THEPOWERGAME
Σε προηγούμενο άρθρο αναφέρθηκα στη σύνδεση ακαδημίας – βιομηχανίας, όπου προτάθηκε συγκεκριμένη τεχνική μέθοδος που θα διευκόλυνε τη σύνδεση αυτήν με τρόπο που θα προσέδιδε στους φοιτητές κάποιες ικανότητες απαραίτητες για την επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Ωστόσο, κάνοντας ένα βήμα πίσω, θα είχε βαρύνουσα σημασία να ασχοληθούμε γενικότερα και με την ποιότητα των νέων που διαμορφώνει το παρόν εκπαιδευτικό σύστημα, με γνώμονα κυρίως τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Συγκεκριμένα, δημιουργεί ατομιστές εργαζόμενους, χωρίς κουλτούρα συνεργασίας, με έφεση στην εκτέλεση εντολών και όχι στην κριτική θεώρηση των δεδομένων που έχουν να διαχειριστούν. Καταλυτικό ρόλο παίζει ο κλασικός τρόπος εξέτασης τους ως μαθητές-φοιτητές, καθώς και η προετοιμασία τους γι’ αυτές. Τέλος, απουσιάζει πλήρως η καλλιέργεια των τόσο σημαντικών «μαλακών ικανοτήτων», για τις οποίες θα μπορούσαν να δημιουργηθούν ειδικά μαθήματα. Η αποτελεσματική σύνδεση ακαδημίας – βιομηχανίας απαιτεί ριζικές τομές στην εκπαίδευση, που απαιτούν τη δημιουργία εθνικού σχεδίου για το μέλλον της χώρας.
Ένα από τα τραγικότερα λάθη είναι η τιμωρία της αντιγραφής αντί για την ενίσχυσή της. Ένα τέτοιο επιχείρημα σίγουρα φαίνεται ριζοσπαστικό και εγείρει αμφιβολίες απλά και μόνο από την ανάγνωσή του. Αν μπούμε, όμως, στην ουσία, αρχικά συμφωνούμε όλοι πως η επίλυση ενός εργασιακού προβλήματος προαπαιτεί να μοιραστούμε γνώσεις, απόψεις και αμφιβολίες με άλλους συναδέλφους. Η ΣΥΝεργασία, κοινώς, απαιτεί να ανοιχτούμε, να βγούμε από το ατομικιστικό μας κουκούλι και να ψάξουμε για λύσεις μαζί με τους συνεργάτες μας. Αντίθετα με αυτό που μόλις συμφωνήσαμε, λοιπόν, μας έρχεται η εικόνα του μαθητή-φοιτητή να επιδιώκει μόνος του να λύσει το ίδιο πρόβλημα με τους διπλανούς του. Συνεχίζοντας την αντίφαση με την πραγματική ζωή, ο εξεταζόμενος θα τιμωρηθεί εάν συνομιλήσει με τον διπλανό του αναφορικά με τα θέματα που καλούνται ατομικά να λύσουν. Όλα αυτά συμβαίνουν την ίδια ώρα που ένα από τα κυριότερα αιτήματα σε κάθε εργασιακό χώρο είναι η επικοινωνία και η συνεννόηση. Στην τελική, η πρόσβαση στην πληροφορία είναι ελεύθερη στο Διαδίκτυο, συνεπώς ακόμα και ο μαθητής που θα “αποτύχει” στην εξέταση μπορεί να βρει τη λύση άμεσα, οπότε μια τέτοια λογική είναι τουλάχιστον αναχρονιστική και επιζήμια προς τους υποψήφιους εργαζομένους. Κατά συνέπεια, οι εξετάσεις οφείλουν να μετατραπούν από ατομικές σε ομαδικές.
