίστοιχα το προσδοκώμενο οικονομικό όφελος. Κατά το δεύτερο σκέλος, το νεοεισαχθέν ρυθμιστικό πλαίσιο απέχει ακόμα από το να θεωρείται πλήρες, καθώς υπολείπεται η έκδοση ορισμένων κομβικών εφαρμοστικών αποφάσεων. Η αγορά αναμένει ιδίως τον Κανονισμό Αποθήκευσης, ο οποίος θα περιγράφει με ακόμη μεγαλύτερη λεπτομέρεια τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των φορέων των αδειών αποθήκευσης, καθώς και την τροποποίηση των Κωδίκων Διαχείρισης των ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ, όπου θα προβλέπονται λεπτομερώς η διαδικασία και οι όροι σύνδεσης των έργων συμπεριλαμβανομένου του τρόπου περικοπής της έγχυσης ενέργειας στο ηλεκτρικό σύστημα.
Μεγάλοι επενδυτές του κλάδου επιδεικνύουν ήδη έντονη κινητικότητα κατά τη διασφάλιση και δρομολόγηση σχετικών έργων. Κατά συνέπεια, η ολοκλήρωση του ανωτέρω κανονιστικού πλαισίου καθίσταται πλέον σημαντική, ώστε να συγκροτηθεί, το ταχύτερο δυνατό, ένα πλήρες κι ασφαλές πλαίσιο υλοποίησης των σχετικών επενδύσεων. Όλα αυτά δε, πρέπει να ιδωθούν και υπό το πρίσμα του στενού χρονικού ορίζοντα ολοκλήρωσης των έργων που θα λάβουν εν τέλει την προαναφερθείσα χρηματική ενίσχυση που θα προέρχεται από το RRF, έως το τέλος του 2025.
Το έτος που διανύουμε αναμένεται να αποτελέσει αναπόφευκτα και την πρώτη χρονιά κατά την οποία θα «ξεκλειδώσει», αλλά και θα αποκαλυφθεί η δυναμική της αυτόνομης αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, δίνοντας ταυτόχρονα «σήματα» για τη μελλοντική εξέλιξη του κλάδου.