THEPOWERGAME
Ζούμε μια πρωτόγνωρη εποχή, πρωτόγνωρη τουλάχιστον για τη γενιά που διαχειρίζεται τα πράγματα σήμερα και ίσως και για την απερχόμενη. Τα τελευταία χρόνια, βλέπουμε να εξελίσσονται παράλληλα και να πυκνώνουν κρίσεις σε όλα τα επίπεδα, σε σημείο που να μην μπορούμε πλέον να ξεχωρίσουμε τι είναι το πιο κρίσιμο και τι χρειάζεται την πιο άμεση αντιμετώπιση. Το χειρότερο δε, είναι ότι πολλοί νομίζουν πως μπορούμε να τις χειριστούμε αυτόνομα, ανεξάρτητα τη μία από την άλλη, ενώ στην πραγματικότητα είναι αλληλοσυνδεόμενες και αλληλοτροφοδοτούμενες. Μια άλλη πλάνη είναι να απομονώνουμε έναν παράγοντα (όπως ένα καλό «νούμερο» της οικονομίας), υπερτονίζοντας τη σημασία του, καθώς ταιριάζει στο αφήγημα που έχουμε υιοθετήσει, και να αφήνουμε στην άκρη τους υπόλοιπους, εξίσου σοβαρούς, παράγοντες (το γνωστό focusing illusion). Ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι η αύξηση του ΑΕΠ στη χώρα μας, κοντά στο 7%, που πολλοί εξέλαβαν ως επιβεβαίωση της αλλαγής κλίματος στην οικονομία, αδιαφορώντας όμως για ένα άλλο νούμερο που ήρθε συγχρόνως με το ΑΕΠ και αφορά την αύξηση, για την ίδια περίοδο, κατά 700.000 ,του αριθμού των νέων μικρο-οφειλετών της εφορίας. Έχουμε δηλαδή μια αύξηση του εισοδήματος (προσωρινή ή διατηρήσιμη, μένει να το διαπιστώσουμε) την οποία «γιορτάζουμε» σε όλους τους τόνους και παράλληλα μια αύξηση του αριθμού όσων δεν μπορούν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, την οποία αποσιωπούμε, διότι μας χαλάει το αίσθημα ευφορίας.
Αυτή στιγμή, στη διεθνή σκηνή, έχουμε σε εξέλιξη ένα εκρηκτικό «κοκτέιλ» παράλληλων κρίσεων, του οποίου δεν μπορούμε να προβλέψουμε την τελική έκβαση, πλην όμως δεν φαίνεται να υπάρχει χώρος για υπερβολική αισιοδοξία.
Πρώτον, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, απόρροια της κλιματικής αλλαγής, δημιούργησαν φέτος (και αναμένεται να κάνουν το ίδιο και τα επόμενα χρόνια), μια πρωτοφανή κατάσταση, με ποτάμια χωρίς νερό (και πυρηνικούς σταθμούς με πύργους ψύξης εκτός λειτουργίας), ξηρασίες που είχαν επίδραση στη γεωργική παραγωγή άρα στις τιμές κ.ο.κ. Εν προκειμένω, η γνωστή συζήτηση για το αν η κλιματική αλλαγή είναι ανθρωπογενής ή όχι είναι αδιάφορη· το debate αυτό είναι πλέον ξεπερασμένο, τα αποτελέσματα μετράνε σήμερα.
Δεύτερον, η διάσπαση των εφοδιαστικών αλυσίδων, που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στις συνέπειες της πανδημίας και των υπερβολών του εγκλεισμού (τότε που ίσχυε το δόγμα του «πάνω απ’ όλα ο άνθρωπος»), δεν δείχνει να διορθώνεται· αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις επιδεινώνεται. Οι χρόνοι αναμονής και το κόστος μεταφοράς των εμπορευμάτων από την Ασία συνεχίζει να είναι διπλάσια απ’ ό,τι ήταν πριν από ένα χρόνο, και το πρόβλημα έχει γίνει πλέον ορατό και δια γυμνού οφθαλμού. Στις μεγάλες αλυσίδες ηλεκτρικών συσκευών, ακόμη και στη χώρα μας, δεν διαλέγετε από τον κατάλογο αλλά σας λένε «περιμένετε να δούμε τι υπάρχει διαθέσιμο», χωρίς δέσμευση για τους χρόνους παράδοσης των ειδών που δεν βρίσκονται στην αποθήκη.
Τρίτον, η μεγάλη αύξηση των τιμών της ενέργειας που ξεκίνησε αρκετούς μήνες πριν την εισβολή στην Ουκρανία και κατέληξε σε έκρηξη από τα τέλη Φεβρουαρίου, με δεκαπλασιασμούς των τιμών spot, είναι ίσως η πιο θεαματική από τις παράλληλες κρίσεις που εξελίσσονται αυτή τη στιγμή. Ακόμη πιο θεαματική βέβαια είναι η αδυναμία αντίδρασης των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, που, ενώ διατυμπανίζουν την από κοινού αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, δεν έχουν κατορθώσει μέχρι σήμερα, μετά από συνεχείς συσκέψεις έξι μηνών, να αρθρώσουν μια πειστική και συντονισμένη απάντηση. Η ιδέα της επιβολής «πλαφόν» στις τιμές του φυσικού αερίου, που ακουγόταν ως η κατ’ εξοχήν απάντηση στις αυξήσεις τιμών, απορρίφθηκε ως ανεδαφική, τονίζοντας ακόμη περισσότερο την αδυναμία εξεύρεσης λύσης. Μένουν τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και οι επιδοτήσεις των λογαριασμών. Όμως, είναι πασιφανές ότι τα πρώτα αφενός δεν επαρκούν ως απάντηση, αφετέρου, και κυρίως, δεν έχουν εφαρμογή στις ιδιαίτερα ενεργοβόρες βιομηχανίες, όπως οι τσιμεντοβιομηχανίες, οι μεταλλουργίες του χαλκού, του αλουμινίου κλπ. Σ’ αυτούς τους «hard-to-abate sectors», όπως ονομάζονται, εξοικονόμηση ενέργειας σημαίνει απλά μείωση της παραγωγής, δηλαδή ύφεση και αύξηση της ανεργίας. Όσο για τις επιδοτήσεις, είναι τέτοιου μεγέθους που δεν μπορούν να διατηρηθούν πέραν των λίγων μηνών· εκτός κι αν εκτροχιαστούν εντελώς οι κρατικοί προϋπολογισμοί, με δημιουργίες ελλειμάτων που θα υποθηκεύσουν τις επόμενες δυο γενιές.
