THEPOWERGAME
Η χώρα υστερεί σε πολλά επίπεδα και ειδικά στον τομέα της επιστήμης, της έρευνας και της ανάπτυξης (E&A). Επί δεκαετίες είναι ουραγός, τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και σε επίπεδο ΟΟΣΑ.
«Έρευνα», με τη βασική έννοια του όρου κατά κανόνα πραγματοποιούνταν. Αλλά ποτέ δεν συνοδεύονταν με «Ανάπτυξη», αφού τα όποια ερευνητικά αποτελέσματα, χάνονταν στα συρτάρια των πανεπιστημίων και των ερευνητικών ιδρυμάτων, τα οποία λειτουργούσαν εντελώς ανεξάρτητα από τη αγορά και τις επιχειρήσεις. Επιπλέον, η «έρευνα» για χάρη του κέρδους επί πολλές δεκαετίες ήταν σχεδόν «ποινικοποιημένη».
Τα τελευταία χρόνια, όμως, κάτι αλλάζει. Αυτό φαίνεται κυρίως στους δείκτες οι οποίοι είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικοί. Ειδικά από το 2010 και μετά, που η χώρα βίωσε τα μνημόνια. Ο ΟΟΣΑ, για παράδειγμα, στην ειδική έκδοση «Main Science and Technology Indicators, Volume 2021», δείχνει ότι το 2020 στη χώρα μας διατέθηκαν 4,47 δισ. δολ. σε δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης από 2,8 δισ. δολ. που ήταν το 2015 και 1,62 δισ. δολ. που ήταν το 2005.
Έτσι, η δαπάνη τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια σχεδόν τριπλασιάστηκε. Σε όρους ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 1,5% του ΑΕΠ το 2022, από 0,58% που ήταν το 2005. Και παρόλο που απέχει από πολύ τον στόχο του 3% της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εν τούτοις όλα δείχνουν ότι τα τελευταία χρόνια κάτι έγινε στον τομέα της Ε&Α.
Ειδικότερα, πέρα από την αύξηση των δαπανών Ε&Α στη χώρα μας, έχουμε αύξηση του αριθμού των ερευνητών πλήρους απασχόλησης (έχει διπλασιαστεί τα τελευταία 15 χρόνια), όπως επίσης -και ίσως το πιο σημαντικό- αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων, που εμπλέκονται σε δραστηριότητες Ε&Α. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς υποχωρεί η «κρατικοδίαιτη» έρευνα.
Η ιδιωτική ερευνητική δαπάνη, από 31% που ήταν η συμμετοχή της το 2005 στην ακαθάριστη δαπάνη Ε&Α της χώρας, πέρυσι διαμορφώθηκε στο 46%. Βεβαίως, οι διεθνείς οργανισμοί, όπως ο ΟΟΣΑ, ή η Eurostat, ανακοινώνουν τα στοιχεία που τους δίνει η ελληνική κυβέρνηση και οι οργανισμοί της π.χ. ΕΛΣΤΑΤ, Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης κ.λπ. Είναι σίγουρο, όμως, ότι τα στοιχεία Ε&Α δεν αποτελούν «Greek Statistics», αφού μέχρι τώρα σε αυτά έχουν συμφωνήσει αλλεπάλληλες κυβερνήσεις και διαφορετικές διοικήσεις οργανισμών.
Το γεγονός ότι κάτι γίνεται στον τομέα της Ε&Α στη χώρα μας, φαίνεται και από τα αποτελέσματα των νεοφυών επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, η Innoetics που απέκτησε η Samsung το 2017 ήταν ένας «τεχνοβλαστός» του Ερευνητικού Κέντρου Αθηνά. Η ελληνικός τεχνοβλαστός αποκτήθηκε με τίμημα 20 εκατ. ευρώ, προκειμένου ο Κορεατικός κολοσσός να αποκτήσει τη τεχνολογία Μετατροπής Κειμένου σε Ομιλία (Text-to-Speech Recogintion) που είχε αναπτύξει η ομάδα ερευνητών στο κέντρο «Αθηνά». Το καταβαλλόμενο τίμημα από την Samsung ήταν 80 φορές μεγαλύτερο της αρχικής επένδυσης που είχε ανέλθει στο ύψος των 250.000 ευρώ, κυρίως σε μισθούς ερευνητών.
Η υπόθεση αυτή, όχι μόνον έβγαλε από την αφάνεια το ελληνικό οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων, αλλά κυρίως άρχισε να προσδίδει στην ερευνητική κοινότητα την αίγλη που είχε χάσει λόγω των χρόνιων αδυναμιών πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων να προσελκύσουν ικανό ερευνητικό προσωπικό με απτά και ικανοποιητικά αποτελέσματα. Έκτοτε πολλές άλλες επιχειρήσεις -τεχνοβλαστοί, startups κ.λπ.- πουλήθηκαν σε ξένους επενδυτές και μάλιστα σε υψηλότερες τιμές π.χ. Accusonus, Viva Wallet, Softomotive κ.ά.
Επομένως, παρά το γεγονός ότι η εγχώρια δραστηριότητα υστερεί, φαίνεται ότι κάτι συντελείται στην τομέα της Έρευνας & Ανάπτυξης στη χώρα μας.