Σε ευθεία γραμμή με το προηγούμενο επιχείρημα, ένα ακόμα στίγμα του παρόντος συστήματος είναι η εγκατάσταση της λογικής της παπαγαλίας ως μέσου επιτυχίας. Η λογική αυτή επιτυγχάνει στην πράξη να δημιουργήσει ρομπότ που απλώς εκτελούν εντολές. Ποια εταιρεία θα μπορούσε να εξελιχθεί προσλαμβάνοντας τέτοιου είδους εργαζομένους; Η απάντηση είναι κοινή για όλους: ΚΑΜΙΑ. Οι εταιρείες εξελίσσονται όταν τα νέα τους στελέχη όχι μόνο λύνουν προβλήματα, αλλά κυρίως όταν βρίσκουν νέα που μέχρι τώρα ήταν άγνωστα στη διοίκηση, όπως επίσης και οι συνέπειές τους. Συνεπώς, το εκπαιδευτικό σύστημα όχι μόνο οφείλει να καταργήσει την παπαγαλία, αλλά και να βαθμολογήσει τους εξεταζόμενους με βάση την ικανότητά τους να βρίσκουν οι ίδιοι το πρόβλημα το οποίο θα κληθούν να λύσουν. Φαντάζομαι, η επόμενη ερώτηση είναι «και πώς θα γίνει κάτι τέτοιο;». Η απάντηση είναι απλή και πρακτική. Συγκεκριμένα, οι μαθητές-φοιτητές, οργανωμένοι σε ομάδες, καλούνται να αντιμετωπίσουν μία κατάσταση, ένα πρόβλημα. Οι εξεταζόμενοι θα αξιολογηθούν με βάση την ικανότητά τους να ορίσουν τα προβλήματα που περιλαμβάνονται στη δοθείσα κατάσταση και να σκεφτούν λύσεις, καθώς και τις συνέπειες που ενδέχεται να προκύψουν από αυτές, οπότε και να διαλέξουν την καλύτερη. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσαν να διδαχθούν μεθόδους αξιολόγησης όπως τη SWOT ανάλυση. Ο πραγματικός πλούτος σήμερα δεν είναι η παροχή στην πληροφορία, αλλά η ικανότητα αυτή να κρίνεται σωστά.
Τέλος, μνεία πρέπει να γίνει στις λεγόμενες «μαλακές» ικανότητες, που κάθε άλλο παρά διδάσκονται στους νέους, ενώ στην πράξη διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην επαγγελματική αλλά και στην προσωπική προοπτική. Αρχικά οι επικοινωνιακές δεξιότητες απουσιάζουν πλήρως από την ύλη των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Ο τρόπος που μπορεί να δώσει και να δεχθεί κάποιος ανατροφοδότηση, να ακούσει χωρίς να διακόψει τον συνομιλητή του, να εκπαιδεύσει έναν νεότερο εργαζόμενο αλλά και να εκπαιδευτεί από κάποιον άλλον, πρέπει να διδάσκεται παντού με ειδικά μαθήματα. Παράλληλα, η ικανότητα παρουσίασης και η τέχνη του δημόσιου λόγου, καθώς και η δεξιότητα να διαμορφώνει κάποιος νέος εργαζόμενος δίκτυο, είναι εξίσου βασικότατες και φυσικά δεν διδάσκονται, ενώ απαιτούνται σχεδόν καθημερινά. Οι γνώσεις αυτές φυσικά και διευρύνονται στην προσωπική ζωή των νέων, χωρίς να περιορίζονται αποκλειστικά στο στενό εργασιακό περιβάλλον. Η δεξιότητα της στοχοθεσίας, η δημιουργία πλάνου επίτευξής τους, καθώς και η καλλιέργεια διαπραγματευτικών ικανοτήτων αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Στην κατεύθυνση αυτήν θα μπορούσαν να συμβάλουν σεμινάρια από ειδικούς, όπως και ομιλίες από επαγγελματίες κάθε χώρου, ώστε να μοιραστούν προσωπικές προκλήσεις που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν. Το στοιχείο που απουσιάζει σε βαθμό κακουργήματος είναι η έμπνευση των μαθητών και η δημιουργία κινήτρων από το παρόν εκπαιδευτικό σύστημα.
Συνοψίζοντας, ακόμα κι αν δεν συμφωνούμε όλοι πλήρως με τις προσωπικές μου θέσεις, μετά την παράθεση των παραπάνω επιχειρημάτων ο κάθε αναγνώστης αξιολογεί πλέον κλασικές μεθόδους με περισσότερο σκεπτικισμό. Δεδομένο είναι, ωστόσο, πως η σύγκλιση ακαδημίας – βιομηχανίας απαιτεί τον δομικό και ριζικό μετασχηματισμό της πρώτης, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες της αγοράς εργασίας. Το παρόν σύστημα είναι επιβλαβές τόσο για την επαγγελματική προοπτική των μαθητών όσο και για την προσωπική τους ζωή, καθώς δεν τους ωθεί να καλλιεργήσουν δεξιότητες απαραίτητες για κάθε πτυχή της καθημερινότητάς τους.