Η τέταρτη παράλληλη κρίση, που αλλού υποβόσκει και αλλού έχει ήδη αρχίσει να εγκαθίσταται, είναι η πολιτική αστάθεια. Σε απάντηση της μείωσης των στάνταρ διαβίωσης, οι πολίτες δείχνουν έτοιμοι να δοκιμάσουν «πρωτότυπες» λύσεις. Το είδαμε στη Γαλλία, όπου για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες δεν υπάρχει πλέον κυβέρνηση πλειοψηφίας, στη Σουηδία, στην Ιταλία… Οι πολιτικές αντοχές της γηραιάς ηπείρου θα δοκιμαστούν σκληρά τη χρονιά που έρχεται, σε σημείο που δεν έχει ξαναγίνει από το τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου μέχρι σήμερα.
Όλα τα παραπάνω συγκεράζονται και συνοψίζονται στην οικονομία σε μία από τις βασικές μακροοικονομικές παραμέτρους: τον πληθωρισμό. Οι αυξήσεις των τιμών των βασικών προϊόντων που ξεκίνησαν επί πανδημίας και συντηρούνται από τη διάσπαση των εφοδιαστικών αλυσίδων και οι γιγαντιαίες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας δημιουργούν έναν κλασικό cost-push inflation, τον πληθωρισμό λόγω αύξησης κόστους.
Η υπερβάλλουσα ζήτηση που θα εμφανιστεί από τη διατήρηση σε ένα βαθμό των εισοδημάτων χάρη στις επιδοματικές πολιτικές, ενώ από την άλλη πλευρά η παραγωγή θα συρρικνώνεται από τις ελλείψεις ενέργειας θα οδηγήσει σε ένα δεύτερο είδος πληθωρισμού, τον demand-pull inflation. Η αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας εξαιτίας των βοηθημάτων προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις (που θα βαίνει αυξανόμενη υπό την πίεση της πολιτικής αστάθειας και της πλειοδοσίας υποσχέσεων) θα προσθέσει μία τρίτη συνιστώσα, το νομισματικό πληθωρισμό (monetary inflation). Τέλος, η σημαντική υποτίμηση του Ευρώ που βρίσκεται σε εξέλιξη και δεν δείχνει τάση επιβράδυνσης θα φέρει την τέταρτη συνιστώσα, τον εισαγόμενο πληθωρισμό ή imported inflation.
Βάλτε τα όλα αυτά μαζί και προεκτείνετε τις τάσεις στο μέλλον για να έχετε μια εικόνα της πιθανότερης πορείας των εξελίξεων.
Το κλειδί, όμως, για την κατανόηση της μεγάλης εικόνας, αντίθετα με ό,τι ευρέως πιστεύεται, δεν είναι ούτε ο πληθωρισμός, ούτε η ενεργειακή κρίση. Το κραχ θα έρθει (αν ή όταν έρθει) από την αντίδραση των κεντρικών τραπεζών. Αντίδραση που δεν είναι (και δεν μπορεί να είναι) άλλη από την αύξηση των επιτοκίων. Η πρόσφατη αύξηση της Fed κατά 3/4 της μονάδας ήταν μια πρώτη ένδειξη. Οι «στόχοι» του 3 και 4 τοις εκατό για το 2023, που αναφέρονται σήμερα ως επιθυμητοί από τη Federal Reserve, μάλλον θα αποδειχτούν πολύ κάτω της πραγματικότητας. Ήδη, η πορεία των αποδόσεων των διετών Treasuries που παρακολουθεί στενά η αγορά είναι εντυπωσιακή (και ανησυχητική). Είναι βέβαιο ότι οι άλλες κεντρικές τράπεζες θα ακολουθήσουν, στην αρχή ίσως διστακτικά αλλά στη συνέχεια πιο επιθετικά. Όλα αυτά θα ήταν business as usual για τις κεντρικές τράπεζες, των οποίων ας μην ξεχνάμε ότι βασική αποστολή είναι η διατήρηση της εσωτερικής και εξωτερικής αξίας του νομίσματος. Αλλά στην παρούσα κατάσταση της διεθνούς οικονομίας, με τα τερατώδη επίπεδα δανεισμού που διαμορφώθηκαν τα τελευταία 30 χρόνια, μια σημαντική αύξηση των επιτοκίων δεν θα είναι απλά ένα σινιάλο που θα σηματοδοτεί την απαρχή της υφεσιακής φάσης του οικονομικού κύκλου· αύξηση των επιτοκίων σήμερα και κατά τους υπόλοιπους μήνες σημαίνει απλά αδυναμία αποπληρωμής χρέους, ιδιωτικού και δημόσιου, εσωτερικού και διεθνούς. Σημαίνει, με απλά λόγια, οικονομικό κραχ.